Κυπαρίσσι, Λογκανίκος, Βεργαδέικα, Φουντέικα, Άγ. Κωνσταντίνος (Ρεγκόζενα), Αγόριανη, Γεωργίτσι, Αλευρού, Καστόρειο (Καστανιά), Λουσίνα, Ντεμήρου (Κάστωρ), Καστρί, Νέα Λιβερά, Σερβέικα, Bορδόνια (Λόπεση, Παπαδιάνικα, Επάνω Χώρα, Σουλήνα, Κάμπος, Όραχος), Καραβάς, [Σελλασία, Κονιδίτσα], Παρδάλι, Πελλάνα, Περβόλια
Με αυτή την καταπληκτική θέα του Ταϋγέτου μεγαλώσαμε στον τόπο μας ...από μικρά παιδιά

..κατά παράφραση του κόμικ "Asterix & Ovelix: "Σε ένα χωριό της Λακωνίας δυο ανυπότακτοι χωριάτες είπαν να φτιάξουν το δικό τους μπλογκάδικο"
Βασικά θέματα ...με μια ματιά:
Αναρτήσεις:

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010

10.15. Με αφορμή την 70η επέτειο του ΟΧΙ...

Εφέτος συμπληρώνονται 70 χρόνια από την επέτειο του ΟΧΙ το 1940... 
 Για μια ακόμη φορά μέσα στον 20ο αιώνα η Ευρώπη είχε διχαστεί τότε σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, αλλά κατ' επέκταση και όλος ο υπόλοιπος πλανήτης! Γι' αυτό και ο πόλεμος που ξέσπασε τελικά αποκαλέστηκε 2ος Παγκόσμιος...
 Η άνοδος του φασισμού στην Ευρώπη, και ειδικά του Χίτλερ στην γερμανική εξουσία, δεν θα είχε επιτευχθεί τόσο γρήγορα χωρίς την παρουσία του αντίπαλου δέους, του κομμουνισμού, που είχε  εφαρμοστεί στην Ρωσία ήδη από τα τέλη του 1ου Παγκοσμίου πολέμου με τον Λένιν και συνεχιζόταν τώρα με τον Στάλιν. Όταν, λοιπόν, το 1939 ξέσπασε ο 2ος Παγκόσμιος πόλεμος, οι χώρες της Ευρώπης έπρεπε, θέλοντας και μη, να διαλέξουν στρατόπεδο...
 Κάποια στιγμή ο πόλεμος που ξεκίνησε στον βορρά έφθασε και πιο νότια και άγγιξε τα σύνορα της πατρίδας μας. Μετά την ηρωική αντίσταση και νίκη του στρατού μας εναντίον της ιταλικής επέλασης του Μουσολίνι επάνω εκεί στα αλβανικά βουνά, ακολούθησε η κάμψη από την ταυτόχρονη γερμανική επίθεση τόσο από το γιουγκοσλαβικό όσο και από το βουλγαρικό έδαφος και στην συνέχεια η άδοξη υποχώρηση του στρατού μας αλλά και η επώδυνη Κατοχή...
 Όλοι εμείς οι λίγο μεγαλύτεροι ακούγαμε ως παιδιά από τους γονείς και τους παππούδες μας για εκείνη την μαύρη Κατοχή και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε, όσο γινόταν, τι ακριβώς επώδυνα βιώματα ανασφάλειας, πείνας, καχυποψίας, φοβίας κλπ. κουβαλούσαν από εκείνη την εποχή. Η αυταρχική συμπεριφορά των Γερμανών, που είχαν πάρει πολύ στα σοβαρά και προσωπολατρικά τον Φύρερ τους, και λιγότερο των Ιταλών, που δεν φαίνονταν να σκοτίζονται και πολύ για τον Ντούτσε τους, είχε στα μέρη μας ως αντίπαλο δέος την ελληνική Αντίσταση επάνω στον Ταΰγετο.
 Μας έλεγαν οι παλαιότεροι διάφορες ιστορίες από τις συγκρούσεις αυτών των αντιπάλων, όπως για τα τροχιοδεικτικά βλήματα που ξεκινούσαν από το γερμανικό στρατόπεδο στην Σελλασία, περνούσαν πάνω από ολόκληρο τον κάμπο μας και έπεφταν επάνω στον Ταΰγετο εναντίον των ανταρτών... Για μια άλλη φορά που άρχισαν, πάλι από την Σελλασία, να κανονιοβολούν την Πελλάνα, ενώ ο κόσμος έτρεχε να κρυφτεί στους λόγγους και στα ρουμάνια πίσω από τον λόφο της, αλλά ευτυχώς σταμάτησαν σύντομα... (Για τον δάσκαλο εκείνο που εργαζόταν στο δημοτικό σχολείο της Πελλάνας αλλά σκοτώθηκε πολεμώντας στο αλβανικό μέτωπο έχουμε αναφερθεί και στο 4.8 άρθρο μας.) Για κάποια ημέρα που άκουγαν ολημερίς τις γερμανικές εφοδιοπομπές με αεροπλάνα να περνούν με απίστευτο θόρυβο πάνω από τον κάμπο μας και να κατευθύνονται προς την Αφρική για τον πόλεμο που διεξαγόταν εκεί... 
Για ένα γερμανικό μεταγωγικό αεροπλάνο Γιούνκερς, το οποίο μετά από κάποια αερομαχία που έγινε στο Ναύπλιο, Ιούλιο μήνα, επειδή δεν μπορούσε να επιστρέψει στο αεροδρόμιο λόγω έλλειψης καυσίμων, αναγκάστηκε να προσγειωθεί ανώμαλα στον Ευρώτα λίγο μετά το γεφύρι προς το Βιβάρι. Εκεί συνέτρεξε όλο το χωριό, για να δει για πρώτη φορά από κοντά ...αεροπλάνο! Οι δύο Γερμανοί αεροπόροι μετά από λίγο περιμαζεύτηκαν από τους δικούς τους που ήρθαν από την Σπάρτη και έφυγαν αφού έβαλαν πρώτα φωτιά στο αεροπλάνο. Τότε οι κάτοικοι έτρεξαν και έσβησαν την φωτιά και έπειτα άρχισαν ...να το διαλύουν: άλλοι έπαιρναν κομμάτια από λαμαρίνες αλουμινίου, άλλοι χρήσιμα μεταλλικά εξαρτήματα, άλλοι τα λάστιχα από τις ρόδες για να γίνουν σόλες για τα παπούτσια, ένας που ήξερε πήρε τον ασύρματο που υπήρχε στην ουρά του αεροπλάνου και τον χρησιμοποιούσε μετά ως ραδιόφωνο κλπ. Στο τέλος δεν έμεινε ...τίποτε από εκείνο το αεροπλάνο, γιατί μεταφέρθηκε από τους αδελφούς Γκλέκα τμηματικά όλο στο χωριό μας, όπου και σώζονται αρκετά κομμάτια του έως σήμερα σε διάφορα σπίτια!
 Μετά από την φτώχεια, την πείνα, τον θάνατο και την μιζέρια της Κατοχής τα πράγματα, δυστυχώς, έγιναν ακόμη πιο χειρότερα για την Ελλάδα... Ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες επανήλθε αμέσως η ειρήνη, στην Ελλάδα ακολούθησε ο επώδυνος εμφύλιος πόλεμος!! Δεν έφθαναν τα τόσα δεινά μας, έπρεπε τώρα να συνεχίσουμε την σφαγή μεταξύ μας, χωρισμένοι πάλι σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα... Λένε πως οι Άγγλοι μας ώθησαν κυρίως προς αυτό το κακό, για να αποφύγουν την πολεμική αποζημίωση που μας όφειλαν. Σημασία έχει, πάντως, ότι μόνοι μας κοιτάξαμε να ξεπεράσουμε σε αγριότητες τους τότε νεοβάρβαρους της Ευρώπης, αφήνοντας πληγές που διήρκεσαν δεκαετίες ολόκληρες, αφού ο διχασμός και τα πολιτικά μίση δεν έπαψαν ούτε μετά το τέλος του εμφυλίου... (κάτι ανάλογο συμβαίνει τώρα στην Σερβία, μετά τον εμφύλιο πόλεμο που έγινε εκεί πρόσφατα.) Όλα μας τα χρόνια, μέχρι και την πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989, τουλάχιστον, θυμόμαστε λίγο πολύ, εμείς, ...τα παιδιά τους που παίζαμε ανυποψίαστα μαζί στο χωριό και πιστεύαμε πως δεν είχαμε τίποτα να χωρίσουμε πλέον, πόσο επώδυνα κληρονομήσαμε την ασίγαστη εχθρότητα δεξιών και αριστερών, που σιγόβραζε τότε στην ελληνική κοινωνία, λόγω ακριβώς των υπερβολών εκείνου του εμφυλίου πολέμου, που έκανε την Κατοχή να μοιάζει δευτερεύουσα υπόθεση!
 Ποιος θα το περίμενε, όμως, σε γενικότερη κλίμακα ότι μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου πολέμου η ...κοσμοκράτειρα Αγγλία θα έχανε την παντοδυναμία της και πως οι αποικίες της (όπως και αυτές της Γαλλίας, Ολλανδίας κλπ.) θα τολμούσαν να ζητήσουν ανεξαρτησία; Συνέβη, λοιπόν, και αυτό ως αποτέλεσμα αυτού του πολέμου, και έτσι η Ελλάδα με το "σχέδιο Μάρσαλ" πέρασε πλέον από την αγγλική στην αμερικανική δικαιοδοσία, ενώ οι βαλκάνιοι γείτονές μας, καθώς οι ανατολικο-ευρωπαίοι, πέρασαν στην ρωσική δικαιοδοσία, χωρίς καμία από αυτές τις δύο υπερδυνάμεις να μας ρωτήσει, βέβαια., για το νέο αυτό μοίρασμα που επέβαλαν στους συμμάχους τους...! Άρχιζε, έτσι, αμέσως ο καινούριος διχασμός της Ευρώπης, η εποχή του "ψυχρού πολέμου", που έχει λήξει φυσικά σήμερα, αλλά ο γνωστός διχασμός των ανθρώπων επανεμφανίστηκε σιγά σιγά με άλλες μορφές πια και σε ολόκληρο πλέον τον πλανήτη, με την Αμερική να επιτελεί καθήκοντα πλανητάρχη... Ζούμε μάλλον σε μια ...μεταβατική (ή μεσο/ψυχρο/-πολεμική;) εποχή!
Πελλ. Α - Πελλ. Β
Υ.Γ. - ΣΚΟΡΠΙΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ...  
 Η Ιστορία, πάντως, μας έχει διδάξει ότι δεν αργεί να έρθει και πάλι το κακό, αλλά και πώς ό,τι και αν κάνουν τελικά οι σκοτεινές δυνάμεις αυτού του ταλαίπωρου πλανήτη, "στο τέλος ο Θεός τούς τα χαλάει τα σχέδια" και άντε πάλι από την αρχή αυτοί... Γιατί το μόνο σίγουρο είναι πως αυτοί δεν το βάζουν ποτέ κάτω... Μπορεί οι μεγάλες δυνάμεις αυτού του πλανήτη, που αυτοαποκαλούνται δημοκρατίες, να είναι οπλισμένες σαν αστακοί, με πυρηνικά όπλα... και με τους δορυφόρους τους να ελέγχουν τα πάντα από ψηλά... Αλλά σε εμάς τα μικρά κράτη τι διατυμπανίζουν συνέχεια, και ειδικά στα παιδιά μας, μέσω της υπερβολικής δημοκρατίας και της ειρήνης-συναδέλφωσης των λαών που προβάλλουν έντεχνα; εδώ και τώρα αφοπλισμός, άρνηση στράτευσης, πατριωτισμός = εθνικισμός, ελεύθερη μετακίνηση οσωνδήποτε μεταναστών (ώστε να αλλοιώνεται ο γηγενής πληθυσμός μιας χώρας) κλπ. Την ίδια ώρα όμως επιβάλλουν, όπου μπορούν, την γνωστή τακτική των Ρωμαίων "διαίρει και βασίλευε" στα ανήμπορα και ανυπεράσπιστα κράτη, αντί να καταστήσουν πανίσχυρο τον Ο.Η.Ε. για να επιβάλλει αυτή την ειρήνη και συναδέλφωση που κυρήττουν διακαώς και να αποτρέπει παγκοσμίως τους πολέμους!
 Αφού το ξέρουμε πια ...το μυστικό τους: όπως και τότε, στον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο,  έτσι και τώρα, παντού και πάντοτε προσπαθούν να ελέγχουν τις πλουτοπαραγωγικές και κυρίως τις ενεργειακές πηγές κάθε χώρας αυτού του πλανήτη (ειδικά το πετρέλαιο σήμερα), ώστε μέσω αυτών να ελέγξουν τις τύχες των λαών... Μόνο που σε αυτό το παιχνίδι εξουσίας μαλώνουν μεταξύ τους (σήμερα ειδικά, ή και αποκλειστικά πλέον, οι πετρελαϊκές εταιρείες, καθώς και οι εταιρείες όπλων, και όχι βέβαια οι κυβερνήσεις-πιόνια των μεγάλων κρατών, όπως θέλουν να νομίζουμε) για την πρωτοκαθεδρία, και βάζουν έτσι εμάς τα κράτη και τις συνοριακές ή άλλες αντιθέσεις μας ως πιόνια-εμπόδια στον δρόμο του εκάστοτε ανταγωνιστή τους (π.χ. προκαλούν μια διαμάχη για αυτονόμηση περιοχής σε κάποιο από τα σημεία διέλευσης του πετρελαιαγωγού μιας αντίπαλης εταιρείας)! Γιατί άραγε σήμερα ξεσπούν πόλεμοι μόνον εκεί όπου υπάρχουν τέτοιοι (κάποιες φορές όχι ολοφάνεροι) οικονομικοί στόχοι, των οποίων οι αφορμές επενδύονται  περίτεχνα με τον μανδύα τοπικών, θρησκειακών (ειδικά στην εποχή μας), εθνικών ή άλλων αντιθέσεων; Εξάλλου, αρκετοί από εμάς λίγο πολύ πλέον σιγοψιθυρίζουμε ότι η προηγούμενη κυβέρνηση έπεσε, επειδή τόλμησε, κάτω από την μύτη των Αμερικανών, να κλείσει συμφωνία με τους Ρώσους για εκείνον τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη, που δεν λέει να γίνει... και που άμα γίνει, θα προκύψει "ξαφνικά" πρόβλημα π.χ. με την αυτονόμηση της Θράκης...
 Κι όμως εμείς συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε τυφλά κάποιο από τα υπάρχοντα πολιτικά κόμματα (και ειδικά σήμερα με το Δ.Ν.Τ. να τα αποδεικνύει εντελώς ανίσχυρα για τον τόπο), που όπως το λέει και η λέξη "κομματιάζουν" κυριολεκτικά την πολιτική του τόπου μας, που έχουν ενστερνιστεί ξενόφερτες πολιτικές ιδεολογίες, από την άκρα δεξιά ως την άκρα αριστερά, ιδεολογίες και φιλοσοφίες που είναι αυταπόδεικτα πλέον αποτυχημένες για την εποχή μας, τον τόπο μας αλλά και την παράδοσή μας... Ας κάναμε, όμως, κι εμείς μια φορά ως λαός αυτή την δοκιμασία, δηλ. να μην ψηφίζαμε ...ως συνήθως ...τα συνήθη κόμματα!! Θα μπορούσε άραγε τότε να εμφανιστεί ένα, τουλάχιστον, "πατριδο-κεντρικό", ας το πούμε έτσι, κόμμα; Ουτοπία βέβαια/μάλλον... 

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

10.14. Γ-18) Η Β. Λακωνία σε κείμενα περιηγητών: Χ. Π. Κορύλλος

 Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από το βιβλίο ενός ιατρού από την Πάτρα (επανεκδόθηκε πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο Πατρών), ο οποίος μετέβη μαζί με άλλους τρεις συνοδοιπόρους από την Πάτρα στην Σπάρτη και καταγράφει τις εντυπώσεις του από την περιοχή μας, χρησιμοποιώντας μια γλώσσα εξαίρετη και πνευματώδη. Μας αναφέρει, μάλιστα, ότι παρέμεινε (ύστερα από σύσταση που του έγινε από χάνι της Δημητσάνας) μαζί με την παρέα του στο χάνι του Σιγαλού (ήταν παππούς της Βαγγελάκαινας), του οποίου τα ερείπια υπήρχαν μέχρι πρόσφατα στον κάμπο μας, εκεί προς στα Σιγαλέικα. Κατά την εκεί παραμονή του καταγράφει με χαρακτηριστική λεπτομέρεια και άφθονο χιούμορ διάφορα συμβάντα, όπως το αναπάντεχο δείπνο που είχαν, το τοπικό φαγητό "τρυφεράδες" που απέφυγαν, τον επεισοδιακό καβγά του πανδοχέα με την σύζυγό του (κάνοντας πετυχημένο λογοπαίγνιο με το επίθετό τους!), αλλά και την έκλειψη Σελήνης που συνέβη εκείνο το καλοκαιρινό βράδυ...

17) Χ. Π. Κορύλλος, "Πεζοπορία από Πατρών εις Σπάρτην", Πάτρα 1889, σελ. 48-51,
(Από Πατρών διά θαλάσσης εις Γύθειον και εκείθεν διά Σπάρτης εις Ταΰγετον. 
Επάνοδος εις Πάτρας διά Ναυπλίου και Κορίνθου.)

 Μικρόν εκείθεν προβάντες, συνηντήσαμεν το χάνι του Λογκανίκου, μίαν ώραν του χωρίου Σκορτσινού απέχον και φέρον το όνομα εκ του προκειμένου χωρίου Λογκανίκου, μετά δε πορείαν ετέρων 3 1/2 ωρών αφικόμεθα εις τα χάνια των Γεωργιτσιάνικων Καλυβίων, ημίσειαν περίπου ώραν των Καλυβίων απέχοντα, ταύτα δε 1 1/2 ώραν του χωρίου Γεωργιτσίου, πρωτευούσης του Δήμου Πελλάνης Λακεδαίμονος. Παρά τα χάνια ταύτα αναβλύζει άφθονον ύδωρ, καταρδεύον την παρακειμένην ευρείαν και κατάφυτον πεδιάδα και είτα χυνόμενον εις τον Ευρώτα. Εκ των 3 ή 4 εκεί χανίων, προυτιμήσαμεν προς διανυκτέρευσιν το του Σιγαλού, κατά τε σύστασιν εκ Δημητσάνης και διότι το όνομα του ξενοδόχου ην εν αντιθέσει προς το του Χολιαστού, περί ου ουκ ολίγα εν τοις πρόσθεν ελέχθησαν. Κατά περίεργον σύμπτωσιν και ο Σιγαλός απουσίαζε τη ώρα εκείνη εκ του χανίου του, ώσπερ και ο Χολιαστός, η δε κυρία Σιγαλού, αντιθέτου χαρακτήρος της ομοτέχνου αυτής κυρίας Χολιαστού, μετά δυσκολίας εκινείτο, ίνα προσφέρει ημίν ό,τι εζητούμεν. Το δε πάντων περιεργότατον, εστερείτο το χανίον τούτο, πλην πολλών άλλων και αυτού του οίνου. Εζητήσαμεν ίνα μας μαγειρεύση δύο ορνίθια, πλην η ευαίσθητος κυρία Σιγαλού, λυπουμένη προφανώς αυτά, οτέ μεν επροφασίζετο ότι εκούρνιασαν και δεν δύναται να τα συλλάβη, οτέ δε ότι ήσαν μικρά και τα παρόμοια, προύτεινε δε ημίν ίνα αντί τούτων μας μαγειρεύση ολίγες τρυφεράδες, πράγμα άγνωστον ημίν, και μόλις μετ' επανειλημμένας ερωτήσεις ερμηνευθέν παρά γειτονίσσης παρατυχούσης, ότι εσήμαινε χλωρά φασόλια, άτινα δεν ονομάζουσι με το αληθές αυτών όνομα, διότι νομίζουσι την λέξιν απρεπή και ολίγον αισχράν. Ευτυχώς γείτων παρεμβάς, συνέλαβεν αλέκτορα, ον εθυσιάσαμεν ουχί τω Ασκληπιώ, αλλ' ημίν αυτοίς και μαγειρεύσαντες μόνοι, δια το μη είναι εξησκημένην την κυρίαν Σιγαλού εις τούτου είδους μαγειρικήν, ως έλεγε, μετεβάλαμεν αυτόν εις πιλάφιον εκλεκτόν, προμηθευθέντες την όρυζαν εκ Καλυβίων συν τω οίνω επ' αμοιβή ιδία τής την εκδρομήν ταύτην επίτηδες ποιησάσης γυναικός. [...] Εν τούτω τω μεταξύ ήλθε και ο γέρων Σιγαλός, όστις, αντί να η, ως ο συνάδελφος αυτού Χολιαστός, ονόματι και πράγματι Σιγαλός, εξ εναντίας ην θορυβωδέστατος και επιθετικώτατος, (μέχρι απειλών όμως), κατά της συζύγου αυτού, καθό μη προθυμοποιησάσης, δήθεν, να μας περιποιηθεί επαρκώς, ως φίλους του εκ Δημητσάνης συστήσαντος ημάς αυτώ φίλου. Τότε εξηγήθη ημίν το αλλόκοτον φαινόμενον της ελλείψεως του οίνου εκ του χανίου! Η γραία, ίνα επιβάλη αυτώ σιωπήν, οσάκις επέτεινε την επιτιμητικήν αυτού φωνήν πέραν του ανεκτού ορίου, στρεφομένη προς αυτόν αποτόμως, τω έλεγε: "Μη μεγαλοφωνής, σου λέου!" και πάραυτα ο γέρων επί τινας στιγμάς εγίνετο Σιγαλός, ίνα εκ νέου επιτεθή κατ' αυτής, ως η πυρκαϊά, ήτις, καταπραϋνομένη προς στιγμήν εκ του επιχεομένου ύδατος, αναδίδει μείζονας μετ' ολίγον φλόγας. Μόνη δε η μετ' ολίγον, περί ώραν 9 μ.μ., αρξαμένη έκλειψις της σελήνης (30 Ιουνίου) και η ετοιμασία προς εδωδήν του ετοίμου ήδη πιλαφίου, ου η ευάρεστος οσμή προσέβαλε και αυτήν την υπό του ταμβάκου κατακεκαυμένην βλεννομεμβράνην της ρινός του Σιγαλού, διέκοψαν βιαίως την μεταξύ του ζεύγους των Σιγαλών μεν ονόματι, θορυβωδών δε πράγματι, διαδικασίαν, ο δε γέρων προσκληθείς εκαθέσθη παρά την υπαίθριον ημών τράπεζαν, υπό το φέγγος της ολονέν μειουμένης σελήνης, όπερ αντεκατέστησεν εν μέρει λύχνος, κομισθείς υπό της σιγαλής τότε κυρίας Σιγαλού, επί λυχνοστάτου ερειδόμενος.  Μετά το δείπνον, κατακλισθέντες εις ύπνον εν υπαίθρω, διότι εν τω χανίω ανέμενον ημάς πολλαί των του Φαραώ πληγών, εξηγέρθημεν τη 2α π.μ. ώρα και τυχόντες της ευκαιρίας, ίνα συνοδοιπορήσωμεν μετά χωρικού εκ Γεωργιτσίου ανεχωρήσαμεν, κατευθυνόμενοι εις Σπάρτην, έχοντες κατά πλείστον της οδού προς αριστεράν τον μεγαλοπρεπή και ολονέν αυξανόμενον εκ των εν τοις πέριξ αναβλυζόντων υδάτων Ευρώταν, ον οι περίοικοι καλούσι Νίριν (Ίριν), όπως πολλαχού καλούσι την ουράν νουράν, την Ύδραν Νύδραν, τον ιατρόν νιατρόν, την καμήλαν γκαμήλαν κτλ.
Πελλ. Α - Πελλ. Β

10.13. Γ-17) Η Β. Λακωνία σε κείμενα ξένων περιηγητών: Καρλ Μπαίντεκερ

 Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από έναν Γερμανό περιηγητή (γεννήθηκε το 1801 και απεβίωσε το 1859) και εκδότη ταξιδιωτικών οδηγών για τουρίστες, που μεταφράστηκαν και σε άλλες γλώσσες. Εκτός από τα γνωστά χωριά της Β. Λακωνίας αναφέρει και το χωριό Βουτούχο. Παράλληλα, κάνει και αναφορά στην αρχαία Πελλάνα, όταν βλέπει τα αρχαία ερείπια στην περιοχή μας, αλλά τελικώς δεν τα ταυτίζει με αυτήν (επειδή στην προηγούμενη σελίδα του βιβλίου του αναφέρεται σε μια νοτιότερη περιοχή του κάμπου μας κοντά στον Ευρώτα, όπου όπως και άλλοι περιηγητές της εποχής θεωρούσαν ότι βρισκόταν η αρχαία πόλη).



18) Karl Baedeker, "Greece: Handbook for travellers", London 1894, 
εκδ. K. Baedeker, κεφ. 38, σελ. 286:
 We continue to traverse the pleasant plain, gradually ascending, crossing several brooks, and keeping generally at some distance from the river. On the mountain-slopes to the W. lie the villages of Vordonia, Kastri (with a convent), Kastania, Georgitsi (1960 inhab.), and Agoryani, while to the E. of the Eurotas is Koniditsa. In 1 3/4 hr. we reach the Georgitsanika Kalyvia, beside which rises a copious spring among trees, with remains of an ancient coping. Some ancient and mediaeval ruins have been found on the hill close by, and several old tombs in the plain. The name of this ancient place is, however, unknown, for Pellana is the only city in this district mentioned by Pausanias, and it lay 100 stadia or about 4 hrs. from Belemina, mentioned below.
 About 3/4 hr. farther, after we have quitted the course of the river, a second spring rises near the village of Voutoukos, which lies to the right of the track, and this also seems to have been carefully enclosed in antiquity, to judge from the ancient masonry under the neighbouring plane-trees. We then cross some hilly land bordering the Eurotas, traverse a small plain yielding wine and maize, cross the stream of Longaniko, which is often terribly flooded, and reach the base of the conspicuous conical hill of Chelmos. Here lies the Khan of Chelmos (1 3/4 hr. from the spring at Voutoukos) belonging to the village of Longaniko, which lies to the W. among the mountains, 3 M. above the point where we cross the stream.
Μετάφραση
Καρλ Μπαίντεκερ, "Ελλάδα: Εγχειρίδιο για ταξιδιώτες", Λονδίνο 1894, 
εκδ. K. Baedeker, κεφ. 38, σελ. 286:
 Συνεχίζουμε να διασχίζουμε την ευχάριστη πεδιάδα, που σταδιακά ανηφορίζει, διασχίζοντας αρκετά ρυάκια, και προχωρώντας γενικά σε κάποια απόσταση από τον ποταμό. Στις ορεινές πλαγιές προς Δ. βρίσκονται τα χωριά Βορδόνια, Καστρί (με γυναικείο μοναστήρι), Καστανιά, Γεωργίτσι (1960 κάτοικοι), και Αγόριανη, ενώ ανατολικά του Ευρώτα είναι η Κονιδίτσα. Σε 1 3/4 ώρες φθάνουμε στα Γεωργιτσιάνικα Καλύβια, δίπλα από τα οποία αναβλύζει μια πλούσιο πηγή ανάμεσα στα δέντρα, με ερείπια ενός αρχαίου τείχους. Μερικά αρχαία και μεσαιωνικά ερείπια βρίσκονται επάνω σε κοντινό λόφο, και αρκετοί παλαιοί τάφοι στην πεδιάδα. Το όνομα αυτού του αρχαιολογικού χώρου είναι, ωστόσο, άγνωστο, ενώ η Πελλάνα είναι η μόνη πόλη στην περιοχή αυτή που αναφέρεται από τον Παυσανία, και βρισκόταν 100 στάδια ή περίπου 4 ώρες από την Βελεμίνα, που αναφέρεται παρακάτω.
 Περίπου 3/4 της ώρας μακρύτερα, αφού εγκαταλείψαμε την πορεία δίπλα στον ποταμό, μια δεύτερη πηγή αναβλύζει κοντά στο χωριό Βουτούχος, που βρίσκεται στα δεξιά του δρόμου, και αυτή φαίνεται επίσης να έχει περικλειστεί προσεκτικά στην αρχαιότητα, αν κρίνουμε από την αρχαία τοιχοποιία κάτω από τα γειτονικά πλατάνια. Διασχίζουμε έπειτα κάποιες λοφώδεις εκτάσεις που συνορεύουν με τον Ευρώτα, περνάμε μέσα από μια μικρή πεδιάδα που παράγει κρασί και καλαμπόκι, διασχίζουμε το ρέμα του Λογκανίκου, το οποίο συχνά είναι φοβερά πλημμυρισμένο, και φθάνουμε στους πρόποδες του ευδιάκριτου κωνικού λόφου του Χελμού. Εδώ βρίσκεται το Χάνι του Χελμού (1 3/4 ώρες από την πηγή του Βουτούχου) που ανήκει στο χωριό Λογκανίκος, το οποίο βρίσκεται προς Δ. ανάμεσα στα βουνά, 3 μίλια επάνω από το σημείο όπου διασχίσαμε το ρέμα.
Πελλ. Α - Πελλ. Β

10.12. Γ-16) Η Β. Λακωνία σε κείμενα ξένων περιηγητών.

 Στο κείμενο αυτό, στο οποίο γίνεται αρχαιολογική μελέτη για την περιοχή μας, διαπιστώνουμε ότι γίνεται σωστή ταύτιση της αρχαίας Πελλάνας με το χωριό μας, το οποίο αναφέρεται ως Καλύβια Γεωργιτσίου, ενώ παράλληλα περιγράφονται τόσο το Παλαιόκαστρο όσο και οι θολωτοί λαξευτοί τάφοι...

16) The society for promotion of Hellenic studies, "The Journal of Hellenic Studies (JHS)", volume XV,
Nendeln / Liechtenstein 1895, εκδ. Kraus Reprint του 1971, σελ. 45-46:
 Pellana was one of the towns of the Lakonian 'Tripolis'; and, since the Tripolis is defined as being 'Laconici agri, qui proximus finem Megalopolitaruui est', it must have extended as far as the frontier. There is therefore little doubt that Belmina was another of its component towns. The name of the third town is a matter of some doubt. Both Aegys and Karystus have been suggested; and the latter view is by far the more probable of the two. For, though the term 'Aegytid' appears to have been sometimes used in a wide sense and to have included Belmina, it is in other passages distinguished from the Belminatid; and Paus. viii. 34. 5 shows clearly that 'Aegytid' in its narrower sense was the designation of the valley lying west of the northern end of the Taygetus range, - the valley whose northern portions are overlooked by the charming little town of Leondari. It may therefore be taken for certain that Aegys itself was in that valley, not in the Eurotas valley south of Belmina. But whatever may have been the name of the third town of the Tripolis, - Karystus is the most plausible guess - topographers are probably right in placing it at the 'Kalyvia of Georghìtsi', - a village which one reaches, on one's northward journey, rather more than an hour after passing the supposed site of Pellana. At the Kalyvia there is another fine 'Kephalovrysis' (head-spring).
   The evidences of antiquity here are as follows :
 (1) There is an acropolis, - a low, rocky hill, steep of approach on all sides except the east, - surrounded at the top, and to some extent lower down also, by remains of walls, for the most part of late date, but among which there are some traces of probable Hellenic work.(*)
 (2) The acropolis just described lies immediately left of the path to Megalopolis. A little farther on, - still just left of the path, - are two circular caves, cut in the soft rock, with roofs of the beehive shape. The diameter of one of them, which I measured, is approximately 18 ft., and the height some 10 ft.; and the other must be of about the same size. These caves, which I suppose to be tombs, were courteously shown me by Mr. Γκουζούλης, the demarch of Georghìtsi. They might possibly repay excavation.
 (3) In the village I bought a large number of coins, - most of them unfortunately of late date, Roman and Byzantine ; none which could serve as a clue to the ancient name of the place.
 There is but little pottery about. The place was therefore probably a small one, - perhaps little more than a fort.
 Half an hour beyond the 'Kalyvia of Georghìtsi' there is another 'Kephalòvrysis', gushing freely from beneath some rocks on the left of the path. The water of this spring is retained, so as to form a pool some 12 ft. x 17 ft. but of irregular shape, by the remains of an ancient wall of large hewn stones.
 Hence to the 'khan of Longanìko', in the 'Belminatid' territory, which I have already discussed, is a journey of about an hour and a half (for a fast walker an hour and a quarter). The path takes one first through a region commonly known as the 'Agrapithòkambos' ('wild-pear region'), and then through one called 'Goumaròkambos'; the latter being a beautiful pass where the sides of the hills both to left and right are richly clothed with arbutus (γούμαρο).
  (*) An old well, completely filled up, has also been recently discovered at the east end of the acropolis, just below the crown of the hill. It is about six feet in diameter, and is cut chiefly in soft rock. The diameter has excavated it to a depth of some 30 feet in hope of finding treasure.
μετάβαση στο πρωτότυπο κείμενο
Μετάφραση
Κοινότητα προώθησης των ελληνικών σπουδών, "Ημερολόγιο ελληνικών σπουδών", τόμος 15,
Νέντελν / Λιχτενστάιν1895, εκδ. Kraus Reprint του 1971, σελ. 45-46:
  Η Πελλάνα ήταν μία από τις πόλεις της Λακωνικής «Τρίπολης» και, αφού η Τρίπολη ορίζεται ότι είναι "Λακωνικοί αγροί, που στο απώτατο όριο είναι Μεγαλοπολίτικοι", πρέπει να επεκταθεί έως τα σύνορα. Υπάρχει ως εκ τούτου μικρή αμφιβολία ότι η Βελ[ε]μίνα ήταν η μία από τις πόλεις που την αποτελούσαν. Το όνομα της τρίτης πόλης είναι ένα θέμα κάποιας αμφιβολίας. Τόσο η Αιγίς όσο και η Κάρυστος έχουν προταθεί, ενώ η τελευταία άποψη είναι μακριά από την πιο πιθανή εκ των δύο. Γιατί, αν και ο όρος "Αιγίτιδα" φαίνεται να έχει μερικές φορές χρησιμοποιηθεί με την ευρεία του έννοια και να έχει συμπεριλάβει την Βελ[ε]μίνα, σε άλλα χωρία διαχωρίζεται από την Βελ[ε]μινάτιδα, ενώ ο Παυσανίας (βιβλ. viii. κεφ. 34. 5) δείχνει σαφώς ότι η «Αιγίτιδα» στην στενότερη έννοιά της ήταν η ονομασία της κοιλάδας που βρίσκεται δυτικά του βόρειου άκρου της κορυφογραμμής του Ταϋγέτου, - την κοιλάδα της οποίας τα βόρεια τμήματα φαίνονται από την γοητευτική μικρή πόλη Λεοντάρι. Επομένως μπορεί να θεωρηθεί με βεβαιότητα ότι η Αιγίς η ίδια ήταν σε εκείνη την κοιλάδα, όχι στην κοιλάδα του Ευρώτα νότια της Βελ[ε]μίνας. Αλλά όποιο και να ήταν το όνομα της τρίτης πόλης της Τρίπολης, - Karystus είναι η πιο εύλογη εικασία - οι τοπογράφοι είναι πιθανόν δίκαιοι τοποθέτοντάς την στα «Καλύβια του Γεωργιτσιού», - ένα χωριό που φτάνει κάποιος, ταξιδεύοντας από τον βορρά, λίγο περισσότερο από μία ώρα αφού περάσει την υποτιθέμενη περιοχή της Πελλάνας. Στα Καλύβια υπάρχει άλλη μία «Κεφαλόβρυση» (κεφαλο-πηγή).
  Τα αποδεικτικά στοιχεία της αρχαιότητας εδώ είναι τα εξής:
  (1) Υπάρχει μια ακρόπολη - ένα μικρό, βραχώδες ύψωμα, απότομο στην προσέγγιση σε όλες τις πλευρές εκτός από τα ανατολικά - που περιβάλλεται στην κορυφή, και σε κάποιο έκταση χαμηλότερα επίσης, με υπολείμματα τειχών, κατά το μεγαλύτερο μέρος από την πρόσφατη εποχή, αλλά και μεταξύ των οποίων υπάρχουν κάποια ίχνη από έργα πιθανόν Ελληνιστικής εποχής.
  (2) Η ακρόπολη που μόλις περιγράψαμε βρίσκεται αμέσως αριστερά από το δρόμο για την Μεγαλόπολη. Λίγο πιο πέρα - επίσης ακριβώς αριστερά από το δρόμο, - υπάρχουν δύο κυκλικές σπηλιές, σκαμμένες στο μαλακό βράχο, με στέγες σε σχήμα κυψέλης. Η διάμετρος μιας εξ αυτών, την οποία μέτρησα, είναι περίπου 18 πόδια, και το ύψος περίπου 10 πόδια, ενώ η άλλη πρέπει να είναι περίπου στο ίδιο μέγεθος.Αυτές τις σπηλιές, που υποθέτω ότι είναι τάφοι, μου τις παρουσίασε με αβρότητα ο κ. Γκουζούλης,  ο πρόεδρος του Γεωργιτσιού. Θα μπορούσαν ενδεχομένως να φανούν χρήσιμες σε ανασκαφή.
  (3) Στο χωριό αγόρασα ένα μεγάλο αριθμό νομισμάτων - τα περισσότερα από αυτά δυστυχώς είναι της πρόσφατης εποχής, ρωμαϊκά και βυζαντινά, κανένα από αυτά δεν θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως στοιχείο για το αρχαίο όνομα του τόπου.
 Υπάρχει αλλά ελάχιστη σχετική αγγειοπλαστική. Ο τόπος ήταν επομένως πιθανόν ένα μικρό - ίσως και λίγο περισσότερο από ένα οχυρό.
 Μισή ώρα μετά τα «Καλύβια του Γεωργιτσίου» υπάρχει μια άλλα "Κεφαλόβρυσις", που αναβλύζει ελεύθερα από κάτω από κάποια βράχια στα αριστερά του μονοπατιού. Το νερό αυτής της πηγής συγκρατείται, έτσι ώστε να σχηματίζει μια πισίνα περίπου 12 πόδια x 17 πόδια, αλλά με ακανόνιστο σχήμα, από τα ερείπια ενός αρχαίου τοίχου με μεγάλες πελεκημένες πέτρες.
 Από εδώ ως το "χάνι του Λογκανίκου", στην περιοχή της Βελ[ε]μινίτιδας, για την οποία έχω ήδη μιλήσει, είναι ένα ταξίδι περίπου μιάμιση ώρας (για ένα γρήγορο περιπατητή μια ώρα και ένα τέταρτο). Ο δρόμος περνάει πρώτα μέσα από μια περιοχή κοινώς γνωστή ως «Αγραπιδόκαμπος» (δηλ. «τόπος της αγρια-αχλαδιάς»), και έπειτα μέσα από μια περιοχή που ονομάζεται «Γουμαρόκαμπος», η τελευταία είναι ένα όμορφο πέρασμα όπου οι πλευρές των λόφων τόσο προς τα αριστερά όσο και στα δεξιά είναι πλουσιοπάροχα ντυμένες με κουμαριές (γούμαρο).

  (*) Ένα παλιό πηγάδι, εντελώς γεμάτο, έχει επίσης προσφάτως ανακαλυφθεί στο ανατολικό άκρο της ακρόπολης, ακριβώς κάτω από την κορυφή του λόφου. Είναι περίπου έξι πόδια σε διάμετρο, και είναι σκαμμένο κυρίως σε μαλακό βράχο. Η διάμετρος έχει ανασκαφεί σε βάθος περίπου 30 μέτρα με την ελπίδα να βρεθεί θησαυρός.
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

10.11. Γ-15) Ξένοι περιηγητές: Κόνραντ Μπουρσιάν.

 Το κείμενο αυτό προέρχεται από έναν Γερμανό πανεπιστημιακό καθηγητή της φιλολογίας και της αρχαιολογίας καθώς και περιηγητή (γεννήθηκε το 1830 και απεβίωσε το 1883), ο οποίος κάνει το λάθος και τοποθετεί την αρχαία Πελλάνα σε μια περιοχή κοντά στο Βιβάρι.

15) Conrad Bursian, "Geographie von Griechenland", Leipzig 1872, εκδ. Teubner, τόμος 2, σελ. 113-115:
2. Lakonien: Eurotasthal.
 [...] Diese Strasse zieht sich zunächst etwa 2 1/2 Stunden lang oberhalb des rechten Flussufers auf den Vorhöhen des Taygeton hin, bis sie eine nicht unbedeutende Ebene, die grösste des obern Eurotasthales, erreicht, die sich in verschiedener Breite auf beiden Ufern des Flusses über eine Stunde weit von Nord nach Süd erstreckt. Den nördlichen Abschluss derselben bildet ein vom Taygeton nach dem Eurotas sich hinziehender niedriger Hügelrücken zwischen den Dörfern Georgitzi und Pardali, auf welchem die Ruinen eines mittelalterlichen Schlosses auf hellenischem Unterbau stehen und unterhalb dessen man auch in der Ebene Reste einer alten Ortschaft findet. Ohne Zweifel war dies die zweite Ortschaft der Tripolis, wahrscheinlich das alte Aegys, das sehr frühzeitig durch die Spartiatischen Könige Archelaos und Charillos zerstört, dessen Name aber (Aegytis) der ganzen Gegend zu beiden Seiten des oberen Taygeton, die halb zu Arkadien halb zu Lakonien gehörte, geblieben war: an die Stelle des alten Hauptortes scheint später Karystos, eine durch ihren Weinbau bekannte Ortschaft, getreten zu sein. Im Süden wird jene Ebene abgeschlossen durch den breiten nach Westen vortretenden Βerg von Vurlia, dessen westlicher Fuss fast unmittelbar vom Eurotas bespült wird, während die Strasse nahe dem rechten Ufer zwischen diesem und den Vorhügeln des Taygeton hinläuft. Auf zwei gegen Nordwest vorgeschobenen Höhen des Berges von Vurlia liegen zwei einzelne Kapellen (des heiligen loannis und des heiligen Dimitrios), östlich davon in einer Schlucht Reste eines mittelalterlichen Castells; am westlichen Fusse jener Höhen entspringen zwei sehr wasserreiche Quellen, welche zusammen einen kleinen Teich bilden und dann in den Eurotas abfliessen. Eine halbe Stunde weiter südlich findet man Spuren alter Mauern, die sich quer über den Weg ziehen, also offenbar einer auf förmlichen Verschluss der Strasse abzielenden Befestigung angehören; Reste einer zweiten Befestigung von geringerer Ausdehnung (wohl eines blossen Wartthurmes) finden sich wieder eine halbe Stunde weiter südlich in der Nähe der noch eine starke Stunde von Sparta entfernten neueren Eurotas-Brücke (του Κόπανου το γεφύρι), über welche jetzt der Hauptweg aus dem Eurotas- nach dem Oinusthale (über den südlichsten Theil des Berges von Vurlia) und weiter nach dem südöstlichen Arkadien führt und die füglich als der Abschluss des oberen Eurotasthales betrachtet werden kann. Jene Mauerspuren gehören wahrscheinlich dem von Pausanias (ΙΙI, 21, 2) erwähnten χαράκωμα an, einem Bollwerke zum Schutze der Ebene von Sparta gegen Einfälle von Norden her, und auf dem nordwestlichsten Theile des Berges von Vurlia wird Pellana oder Pellene zu suchen sein, die dritte Stadt der Tripolis, von welcher Pausanias (a. a. 0.) nur noch ein Heiligtum des Asklepios und zwei Quellen, Pellanis und Lankeia genannt, der Erwähnung werth findet. Ungefähr gegenüber der vorauszusetzenden Stelle der Stadt findet man in der Nähe des rechten Flussufers Reste einer auf Bogen ruhenden Wasserleitung, welche in der römischen Zeit von den Vorbergen des Taygeton Wasser nach Sparta führte. [...]
Μετάφραση
Κόνραντ Μπουρσιάν, "Γεωγραφία της Ελλάδας", Λειψία 1872, εκδ. Teubner, τόμος 2, σελ. 113-115:
2. Λακωνία: Η κοιλάδα του Ευρώτα.
 [...] Αυτός ο δρόμος διέρχεται περίπου 2 1/2 ώρες πάνω από την δεξιά όχθη στα υψώματα του Ταϋγέτου, μέχρι να φθάσει σε μια καθόλου ασήμαντη πεδιάδα, την μεγαλύτερη στην άνω κοιλάδα του Ευρώτα, που εκτείνεται σε διαφορετικό πλάτος και στις δύο όχθες του ποταμού  πάνω από μια ώρα μακριά από βορρά προς νότο. Το βόρειο άκρο της από τον Ταΰγετο μέχρι τον Ευρώτα δημιουργεί ένα εκτεταμένο χαμηλό λοφίσκο ανάμεσα στα χωριά Γεωργίτσι και Παρδάλι, όπου βρίσκονται τα ερείπια ενός μεσαιωνικού ανακτόρου πάνω σε θεμέλια ελληνιστικής εποχής και κάτω από το οποίο βρίσκονται επίσης τα ερείπια ενός αρχαίου οικισμού. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή ήταν η δεύτερη πόλη της Τρίπολης, πιθανότατα η παλαιά Αιγίς, η οποία καταστράφηκε πολύ νωρίς από τους Σπαρτιάτες βασιλείς Αρχέλαο και Χαρίλλο, και της οποίας έχει απομείνει το όνομα (Αιγίτιδα) για όλη την περιοχή και από τις δύο πλευρές του άνω Ταϋγέτου, η οποία ανήκε κατά το ένα ήμισυ στην Αρκαδία και κατά το άλλο ήμισυ στην Λακωνία: στη θέση του παλαιού κύριου οικισμού εμφανίζεται αργότερα η Κάρυστος, μια πολύ γνωστή περιοχή λόγω του κρασιού της. Στα νότια η πεδιάδα αυτή ολοκληρώνεται από το προς δυσμάς εμφανιζόμενο βουνό του Βουρλιά, του οποίου οι δυτικοί πρόποδες βρέχονται σχεδόν από τον Ευρώτα, ενώ ο δρόμος διέρχεται κοντά από την δεξιά όχθη ανάμεσα σε αυτήν και τα υψώματα του Ταϋγέτου. Σε δύο προς τα βορειοδυτικά εισερχόμενα υψώματα του βουνού Βουρλιά βρίσκονται δύο εκκλησάκια (του Αγίου Ιωάννη και του Αγίου Δημητρίου), ανατολικά σε μια χαράδρα τα ερείπια ενός μεσαιωνικού κάστρου, ενώ στους δυτικούς πρόποδες των δύο αυτών υψωμάτων αναβλύζουν δύο πολύ πλούσιες σε νερό πηγές, που σχηματίζουν από κοινού μια μικρή λιμνούλα και στη συνέχεια εισρέουν στον Ευρώτα. Μισή ώρα νοτιότερα βρίσκονται τα ίχνη αρχαίων τειχών, τα οποία διασχίζουν κάθετα το δρόμο, και επομένως ανήκουν μάλλον σε έναν δρόμο που τερματίζει σε οχυρό, ενώ τα ερείπια ενός δεύτερου οχυρού μικροτέρων διαστάσεων (πιθανώς ένα απλό παρατηρητήριο) βρίσκονται πάλι μισή ώρα νοτιότερα κοντά στην, μιας ώρας μακριά από τη Σπάρτη, νεότερη γέφυρα του Ευρώτα (του Κόπανου το γεφύρι), πάνω στην οποία οδηγεί η κεντρική οδός από τον Ευρώτα - προς την κοιλάδα του Οινούντα (το νοτιότερο μέρος του βουνού Βουρλιά) και κατόπιν προς την νοτιοανατολική Αρκαδία και μπορεί επομένως να θεωρηθεί ως το κλείσιμο της άνω κοιλάδας του Ευρώτα. Αυτά τα ερείπια του τείχους  ανήκουν μάλλον στο από τον Παυσανία (iii, 21, 2) αναφερόμενο χαράκωμα, ένα προπύργιο για την προστασία της πεδιάδας της Σπάρτης από την εισβολή από τον βορρά, και επιπλέον στο βορειοδυτικό μέρος του βουνού Βουρλιά πρέπει να αναζητηθεί η Πελλάνα ή Πελλήνη, η τρίτη πόλη της Τρίπολης, για την οποία ο Παυσανίας βρήκε ως άξια αναφοράς μόνο ένα ιερό του Ασκληπιού και δύο πηγές, που ονομάζονται Πελλανίδα και Λαγκεία. Περίπου απέναντι από το υποτιθέμενο σημείο της πόλης, βρίσκουμε κοντά στην δεξιά όχθη του ποταμού υπολείμματα ενός αχρησιμοποίητου αγωγού νερού που στηρίζεται σε καμάρα, ο οποίος κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους έφερνε νερό από τους πρόποδες του Ταϋγέτου προς την Σπάρτη. [...]
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

10.10. Γ-14) Ξένοι περιηγητές: Μπάγιαρντ Τέυλορ.



Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από έναν Αμερικανό περιηγητή
ο οποίος ήταν ποιητής και κριτικός κειμένων (γεννήθηκε το 1825 και απεβίωσε το 1878).
Αυτός, λοιπόν, ο περιηγητής περιόδευσε και στην περιοχή μας 
καταγράφοντας τις εντυπώσεις του για τον Λογκανίκο.



14) Bayard Taylor, “Travels in Greece and Russia, with an excursion to Crete”,
Νέα Υόρκη 1859, κεφ. 16: 
 LEONDARI, where we passed the night, is on the frontier of Sparta, but still in Arcadia. […] 
 In the splendor of the day, every feature of the landscape had its clearest form and its richest coloring, and from the beds of daisy and crocus at our feet to the snowy pyramids of Taygetus, high above us, everything spoke of life and of Spring. There is a village called Longaniko, in a very wild position, high up under the very crest of the mountain, which supplies the Morea with physicians. The boys are even sent to France and Germany to complete their studies. During the day we met with numbers of peasants, driving asses laden with bundles of young mulberry and olive trees, from the nurseries of Sparta. There was refreshing evidence of improvement, in the amount of new ground brought under cultivation.  
μετάβαση στο πρωτότυπο κέιμενο
Μετάφραση 
Μπάγιαρντ Τέυλορ, “Ταξίδια στην Ελλάδα και στην Ρωσία, μαζί με μια εκδρομή στην Κρήτη”,
Νέα Υόρκη 1859, κεφ. 16: 
 Το Λεοντάρι, όπου περάσαμε τη νύχτα, είναι στα σύνορα της Σπάρτης, αλλά ανήκει στην Αρκαδία. […]
 Στο μεγαλείο της ημέρας κάθε χαρακτηριστικό του τοπίου είχε την σαφέστερη μορφή του και τον πλουσιότερο χρωματισμό, και από τις εκτάσεις με τις μαργαρίτες και τους κρόκους μπροστά στα πόδια μας μέχρι τις χιονισμένες πυραμίδες του Ταϋγέτου, ψηλά επάνω από εμάς, όλα μιλάνε για την ζωή και την άνοιξη. Υπάρχει ένα χωριό που ονομάζεται Λογκανίκος, σε μια πολύ άγρια θέση, αρκετά ψηλά και κάτω από την κορυφογραμμή του βουνού, ο οποίος τροφοδοτεί τον Μοριά με γιατρούς. Τα αγόρια αποστέλλονται ακόμα και στην Γαλλία και στην Γερμανία για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Κατά τη διάρκεια της ημέρας συναντήσαμε αρκετούς χωρικούς, που οδηγούσαν γαϊδούρια φορτωμένα με δεμάτια από νεαρές μουριές και ελιές από τα φυτώρια της Σπάρτης. Υπήρχαν εμφανείς ενδείξεις βελτίωσης, με βάση το ποσοστό του νέου εδάφους που τέθηκε υπό καλλιέργεια.
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

10.9. Γ-13) Ξένοι περιηγητές: Γουίλλιαμ Τζορτζ Κλαρκ.

 Το κείμενο αυτό προέρχεται από έναν Άγγλο φιλόλογο, κριτικό στα έργα του Σαίξπηρ και της κλασσικής φιλολογίας καθώς και  περιηγητή (γεννήθηκε το 1821 και απεβίωσε το 1878), ο οποίος μας περιγράφει με αρκετές λεπτομέρειες την επίσκεψή του στην Καστανιά (Καστόρειο) καθώς και τους ανθρώπους που συνάντησε εκεί, αλλά και έξω από την Βορδώνια, όπως και στο ταξίδι του γενικά στην ευρύτερη περιοχή μας, ανεβαίνοντας στον Ταΰγετο με κατεύθυνση την Καλαμάτα.

13) William George Clark, "Peloponnesus: Notes of study and travel", Λονδίνο 1858, 
εκδ. John W. Parker and son, κεφ. 12, σελ. 191-195:
 [...] There is a pass leading over into Messenia between St. Elias and another summit to the right, which is perhaps the Euoras of Pausanias. This was the route we wished to take; but our guide made so many difficulties, alleging, first, that it was still impracticable, owing to the snow; next, that we must get mules or donkeys without shoes to carry our baggage over the steep and slippery rocks, which mules or donkeys were not to be had for love or money, seeing that it was a point of conscience with them to spend Easter Sunday at home, &c. &c, that we finally yielded, and agreed to take a lower path to the northward, under the peak of Malevo, sleeping the first night at Kastania, a lofty mountain-hamlet. We left Sparta at two o'clock in the afternoon of Friday, April 25. Our way lay along the banks of the Eurotas. We passed many groups of gaily-dressed villagers returning from the fair at Sparta. After riding along the right bank of the Eurotas for an hour and a half, we came to a stream which flowed from Taygetus to join the main river, under a dense growth of ilex and various low trees, over which trailed clematis and wild vine. At this time our conductor was far behind with the baggage, and had left us to our own instincts and reason. The latter faculty suggested that we should follow the path to the left, which seemed the better tracked; the former faculty made us feel that the valley up which it led was uncommonly charming; so we turned off, without reflecting that we had no good ground for assuming it to be the way to Kastania. By-and-bye we overtook an old man, of whom we made inquiries - for by this time we were able to carry on a rudimentary conversation in the modern jargon - and received for answer the pleasing intelligence that we were not on the right track for Kastania, but for Bordonia, a village which we might see on the side of the hill some miles farther on. I observed that, in pronouncing this word, he gave to the initial letter the ordinary b sound, not v, after the modern Greek fashion; and, if I mistook not, other peasants of the district in other words pronounced the β in the same way. If so, the old and true pronunciation (1) survives in a provincial peculiarity. The old man regarded us with no small curiosity. Πόπου είσθε την πατρίδα; he asked, ' Where do you live when you are at home ?' ' England.' - ' What business have you at Kastania?' 'Nothing; only to see it.' - Our replies were received with a prolonged and significant shrug of the shoulders, which I interpreted to mean, ' What a couple of idiots you are to come, no one knows how far, to see Kastania, and to be riding about the hills at this time of day without a guide!' We began to be of the same opinion, and, as we followed a rugged, illtracked path to the right, which he pointed out to us, were speculating on the chances of passing the night shelterless and supperless on the mountain, when we heard a familiar voice shouting behind us, and were presently joined by Alexander, who, having sent on the baggage by the proper road, had been riding about in search of us in a high state of alarm and perplexity. All's well that ends well. We arrived at Kastania before it was dark, and by this little escapade enjoyed a succession of wide prospects, which would have been hid to us had we followed the beaten track. The slopes along which we were riding were one mass of pink and yellow flowers; and beyond this bright foreground we looked over the lower hills that lie about the valley of the Eurotas to the heights beyond, rising range over range, and overtopped in the far distance by the triple peaks of Parnon. It was a real April day, when showers and gleams chase each other through the sky, and sun and shadow flit across the landscape in a way that would give life and loveliness to the barest, blankest desert. Here, however, was infinite variety on the earth, as well as in the sky. Through the trailing skirts of the rain-cloud, whose shade steeped the valleys in dark purple, we could see the far-off summits bright with sunlight. Then a sudden shower sweeping by would blot out the vision of Parnon - his golden crown, his purple robe, and imperial state - and, as it passed away, exhibit him again tricked out in some new device, which in its turn changed and faded before one's fancy could fit it with a simile. We paused on the way to drink at a fountain, just above which, on a scarcely accessible ledge in a steep precipice, is a convent called Panaghia es to Pegàdi, 'our Lady at the fountain'. Close by, if I mistake not, are traces of old foundations, which perhaps mark the site of Derrion (Pans. iii. 20, 7).
 Kastania is a village of straggling houses half hidden in mulberry-trees. One is surprised to find the mulberry so high up on the mountain-side; but the situation is otherwise favourable, in a nook or fold of the hill, sheltered from the north winds and lying open to the sun. There is no trace of antiquity here. The houses are large and new, strongly but roughly built, with an air of rustic opulence about them. We occupied the first floor of one of the largest, which the family abandoned to us, stipulating with Alexander for remuneration. At one end there was a hearth and fireplace, round which the inmates generally slept; the rest of the long room was occupied with sacks of corn, casks, wood, and all manner of farming implements and household stuff. "While dinner was preparing I walked about the village, and was followed at a respectful distance by a crowd of young children making large eyes of wonder, but not saying a word; and returning to the house, I found all the elders of the place assembled, gazing in silent admiration at the culinary operations of Constantine and the treasures of Alexander's canteen. This scene was repeated whenever we came to any out-of the-way place, and our people seemed to have implicit confidence in the honesty of these curious rustics. On one occasion only was anything missing, and then it was the good wife of the house herself who was suspected of having broken the laws of the Hospitable Zeus.
 We left Kastania at six next morning. There was a bright sun shining, and a fresh wind blowing, as we rode up the mountain. The path winds with easy gradients over crumbling shale. [...] In two hours we reached the top of the pass, which I suppose to be between 4000 and 5000 feet above the sea; a level plain with gable ends of mountain on the right hand and on the left. Hence we looked over the bay of Kalamata - the Messenian gulf glassy smooth, but with a narrow rim of white where it swept inward in a long curve to join the flat beach. [...]
   (1) That the Greek β had anciently the sound of the English b, is proved by their using βη, βη to imitate the bleating of sheep. In a modern Greek poem which I have seen this sound is represented by μπε, μπε. This also shows that it was anciently pronounced like our a in 'fate.'
μετάβαση στο πρωτότυπο κείμενο
Μετάφραση
Γουίλλιαμ Τζορτζ Κλαρκ, "Πελοπόννησος: Σημειώσεις έρευνας και περιήγησης", Λονδίνο 1858, 
εκδ. John W. Parker and son, κεφ. 12, σελ. 191-195:
 [...] Υπάρχει ένα πέρασμα που οδηγεί από επάνω προς την Μεσσηνία ανάμεσα στον Προφήτη Ηλία και σε μια άλλη οροσειρά προς τα δεξιά, που είναι πιθανόν ο Ευόρας του Παυσανία. Αυτή ήταν η διαδρομή που θέλαμε να ακολουθήσουμε, αλλά ο οδηγός μας μάς πρόβαλε τόσες πολλές αντιρρήσεις, που προέρχονταν, πρώτον, από το ότι ήταν ανέφικτη, εξαιτίας του χιονιού, έπειτα, από το ότι θα έπρεπε να πάρουμε μουλάρια ή γαϊδούρια χωρίς πέταλα για να μεταφέρουν τις αποσκευές μας πάνω από τα απότομα και ολισθηρά βράχια, για τα οποία μουλάρια ή γαϊδούρια δεν ήταν θέμα αγάπης ή χρημάτων το να τα αποκτήσουμε, μιας και έβλεπε πως ήταν θέμα συνείδησης το να περάσουν την Κυριακή του Πάσχα στο σπίτι, κλπ. κλπ., ώστε τελικά υποχωρήσαμε και συμφωνήσαμε να ακολουθήσουμε μια χαμηλότερη διαδρομή προς το βορρά, κάτω από την κορυφή του Μαλεβού, κοιμόμενοι την πρώτη νύχτα στην Καστανιά, ένα χωριουδάκι πάνω σε ψηλό βουνό. Αναχωρήσαμε από την Σπάρτη στις δύο η ώρα το απόγευμα της Παρασκευής, 25 Απριλίου. Ο δρόμος μας εκτεινόταν κατά μήκος των οχθών του Ευρώτα. Προσπεράσαμε πολλές ομάδες εντυπωσιακά-ντυμένων χωρικών που επέστρεφαν από την εμποροπανήγυρη της Σπάρτης. Μετά από πορεία κατά μήκος της δεξιάς όχθης του Ευρώτα για μιάμιση ώρα, φτάσαμε σε ένα ρέμα που έρεε από τον Ταύγετο για να ενωθεί με το κύριο ποτάμι, μέσα από μια πυκνή βλάστηση πρίνων και διάφορων χαμηλών δένδρων, πάνω από το οποίο απλώνονταν η αγράμπελη και η άγρια κληματαριά. Αυτή την στιγμή ο οδηγός μας ήταν αρκετά πίσω με τις αποσκευές, και μας άφησε μόνους με το ένστικτο και την λογική μας. Η τελευταία σκέψη μας ήταν ότι θα έπρεπε να ακολουθήσουμε το μονοπάτι προς τα αριστερά, το οποίο φαινόταν να διαγράφεται καλύτερα, ενώ η προηγούμενη σκέψη μας έκανε να νιώσουμε ότι η κοιλάδα επάνω στην οποία οδηγούσε ήταν ασυνήθιστα γοητευτική, και γι' αυτό αλλάξαμε πορεία, χωρίς να υπολογίζουμε ότι δεν είχαμε κάποια καλή βάση για να υποθέσουμε ότι αυτός ήταν ο δρόμος για την Καστανιά. Προχωρώντας συναντήσαμε έναν γέρο, στον οποίο κάναμε ερωτήσεις - γιατί αυτή την στιγμή ήμασταν σε θέση να προβούμε σε έναν στοιχειώδη διάλογο στην σύγχρονη γλώσσα - και πήραμε ως απάντηση την ευχάριστη πληροφορία ότι δεν ήμασταν στον σωστό μονοπάτι για την Καστανιά, αλλά για την Βορδώνια, ένα χωριό που θα μπορούσαμε να δούμε από την πλευρά του λόφου μερικά μίλια πιο μακριά. Παρατήρησα ότι, στην προφορά αυτής της λέξης, έδωσε στο αρχικό γράμμα την συνήθη προφορά μπ, και όχι β, όπως στην νεοελληνική προφορά, και, αν δεν έκανα λάθος, άλλοι αγρότες της περιοχής σε μερικές λέξεις προφέρουν το β με τον ίδιο τρόπο. Αν είναι έτσι, η παλαιά και αληθινή προφορά (1) επιβιώνει ως επαρχιακή ιδιαιτερότητα. Ο γέρος μας αντιμετώπισε με καθόλου μικρή περιέργεια. "Πόπου είσθε την πατρίδα;", ρώτησε, "Πού μένετε, όταν είσαστε στην πατρίδα;" "Αγγλία" -"Τι δουλειά έχετε στην Καστανιά" «Καμία, μόνο για να την δούμε." - Οι απαντήσεις μας συνοδεύτηκαν από ένα μεγάλο και παρατεταμένο ανασήκωμα των ώμων του, το οποίο μετέφρασα με το εξής νόημα: "Τι ανόητοι που είσαστε κι οι δυο σας, που ήρθατε, ποιος ξέρει από πόσο μακριά, για να δείτε Καστανιά και να περιφέρεστε στους λόφους αυτή τη στιγμή της ημέρας χωρίς οδηγό!" Αρχίσαμε να έχουμε την ίδια γνώμη, και, καθώς ακολουθούσαμε ένα τραχύ και δυσκολοβάδιστο μονοπάτι προς τα δεξιά, το οποίο μας υπέδειξε, κάναμε εικασίες σχετικά με την πιθανότητα να περάσουμε την νύχτα στο βουνό άστεγοι και χωρίς δείπνο, όταν ακούσαμε μια γνώριμη φωνή να φωνάζει πίσω μας, και έπειτα συναντήσαμε τον Αλέξανδρο, ο οποίος, αφού έστειλε την αποσκευές από τον σωστό δρόμο, περιφερόταν προς αναζήτησή μας σε κατάσταση υψηλού συναγερμού και αμηχανίας. Τέλος καλό, όλα καλά. Φτάσαμε στην Καστανιά πριν έρθει το σκοτάδι, και μετά από αυτή την μικρή παρέκκλιση απολαμβάναμε μια σειρά από εκτεταμένες εικόνες, οι οποίες θα είχαν αποκρυβεί από εμάς αν είχαμε ακολουθήσει την πεπατημένη οδό. Οι πλαγιές κατά μήκος των οποίων προχωρούσαμε ήταν μία μάζα από ροζ και κίτρινα άνθη, και πέρα από αυτό το λαμπερό σκηνικό που βλέπαμε από τους χαμηλούς λόφους που εκτείνονται στην κοιλάδα του Ευρώτα μέχρι τα υψίπεδα πίσω, που ανυψώνονταν από κορυφή σε κορυφή, και υπερφαλαγγίζονταν σε μακρινή απόσταση από την τριπλή κορυφή του Πάρνωνα. Ήταν μια πραγματική ημέρα Απριλίου, όταν οι μπόρες και οι λάμψεις ακολουθούσαν η μία την άλλη μες στον ουρανό, ενώ ο ήλιος και οι σκιές φτερούγιζαν κατά μήκος του τοπίου με έναν τρόπο που θα έδινε ζωή και ομορφιά και στην πιο γυμνή και άδεια ερημιά. Εδώ, όμως, υπήρχε άπειρη ποικιλία τόσο στην γη όσο και στον ουρανό. Μέσα από τους συνεχόμενους κυματισμούς από σύννεφα βροχής, των οποίων η σκιά μπογιάτιζε τις κοιλάδες με βαθύ μωβ, μπορούσαμε να δούμε τις μακρινές κορυφές λαμπερές από το φως του ηλίου. Έπειτα έπεσε μια ξαφνική καταιγίδα σβήνοντας την θέα του Πάρνωνα - το χρυσό στεφάνι του, τον πορφυρό χιτώνα του και την αυτοκρατορική του όψη - και, όταν έφυγε μακριά, τον φανέρωσε πάλι με κάποιο νέο μαγικό κόλπο, που τον άλλαξε και τον εξαφάνισε με τις κινήσεις του πριν η φαντασία κάποιου μπορέσει να βρει ένα παρόμοιο τρόπο. Σταματήσαμε στον δρόμο για να πιούμε από μία πηγή, ακριβώς πάνω από την οποία, σε μια ελάχιστα προσβάσιμη προεξοχή ενός απότομου γκρεμού, είναι μια γυναικεία μονή που ονομάζεται Παναγία ειs το Πηγάδι, δηλ. "η Δέσποινά μας στο πηγάδι". Σε κοντινή απόσταση, αν δεν κάνω λάθος, υπάρχουν ίχνη παλαιών θεμελίων, που σηματοδοτούν πιθανόν την περιοχή του Δερρίου (Παυσανίας, βιβλ. iii. κεφ. 20, 7).
 H Καστανιά είναι ένα χωριό με σπίτια διασκορπισμένα και μισοκρυμμένα μέσα σε μουριές. Για κάποιον είναι έκπληξη να βρει μουριά τόσο ψηλά στην πλαγιά του βουνού, αλλά η τοποθεσία είναι κατά άλλον τρόπο ευνοϊκή, σε μια γωνιά ή πτυχή του λόφου, που προστατεύεται από τους βόρειους ανέμους και εκτείνεται ανοικτά προς στον ήλιο. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος αρχαιότητας εδώ. Τα σπίτια είναι μεγάλα και νέα, με ισχυρή και τραχεία κατασκευή, με έναν αέρα χωριάτικης χλιδής σ' αυτά. Εγκατασταθήκαμε στον πρώτο όροφο ενός από τα μεγαλύτερα σπίτια, που άφησε μια οικογένεια σε μας, κατόπιν συμφωνίας με τον Αλέξανδρο έναντι αμοιβής. Στο ένα άκρο υπήρχε μια εστία και ένα τζάκι, γύρω από τα οποία οι ένοικοι κοιμούνταν γενικώς, το υπόλοιπο από το μεγάλο δωμάτιο ήταν γεμάτο με σάκους από καλαμπόκι, βαρέλια, ξύλα και κάθε λογής γεωργικά εργαλεία και οικοσκευές. «Ενώ το δείπνο ετοιμαζόταν έκανα βόλτα στο χωριό, ενώ με ακολούθησε για μια σεβαστή απόσταση πλήθος μικρών παιδιών που έκαναν τα μάτια τους μεγάλα από την έκπληξη, αλλά δεν έλεγαν λέξη, και επιστρέφοντας προς στο σπίτι, βρήκα όλους τους γέροντες του τόπου να συναθροίζονται, ατενίζοντας με σιωπηλό θαυμασμό τις προσπάθειες μαγειρικής του Κωνσταντίνου και τους θησαυρούς της καντίνας του Αλεξάνδρου. Αυτή η σκηνή επαναλαμβάνεται κάθε φορά που φθάνουμε σε οποιοδήποτε εκτός του δρόμου μέρος, και οι δικοί μας φαίνονταν να έχουν έμμεση εμπιστοσύνη στην εντιμότητα αυτών των γεμάτων περιέργεια χωρικών. Σε μία περίπτωση μόνο έλειπαν όλα, και τότε ήταν η ίδια η καλή γυναίκα του σπιτιού που ήταν ύποπτη πως παραβίασε του νόμους του Ξένιου Δία.
 Αφήσαμε την Καστανιά στις έξι του επόμενου πρωινού. Υπήρχε ένας λαμπρός ήλιος που έλαμπε, και ένα φρέσκο αεράκι που φυσούσε, καθώς οδηγηθήκαμε προς στο βουνό. Το μονοπάτι ελίσσεται με εύκολες κλίσεις πάνω σε θρυμματισμένο σχιστόλιθο. [...] Σε δύο ώρες φτάσαμε στην κορυφή του περάσματος, το οποίο υποθέτω ότι είναι μεταξύ 4000 και 5000 πόδια πάνω από τη θάλασσα, μια επίπεδη πεδιάδα, με αετώματα του βουνού στα δεξιά και στα αριστερά. Από εδώ είδαμε επάνω από τον κόλπο της Καλαμάτας - τον Μεσσηνιακό κόλπο απαλό σαν γυαλί, αλλά με ένα στενό χείλος από λευκό χρώμα, που κυμάτιζε προς μέσα σε μια μακριά καμπύλη για να ενωθεί με την επίπεδη παραλία. [...]

  (1) Το ότι το ελληνικό β είχε στην αρχαιότητα την προφορά του αγγλικού b, αποδεικνύεται από την χρήση του "βη, βη" για την απομίμηση του βελάσματος των προβάτων. Σε ένα νεοελληνικό ποίημα που έχω δει αυτός ο ήχος αντιπροσωπεύεται από το "μπε, μπε". Αυτό επίσης δείχνει ότι εκείνο προφερόταν όπως το δικό μας a στην λέξη "fate".
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

10.8. Γ-12) Ξένοι περιηγητές: Βίλχελμ Βίσσερ.

 
 Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από έναν Ελβετό περιηγητή και καθηγητή της αρχαίας ελληνικής στο πανεπιστήμιο της πόλης Βασιλεία (γεννήθηκε το 1808 και απεβίωσε το 1874), ο οποίος εδώ κάνει το λάθος και ταυτίζει την αρχαία Πελλάνα με μια τοποθεσία που βρίσκεται προς την πηγή Βιβάρι του Ευρώτα (όπως πίστευαν και κάποιοι άλλοι εξερευνητές της εποχής). Προς το τέλος του αποσπάσματος διακρίνουμε σχεδόν σίγουρα ότι βρίσκεται στον λόφο Παλαιόκαστρο της Πελλάνας, αλλά δεν υποψιάζεται κάτι περισσότερο καθώς παρατηρεί τα τείχη και τον πύργο του, όπως λέει...



12) Wilhelm Vischer, "Erinnerungen und Eindrücke aus Griechenland", Basel 1857, σελ. 401-402:
 [...] Eine besondere Bedeutung erhielt die Gegend seit der Gründung von Megalopolis, dessen Gebiet an der Wasserscheide zwischen Eurotas und Alpheios an das spartanische stieß. Die große Heerstraße zwischen den beiden, fast in ununterbrochener Feindschaft lebenden Städten gieng hier durch, ja längere Zeit stritten diese sogar um den Besitz der Landschaft, die deshalb viel von Durchzügen und Verheerungen zu leiden hatte. An mehreren Stellen sieht man noch mehr oder weniger bedeutende Reste des Alterthums, die sich aber meist nicht mit vollkommener Sicherheit bestimmen lassen, da die Nachrichten, die wir haben, nur sehr dürftig sind. Schon etwa eine Viertelstunde oberhalb der Kopanosbrücke bemerkt man eine alte Befestigung und eine halbe Stunde weiter aufwärts ziehen Mauern quer über den Weg, die gewiß einst zum Schutze des Passes erbaut waren. Wieder etwa eine halbe Stunde weiter sieht man auf zwei einander sehr nahen Gipfeln, über dem linken Ufer des Flusses zwei Kirchen, deren Lage so in die Augen springt, daß der Gedanke nahe liegt, es möchte hier das alte Pellana gelegen haben, wie es denn auch hier vermuthet worden ist. Indessen haben sich Ruinen bisher auf der Höhe nicht gefunden, wohl aber läuft unterhalb des Berges am Flusse eine lange Mauer hin und ungefähr hier ist Pellana sicherlich zu suchen. Die Lage war für den Schutz des Weges sehr geeignet, da bis hieher das Thal meist eng ist, hier aber nun sich die größte der Ebenen dieses ganzen Gebietes ausdehnt, die man, nach einem auf dem linken Ufer gelegenen Dorfe, die Ebene von Koniditza nennt. Bald mehr, bald weniger breit reicht sie über eine Stunde weit nach Norden bis an einen vom Taygetos gegen den Eurotas auslaufenden, niedrigen Rücken, auf dem zwischen dem Dorfe Georgitzi und dem Eurotas die Ruinen einer Burg liegen. Unter spätem mittelalterlichem Gemäuer sieht man deutlich die hellenischen Grundlagen, und Spuren eines bewohnten Ortes ziehen sich unter dem Burghügel bis weit in die Ebene hinab. Von Sparta aus habe ich bis hieher vier Stunden gebraucht. [...]
μετάβαση στο πρωτότυπο κείμενο
Μετάφραση
Βίλχελμ Βίσσερ, "Αναμνήσεις και εντυπώσεις από την Ελλάδα", Βασιλεία 1857, σελ. 401-402
 [...] Μια ιδιαίτερη σημασία απέκτησε η περιοχή μετά από την ίδρυση της Μεγαλόπολης, της οποίας η περιοχή συνορεύει στην συμβολή των ποταμών Ευρώτα και Αλφειού με την σπαρτιατική. Από εκεί διερχόταν η μεγάλη στρατιωτική οδός ανάμεσα στις δύο πόλεις, που βρίσκονταν σε αδιάκοπη εχθρότητα, και μάλιστα για το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μάλωναν για την ιδιοκτησία της περιοχής, η οποία είχε ταλαιπωρηθεί αρκετά από τις λεηλασίες και τις καταστροφές. Σε πολλά σημεία βλέπουμε ακόμη περισσότερο ή λιγότερο σημαντικά απομεινάρια της αρχαιότητας, τα οποία συνήθως δεν μπορούν να καθοριστούν με απόλυτη σιγουριά, αφού οι πληροφορίες που έχουμε είναι αρκετά ελλιπείς. Ήδη μετά από ένα τέταρτο της ώρας πάνω από την γέφυρα του Κόπανου παρατηρούμε έναν παλιό πυργίσκο και μισή ώρα πιο ψηλά τείχη αποκόπτουν τον δρόμο, τα οποία κάποτε χτίστηκαν για την προστασία του περάσματος. Άλλη μισή ώρα αργότερα βλέπουμε επάνω σε δύο πολύ κοντινές περιοχές από την αριστερή όχθη του ποταμού δύο εκκλησίες, των οποίων η θέση χτυπάει τόσο πολύ στο μάτι, ώστε σου έρχεται στην σκέψη ότι μάλλον εκεί θα βρισκόταν η αρχαία Πελλάνα, όπως το έχουν υποψιαστεί. Αν και δεν έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα ερείπια, εντούτοις υπάρχει κάτω από το βουνό προς το ποτάμι ένα μακρύ τείχος και μάλλον εδώ πρέπει να ψάξει κανείς για την Πελλάνα. Η τοποθεσία ήταν κατάλληλη για την προστασία του δρόμου, γιατί η κοιλάδα είναι πολύ στενή σε αυτό το σημείο, αλλά εδώ τώρα εκτείνεται η μεγαλύτερη πεδιάδα σε ολόκληρη την περιοχή, η οποία σε συμφωνία με το χωριό που βρίσκεται στην αριστερή όχθη ονομάζεται πεδιάδα της Κονιδίτζας. Άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο φαρδιά καταλήγει σε μία ώρα προς τα βόρεια σε μια πλαγιά ανάμεσα στον Ταΰγετο και τον Ευρώτα, επάνω στην οποία βρίσκονται ανάμεσα στο χωριό Γεωργίτζι και τον Ευρώτα τα ερείπια ενός πύργου. Κάτω από τα υστεροβυζαντινά τείχη βλέπουμε καθαρά τα θεμέλια ελληνιστικής εποχής και τα ίχνη μιας κατοικημένης περιοχής φθάνουν κάτω από το λόφο του πύργου μέχρι την πεδιάδα. Από την Σπάρτη μέχρι εδώ χρειάστηκαν τέσσερις ώρες. [...]
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

10.7. Γ-11) Ξένοι περιηγητές: Γκυστάβ Φλωμπέρ.

 Χάρη στον αναγνώστη μας, Γιώργο Κ., προσθέσαμε και το ακόλουθο κείμενο στην σειρά αυτή των κειμένων από περιηγητές.
 Πρόκειται για τις εντυπώσεις ενός Γάλλου συγγραφέα, ο οποίος επισκέφθηκε την Ελλάδα, μαζί με τον φίλο του Μαξίμ Ντυ Καν, και την περιηγήθηκε από τον Δεκέμβριο του 1850 ως τα τέλη Ιανουαρίου του 1851. Είναι ο περίφημος Γουσταύος Φλωμπέρ (γεννήθηκε το  1821 και απεβίωσε το 1880), ο οποίος εφτά χρόνια αργότερα θα γινόταν πλέον διάσημος ως συγγραφέας με το έργο του «Μαντάμ Μποβαρύ». 
 --- . ---
 Στο παρακάτω απόσπασμα ο συγγραφέας ξεκινάει από την Σπάρτη ακολουθώντας την παλαιά "δημοσιά" οδό που υπήρχε παράλληλα προς τον Ευρώτα και φθάνει στο χωριό που αναφέρεται ως Γιωργιτζιάνικα (Καλύβια), όπου υπάρχει μια εκκλησία χαμηλότερα, καθώς και κάποια σπίτια ψηλότερα. Κατά την συνήθεια των "ρεαλιστών" λογοτεχνών της εποχής του, περιγράφει με υπερβολική λεπτομέρεια καθημερινές σκηνές του χωριού με τους ανθρώπους και τα ζώα τους...
 Μας μιλάει αρχικά για ένα σπίτι με αλώνι, όπου υπάρχει ένας ετοιμοθάνατος, καθώς και μια γριά με τσεμπέρι στο κεφάλι της, ενώ σε ένα άλλο σπίτι, όπου καταλύει τελικώς, συναντάει άλλη μια γριά γυναίκα που τον εντυπωσιάζει με την αριστοκρατική της εμφάνιση!
 Και αναρωτιόμαστε: μήπως αυτή η εκκλησία που αναφέρει είναι ο ναός του Αγίου Γεωργίου, που βρίσκεται κοντά στην Άσπρη Βρύση. Μας πληροφόρησαν, όμως, πως το 1850 η εκκλησία αυτή δεν υπήρχε (βλ. σχόλια). Πράγματι, στο υπέρθυρο μάρμαρο της εισόδου του αναγράφεται ότι οικοδομήθηκε το 1887, αλλά πιθανόν να υπήρχε κάποιο παλαιότερο εκκλησάκι στην θέση του.. Μήπως, επίσης, το πρώτο από αυτά τα σπίτια ήταν το χάνι του Γιώργη Μιχαλόπουλου (πατέρας του Ηλία), που είχε αλώνι μπροστά [εκεί απέναντι από τον Αη-Γιώργη]; Το δεύτερο σπίτι μήπως ήταν το χάνι του αδελφού του Γιώργη, δηλ. του Δημήτρη Μιχαλόπουλου (Τσέκερη), που είχε στο σόι του γυναίκες με τέτοια χαρακτηριστικά; Ή μήπως το σπίτι με το αλώνι ίσως να ήταν το χάνι του Σιγαλού, παππού της Βαγγελάκαινας (βλ. σχόλια), του οποίου τα ερείπια υπήρχαν μέχρι πρόσφατα στον κάμπο μας, εκεί προς στα Σιγαλέικα. (βλ. σχετικά με αυτό και το άρθρο μας 10.13. Γ-17, Χ. Π. Κορύλλος)
 Ποιοι να ήταν, άραγε, αυτοί οι πρόγονοί μας ...που τους κατέγραψε ο εν λόγω διάσημος συγγραφέας σχεδόν κινηματογραφικά, ...και δεν το ξέρανε πως θα παρέμεναν για πάντα ζωντανοί μες στα γραπτά του;

11) Gustave Flaubert (Γκυστάβ Φλωμπέρ), “Lettres de Grèce” (Το ταξίδι στην Ελλάδα),
μετάφραση: Π. Α. Ζάννας, εκδ. Δ.Ο.Λαμπράκη, Αθήνα 2010, σελ. 155-158:
 Πέμπτη, 30 Ιανουαρίου 1851. 
 – Πέρασα το πρωινό ράβοντας τα δεσίματα από τα σπιρούνια μου, κάτι που μ’ εκνευρίζει τρομερά. Στις 11 και μισή, ο διοικητής της χωροφυλακής, στον οποίο είχε πάει ο Μαξ για να πληροφορηθεί αν ήταν απαραίτητο να πάρουμε συνοδεία, έρχεται να μας κάνει επίσκεψη και παραμένει πάνω από μισή ώρα να μας πονοκεφαλιάζει κουβεντιάζοντας για την πολιτική κατάσταση.
 Φυσάει και κάνει κρύο, έχεις την εντύπωση πως ο καιρός καθαρίζει κάπως· βγαίνουμε από τη Σπάρτη με συνοδεία δύο χωροφύλακες και επιστρέφουμε στο θέατρο. Δεν απομένει παρά μόνο το ημικυκλικό σχήμα, από χώμα, και δύο πέτρινοι δρόμοι ή άκρες τοίχου στην κάθε πλευρά. Τα αρνιά σ’ αυτό που μοιάζει με στρογγυλή τους μάντρα, περιφέρονται αδιάκοπα σε κύκλους και βελάζουν όλα μαζί.
 Ακολουθούμε τον ίδιο χθεσινό δρόμο, ανάμεσα στους πράσινους λόφους και τον Ευρώτα, μία διαδοχή από μικρές τούρλες· στην άκρη του ποταμού, πράσινα χωράφια, καλάμια, μουριές, αργυρόφυλλες λεύκες αλλά σπάνιες, ίριδες, ευφόρβια· στην άλλη πλευρά του ποταμού, ένα είδος τοίχου κόκκινου και ίσιου, με ξεκάθαρη γραμμή στην ενιαία κορυφή του.
 Ο Ταΰγετος χαμηλώνει όσο τον ακολουθούμε με κατεύθυνση δυτική· τα φρύδια από τις μακρόστενες τούρλες του είναι σταχτιά, τα ενδιάμεσα είναι σκούρα πράσινα και σκεπασμένα ελάτια, υπογραμμίζοντας έτσι τις σκιές, τις κοιλότητες, καθώς οι προεξοχές φωτίζονται· η κορυφή είναι σκεπασμένη χιόνι, και τα χιόνια τα σκεπάζουν σύννεφα, στοιβάζονται από αυτή τη μεριά, πάνω στο βουνό, και αφήνουν σιγά σιγά όλο τον υπόλοιπο ουρανό πιο καθαρό.
 Ακολουθώντας πάντα τους πρόποδες του Ταΰγετου, ή μάλλον τη μικρή χαμηλή λοφοσειρά που σχηματίζει ένα κορδόνι μπροστά του, εγκαταλείπουμε σε λίγο τον Ευρώτα, και βρισκόμαστε στην όχθη ενός άλλου ποταμού με τα ίδια χαρακτηριστικά: είναι ο ποταμός Ίρις (Ήρη). Λεύκες αργυρόφυλλες, ασπρουδερές ακροποταμιές, ο δρόμος σε ορισμένα σημεία ακουμπάει στο βουνό. Περνάμε στη βάση ενός μικρού υδραγωγείου που διοχετεύει το νερό ενός μύλου, ύστερα ο δρόμος γυρίζει δεξιά.
 Ο ποταμός Ίρις είναι αρκετά πλατύς, κίτρινος όπως ο Ευρώτας σε ένα σημείο· στην άλλη πλευρά, στην αριστερή όχθη, υπολείμματα προβλήτας, κυκλώπειες πέτρες.
 Όσο προχωράμε, έχεις την εντύπωση πως ο Ταΰγετος χαμηλώνει και πως τα βουνά από την άλλη πλευρά υποχωρούν όλη η κοιλάδα, στενή ως τώρα, πλαταίνει και καταλήγει σ’ ένα τεράστιο πέταλο.
 Αριστερά, σε μικρό ύψος, το χωριό Γιωργιτζιάνικα. – Η εκκλησία χαμηλά, σπίτια πιο ψηλά. – Καταλύουμε σ’ ένα άσπρο σπίτι, ένα γουρούνι και γαλοπούλες τρώνε σ’ ένα είδος λιθόστρωτου κύκλου, αλώνι που σχηματίζει ένα λιακωτό στην αυλή.
 Ο Φραγκίσκος επιστρέφει να μας αναγγείλει πως το καλύτερο δωμάτιο είναι πιασμένο από έναν ετοιμοθάνατο και ψάχνει να μας βρει άλλο κατάλυμα· μένω να κοιτάζω τον Ταΰγετο και περισσότερο το γουρούνι, τους δύο κούρκους και κάτι κότες. [...].
 Στο σπίτι αυτό ήταν μια γριά γυναίκα που φορούσε στα μαλλιά της ένα μακρύ κόκκινο κορδόνι που έβγαινε κάτω από το τσεμπέρι της και έπεφτε ως κάτω από τη γάμπα.
 Μας βρίσκουν κατάλυμα σε άλλο σπίτι: γριά με μαύρα μαλλιά, λεπτή μύτη, μορφή αριστοκρατική. Πόσες γυναίκες γεννημένες μαρκησίες υπάρχουν που πλατσουρίζουν ξυπόλητες στις κοπριές!
Το σκυλί ενός από τους χωροφύλακές μας γαβγίζει όλους τους περαστικούς, κρύβεται όμως και καταφεύγει κάτω από τα πόδια του αλόγου του αφεντικού του, μόλις αντικρίσει μερικά σκυλιά. [...].
Γεωργιτζιάνικα, ώρα 7 1/2 
Παρασκευή 31.  
Η κοιλάδα δεν τελειώνει αμέσως, κλεισμένη σε πέταλο, όπως μου φάνηκε χθες από μακριά, βλέποντας την τούρλα που μοιάζει να την φράζει και που πάνω της βρίσκονται τα Γιωργιτζιάνικα. Ο Ταΰγετος, αριστερά, χαμηλώνει και τα βουνά που βρίσκονται δεξιά πλησιάζουν και χαμηλώνουν κι αυτά. Μικρά ρυάκια που βγαίνουν κάτω από τη χλόη, καταρράκτες με ύψος ένα πόδι, δεντράκια, λυγαριές κλπ., διαδοχικά λεκανοπέδια. Προχωράμε σε μια σειρά από μικρά φαράγγια σκεπασμένα βαλανιδιές νάνους· οι βαλανιδιές νάνοι αποτελούν μόνες τους τα τριάμισι τέταρτα της βλάστησης της Πελοποννήσου. Μερικές κουμαριές, σπάνιες. 
[......] Το Λεοντάρι φανερώνεται ξαφνικά, σε ένα ύψωμα που δεσπόζει πάνω στην πεδιάδα της Μεγαλόπολης. [...].
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

10.6. Γ-10) Η Β. Λακωνία σε κείμενα ξένων περιηγητών.

Το  κείμενο αυτό υπάρχει σε δύο γαλλικές εκδόσεις και αναφέρεται στην περιοχή μας και τα χωριά της βόρειας Λακωνίας. Όσο για την αρχαία Πελλάνα τοποθετείται λανθασμένα, όπως και από άλλους ξένους συγγραφείς της εποχής, κοντά στους δύο λόφους που υπάρχουν προς τον κάμπο της Κονιδίτσας.

10) "Expédition scientifique de Morée, ordonnee par le gouvernement français", 
εκδ. Didot frères, Παρίσι 1833, σελ. 57-58,
Ferdinand Aldenhoven, "Itineraire descriptif de l'Attique et du Péloponèse: avec cartes et plans topographiques", εκδ. De l’ imprimerie de l’ ami du peuple, Athènes 1841, σελ. 314-315:
Rue de Léontari a la source de l’Eurotas. 
 […] La vue se porte alors, d'un côté, sur le mont Kérasia, au-dessous duquel est le village de Ciparissia; et de l'autre, sur les restes d'une ville antique, dont l'enceinte, presque entièrement détruite, couronne la cime très-élevée du mont Chelmos. On y trouve des assises de constructions irrégulières, sur lesquelles sont les murs d'une fortification vénitienne du moyen âge. On arrive ensuite dans une plaine entourée de montagnes boisées et traversée par un ruisseau que bordent de grands peupliers : elle est cultivée et plantée de mûriers et d'oliviers. A gauche, près de la rivière Longaniko, est un tumulus, puis un ruisseau, sur le bord duquel se voit un tombeau turc; et plus loin, Zacaria Derveni, pirgo, dans une gorge étroite. Après avoir monté à travers des collines arrondies et couvertes de lentisques, de myrtes et de lauriers roses, on arrive sur un plateau appelé Agrapido Campo, où sont les vestiges d'une ville. Quantité de débris s'offrent aux regards : des pierres sont amoncelées en forme de tumulus, et cependant ces ruines ne paraissent pas être des restes de constructions antiques. Enfin, lorsqu'on est descendu de ce plateau, on entre dans une vallée où se trouve une source abondante appelée Κéphalo-Vrissi: c'est celle qui forme la rivière Éré, anciennement l'Eurotas. Cette source est au pied d'une montagne dont le caractère est assez remarquable. La route passé sur un quartier de rocher au pied duquel surgissent paisiblement les eaux limpides du fleuve. A côté, sont quelques pierres d'une construction antique, dont deux seulement sont en place; rien n'indique à quel monument ces pierres pouvaient appartenir.
Route de la source de l’Eurotas a Mistra. 
 En prenant la route au sud-est, on trouve le hameau de Géorgitsi: à gauche, sur un plateau, sont les restes d'une fortification moderne; à droite s'étend la chaîne du Taygète; à l'est, le mont Ménélaïon, et au milieu, une plaine qui se termine au golfe de Laconie. Tout ce paysage, presque entièrement dépourvu d'arbres, est d'un aspect sévère, et remplit l'âme d'une sorte de tristesse. Mais on arrive bientôt à une autre plaine cultivée et plantée de mûriers, en sortant de laquelle il faut traverser un ruisseau; à droite se trouve le village de Périvolia, et au-dessus, le bourg de Kastania. Quand on est parvenu au bord de l'Eurotas, il faut longer son cours dans une gorge assez resserrée, au milieu de rochers couverts de platanes, de lentisques, de térébinthes et de lauriers roses. Les lauriers étaient en fleurs lors de notre excursion, le 3 juillet, et répandaient une odeur des plus suaves. Sur le chemin, sont plusieurs parties de route pavée, des plantations de mûriers, et une ruine d'aqueduc construit en blocage fait avec des cailloux du fleuve. Toutes ces vallées qui se succèdent sont environnées de petites montagnes couvertes de verdure, mais sans aucun arbre, tandis que dans le bas, au contraire, les champs sont cultivés, couverts de mûriers, et coupés par des bosquets de myrtes, de lentisques, de térébinthes et de lauriers roses; on voit la berge de la rive gauche formée par un mur cyclopean, le seul de cette nature existant dans l’ intérieur de la Laconie. Un magnifique Kephalovrysi sort près delà du pied de collines, et se jette dans l’ Euròtas. C’ est ici qu’ il faut placer Pellàna (η Πελλάνα) au pied de deux collines surmontées de chapelles où dut ètre l’ ancient emplacement de l’ Acropole. Sur la rive gauche, on trouve la plaine de Koniditsa, avec un Kephalovrysi plus puissant encore que ceux que nous venons de nommer: les habitans prétendent qu’ il vient du lac situé dans la plaine de Tripolitsà  entre Pallantium et Tegée. […] 
Distance de Léontari a la source de l’Eurotas. […] 
 A 36 m., à gauche, dans la vallée, un tumulus en terre, et la rivière Longaniko. A 16 m., un tombeau turc; à gauche, Zacaria Derveni, pirgo. A 38 m., Agrapido Campo. A 26 m., Képhalo-Vrissi (source de l'Eurotas). Distance totale, 5 heures 4 minutes. 
Distance de la source de l’Eurotas a Mistra. 
 A 41 minutes, le hameau de Géorgitsi. A 47 m., un ruisseau. Le village de Périvolia. A 4l m., l'Eurotas. A 19m., un torrent. A 5 m., ruine d'un aqueduc. A 4 m., source. A 11 m., une fontaine. A 40 m., on traverse une rivière sur un pont. A 12 m., on entre dans la montagne. A 12 m., on trouve la route de Tripolitza. [...]
Μετάφραση
"Επιστημονική παρουσίαση του Μοριά, παρηγγελμένη από την γαλλική κυβέρνηση", 
εκδ. Didot frères, Παρίσι 1833, σελ. 57-58,
Φερδινάνδος Αλντενχόφεν, "Δρομολόγιο περιγραφής της Αττικής και της Πελοποννήσου: με χάρτες και τοπογραφικά σχέδια", εκδ. De l’ imprimerie de l’ ami du peuple, Αθήνα 1841, σελ. 314-315:
Διαδρομή από το Λεοντάρι προς την πηγή του Ευρώτα.
 […] Η θέα στην συνέχεια απλώνεται, από τη μία πλευρά, στο όρος Κερασιά, κάτω από το οποίο είναι το χωριό Κυπαρίσσια και, από την άλλη, στα απομεινάρια μιας αρχαίας πόλης, της οποίας το τείχος, σχεδόν εξ ολοκλήρου κατεστραμμένο, στεφανώνει την πανύψηλη κορυφογραμμή του όρους Χελμός. Βρήκαμε θεμέλια ακανόνιστων κατασκευών, πάνω στα οποία βρίσκονται τα τείχη ενός βενετικού φρουρίου της μεσαιωνικής εποχής. Φθάνουμε στην συνέχεια σε μια πεδιάδα που περιβάλλεται από βουνά με δάση και διασχίζεται από ένα ρέμα που πλαισιώνεται από μεγάλες λεύκες: είναι καλλιεργημένη και φυτευμένη με μουριές και ελιές. Στα αριστερά, κοντά στον ποταμό Λογκανίκο είναι ένας τύμβος, στην συνέχεια ένα ρέμα, κοντά στην όχθη του οποίου υπάρχει ένας τουρκικός τάφος, και πιο μακριά το δερβένι του Ζαχαρία, ένας πύργος, μέσα σε ένα στενό φαράγγι. Μετά το πέρασμα μέσα από λόφους στρογγυλούς και καλυμμένους από σκίνα,  μυρτιές και ροζ δάφνες, φθάνουμε σε ένα οροπέδιο που ονομάζεται Αγραπιδόκαμπος, όπου βρίσκονται τα απομεινάρια μιας πόλης. Αρκετά από τα ερείπια παραμένουν ορατά: οι πέτρες είναι συσσωρευμένες σε σχήμα τύμβου, αλλά ωστόσο αυτά τα ερείπια δεν φαίνεται να είναι υπολείμματα αρχαίων κατασκευών. Τέλος, όταν κατεβούμε από αυτό το οροπέδιο, μπαίνουμε σε μια κοιλάδα όπου υπάρχει μια πλούσια πηγή που ονομάζεται Κεφαλό-βρυση: αυτή είναι εκείνη που σχηματίζει τον ποταμό Ίρη, τον αρχαίο Ευρώτα. Αυτή η πηγή είναι στους πρόποδες ενός βουνού, το σχήμα του οποίου είναι αρκετά αξιοπρόσεκτο. Ο δρόμος περνάει από μια βραχώδη έκταση, στους πρόποδες της οποίας εμφανίζονται ήρεμα τα διαυγή νερά του ποταμού. Δίπλα υπάρχουν λίγες πέτρες από μια αρχαία κατασκευή, εκ των οποίων δύο μόνο είναι στη θέση τους, αλλά τίποτα δεν αποδεικνύει τι είδους κτήριο θα μπορούσε να είναι κάτω από αυτές τις πέτρες.
Διαδρομή από τις πηγές του Ευρώτα προς τον Μυστρά.
 Παίρνοντας το δρόμο για τα νοτιοανατολικά, υπάρχει ο συνοικισμός του Γεωργιτσιού: προς τα αριστερά, σε ένα οροπέδιο, είναι τα υπολείμματα μιας σύγχρονης οχύρωσης, στα δεξιά εκτείνεται η οροσειρά του Ταΰγετου, προς ανατολάς το όρος Μενελάιο [Μαίναλο], και στη μέση μια πεδιάδα που τελειώνει στον κόλπο της Λακωνίας. Όλο το τοπίο, σχεδόν εξ ολοκλήρου γυμνό από δένδρα, έχει μια αυστηρή όψη και προσθέτει στην ψυχή ένα είδος θλίψης. Αλλά σύντομα φθάνουμε σε μια άλλη πεδιάδα, όπου καλλιεργούνται και φυτεύονται μουριές, στην έξοδο της οποίας πρέπει να διασχίσουμε έναν χείμαρρο. Στα δεξιά βρίσκεται το χωριό Περιβόλια και πιο πάνω η κωμόπολη Καστανιά. Όταν φθάνουμε στην όχθη του Ευρώτα, πρέπει να ακολουθήσουμε τον ρου μέσα σε έναν πολύ στενό φαράγγι, ανάμεσα σε βράχια που καλύπτονται από πλατάνια, σκίνα, τερέβινθους και ροζ δάφνες. Οι δάφνες είχαν άνθη κατά την διάρκεια του ταξιδιού μας, στις 3 Ιουλίου, και άπλωναν ένα άρωμα από βαριές μυρουδιές. Κατά την διαδρομή. πολλά τμήματα του δρόμου είναι λιθόστρωτα, υπάρχουν εκτάσεις με μουριές και τα ερείπια ενός υδραγωγείου που στέκεται ως εμπόδιο και έχει γίνει από τις πέτρες του ποταμού. Όλες αυτές τις κοιλάδες που διαδέχονται η μία την άλλη περιβάλλονται από μικρά βουνά που καλύπτονται από πράσινο, αλλά χωρίς καθόλου δένδρα, ενώ στο κάτω μέρος, αντίθετα, οι αγροί καλλιεργούνται, καλύπτονται από μουριές και διακόπτονται από εκτάσεις με μυρτιές, σχίνα, τερέβινθους και ροζ δάφνες. Βλέπουμε την βάση της αριστερής όχθης που σχηματίζεται από κυκλώπειο τείχος, το μόνο που υπάρχει στο εσωτερικό της Λακωνίας. Μια εντυπωσιακή εκεί κοντά Κεφαλόβρυση πέρα από τους πρόποδες των λόφων, που εκβάλλει στον Ευρώτα. Εδώ θα πρέπει να τοποθετήσουμε την Πελλάνα, στους πρόποδες των δύο λόφων με τα παρεκκλήσια, πάνω στους οποίους θα πρέπει να είναι ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης. Στην αριστερή όχθη, συναντάμε τον κάμπο της Κονιδίτσας με μια Κεφαλόβρυση πιο δυνατή από όσες έχουμε συναντήσει: οι κάτοικοι λένε ότι προέρχεται από τη λίμνη στον κάμπο της Τριπολιτσάς μεταξύ του Παλλάντιου και της Τεγέας. [...]
Η απόσταση από το Λεοντάρι μέχρι τις πηγές του Ευρώτα.
 […] Σε 36 λεπτά, αριστερά, μέσα στην κοιλάδα, ένας τύμβος και ο ποταμός Λογκανίκος. Στα 16΄ ένας τουρκικός τάφος, στα αριστερά το δερβένι του Ζαχαρία. Στα 38΄ ο Αγραπιδόκαμπος. Στα 26΄ το κεφαλόβρυσο (πηγή του Ευρώτα). Συνολική απόσταση, 5 ώρες και 4 λεπτά.
Η απόσταση από τις πηγές του Ευρώτα μέχρι τον Μυστρά.
 Σε 41 λεπτά ο συνοικισμός Γεωργίτσι. Στα 47΄ ένα ρυάκι. Το χωριό Περιβόλια. Στα 41΄ ο Ευρώτας. Στα 19΄ ένας χείμαρρος. Στα 5΄ ερείπια ενός υδραγωγείου. Στα 4΄ μια πηγή. Στα 11΄ μια κρήνη. Στα 40΄ διέλευση ενός ποταμού μέσω μιας γέφυρας. Στα 12΄ είσοδος στο βουνό. Στα 12΄ βρίσκεται ο δρόμος για την Τριπολιτζά. […]
Πελλ. Α - Πελλ. Β

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

10.5. Γ-9) Η Β. Λακωνία σε κείμενα ξένων περιηγητών.

9) "The history of modern Greece: with a view of the geography, antiquities and present condition
of that country”, εκδ. Nathan Hale (από την αγγλική έκδοση), Βοστώνη 1833, σελ. 239-240:
 On the side of the Xerro Bouno, or the Dry Mountain, we observed the large village of Longanico, and crossed the river of the same name, at its junction with another stream, near the foundations of a temple.
 On an ugly ascent from this spot, we found a derveni, or guard-house, to protect die road; […]
 At the top of this ascent, we found a large flat table-land, spotted with heaps of stone and stunted wild pear-trees, where we thought we observed the vestiges of a city. Our guides called it Agrapulo Campo, which might be either a corruption from wild pear-trees, or the acropolis of an ancient city. On the descent from this, is the source which might have occasioned the selection of the spot for habitation. It is now known by no distinguishing appellation; for that of Cephalo-brysso, which it bears, is common to any other natural fountain. Here, however, we found the foundations of a temple and other fragments of white marble, and were soon convinced that it was the real fountain of the Eurotas in the valley of Sparta, whether it derived or not its original source from the same mountain with the Alpheus, and sunk in the lake below Anemodouri. The city was probably that called Pellane. The water is clear and excellent, and gushes out of the rock in a considerable stream. A khan now in ruins, has once existed near the spot, founded by some pious Turk, who probably left no money to support it, or did not foresee that no khangi could be found to remain in it in times of turbulence, or the prevalence of banditti. A little below the source, the stream joins a river called Platanata, and then assumes the classic name of Ere or Eurotas. After passing two little villages on the left, Partali and Trupes, we came to a fountain with a shade of poplars, now in early leaf; and on the right, after passing the foundations of walls, we observed the ruins of a citadel, rising in terraces that forcibly recalled to our recollections, the town of Characomae, or the Bastions, the ruins which were to be expected in this district. Here we found another khan, which was at that moment tenanted ; but it being only two o'clock, the evening fine, and the place not offering any particular object of curiosity, while we were impatient to arrive at Sparta, we proceeded on our journey, which we had on that day commenced at nine. On the hill, about a mile on the right, is the large village of Periboglia, a name implying a wall or peribolus, and from that circumstance now used more than κήπος for a garden. Possibly, it might originally have some connection with the neighbouring ruins of Characomae.
 We had not proceeded far, when, on crossing a river, we observed the foundations of a temple on the right, and, in the same direction, the villages of Alevron and Alitea. The traces of the ancient inhabitants seemed now to multiply, and the country to become at the present day more populous. The river which rolled on our left, now entered among the little hills, which seemed to impede its further passage. On the left, we saw the village Chorithitza, and a white house called Lai, a name which had a sort of Lacedaemonian sound.  
μετάβαση στο πρωτότυπο κείμενο (σ. 239)
Μετάφραση
"Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας: με αντικείμενο την γεωγραφία, τις αρχαιότητες και την παρούσα κατάσταση 
αυτής της χώρας ”, εκδ. Nathan Hale (από την αγγλική έκδοση), Βοστώνη 1833, σελ. 239-240:
 Πάνω στην πλαγιά του Ξερού Βουνού παρατηρήσαμε το μεγάλο χωριό Λογκανίκος και διασχίσαμε το ποτάμι με το ίδιο όνομα, στην συμβολή του με ένα άλλο ρέμα, κοντά στα θεμέλια ενός ναού.
 Σε μια άσχημη ανηφοριά από αυτό το σημείο βρήκαμε ένα δερβένι, φυλάκιο, για να προστατεύει από τον κίνδυνο του δρόμου. […]
 Στην κορυφή αυτής της ανάβαση, βρήκαμε μια μεγάλη επίπεδη σαν τραπέζι περιοχή, κατάστικτη με σωρούς από πέτρα και κατσιασμένες αγριαχλαδιές, όπου πιστεύσαμε ότι διαπιστώσαμε τα απομεινάρια μιας πόλης. Οι οδηγοί μας τον ονόμασαν Αγραπιδόκαμπο, λέξη που θα μπορούσε να είναι είτε παραφθορά του αγριαχλαδιά ή η ακρόπολη μιας αρχαίας πόλης. Κατά την κάθοδο από αυτό το μέρος είναι μια πηγή, που θα μπορούσε να υπάρξει ευκαιριακά ως επιλογή για τόπο εγκατάστασης. Δεν είναι τώρα γνωστή από καμία διακριτική ονομασία, αλλά ως Κεφαλόβρυσο, που ονομάζεται, είναι κοινή ονομασία για οποιαδήποτε άλλη φυσική πηγή νερού. Εδώ, ωστόσο, βρήκαμε τα θεμέλια ενός ναού και άλλα θραύσματα από λευκό μάρμαρο και σύντομα ήμασταν πεπεισμένοι ότι ήταν η πραγματική πηγή του Ευρώτα στην κοιλάδα της Σπάρτης, είτε αυτή έχει είτε όχι την αρχική της εστία από το ίδιο όρος με τον Αλφειό και βυθίζεται στη λίμνη κάτω από το Ανεμοδούρι. Η πόλη ήταν πιθανόν αυτή που ονομαζόταν Πελλάνα. Το νερό είναι καθαρό και εξαίσιο και χύνεται έξω από το βράχο μέσα σε ένα αξιοπρόσεκτο ρυάκι. Ένα χάνι, που τώρα είναι ερείπιο, υπήρχε κάποτε κοντά στο σημείο, που ιδρύθηκε από μερικούς ευσεβείς Τούρκους, που πιθανώς δεν τους έμειναν χρήματα για να το επισκευάσουν ή δεν προέβλεψαν ότι κανένας χατζής δεν θα μπορούσε να παραμείνει σε αυτό σε καιρούς αναταραχής ή της επικράτησης των «κλεφτών». Λίγο πιο κάτω από την πηγή το ρυάκι ενώνεται με ένα ποτάμι που λέγεται Πλατανάτα και έπειτα αποκτάει το κλασικό όνομα Ίρις ή Ευρώτας. Μετά τη διέλευση από δύο μικρά χωριά στα αριστερά, το Παρδάλι και τις Τρούπες, φθάσαμε σε μια πηγή που είχε ίσκιο από λεύκες, με πρώιμα φύλλα, και στα δεξιά, μετά τη διέλευση από τα θεμέλια τειχών, παρατηρήσαμε τα ερείπια μιας ακρόπολης, που εμφανίστηκε με αναβαθμίδες που μας υπενθύμισαν αναγκαστικά την πόλη Χαράκωμα, δηλ. προμαχώνας, τα ερείπια του οποίου ήταν αναμενόμενα σε αυτή την περιοχή. Εδώ βρήκαμε ένα άλλο χάνι, το οποίο ήταν αυτή την στιγμή διαθέσιμο, αλλά ήταν μόνο δύο η ώρα, το απόγευμα υπέροχο και το μέρος δεν προσφερόταν για κάποιο συγκεκριμένο θέμα αναζήτησης, ενώ εμείς ήμασταν ανυπόμονοι να φθάσουμε στην Σπάρτη και συνεχίσαμε το ταξίδι μας, το οποίο αρχίσαμε εκείνη την ημέρα στις εννέα. Στο λόφο, περίπου ένα μίλι στα δεξιά, είναι το μεγάλο χωριό Περιβόλια, ένα όνομα που υποδηλώνει τοίχο ή περίβολο, αλλά σε αυτή την περίπτωση χρησιμοποιείται τώρα περισσότερο με την έννοια κήπος. Ενδεχομένως, αρχικά αυτό ενδέχεται να έχει κάποια σχέση με τα γειτονικά ερείπια του Χαρακώματος.
 Δεν είχαμε προχωρήσει αρκετά, όταν κατά τη διέλευση ενός ποταμού, παρατηρήσαμε τα θεμέλια ενός ναού στα δεξιά και στην ίδια κατεύθυνση τα χωριά Αλευρού και Αλιτέα. Τα ίχνη των αρχαίων κατοίκων φαίνονταν τώρα να πολλαπλασιάζονται και η χώρα να γίνεται στην παρούσα ημέρα πιο πυκνοκατοικημένη. Ο ποταμός, που κυλούσε στα αριστερά μας, περνούσε τώρα ανάμεσα σε μικρούς λόφους, που φαίνονταν να εμποδίζουν την περαιτέρω διαδρομή του. Στα αριστερά είδαμε το χωριό Κονιδίτζα και ένα λευκό σπίτι που ονομάζεται Λάι, ένα όνομα που είχε ένα είδος λακωνικής ετυμολογίας.
Πελλ. Α - Πελλ. Β