Κυπαρίσσι, Λογκανίκος, Βεργαδέικα, Φουντέικα, Άγ. Κωνσταντίνος (Ρεγκόζενα), Αγόριανη, Γεωργίτσι, Αλευρού, Καστόρειο (Καστανιά), Λουσίνα, Ντεμήρου (Κάστωρ), Καστρί, Νέα Λιβερά, Σερβέικα, Bορδόνια (Λόπεση, Παπαδιάνικα, Επάνω Χώρα, Σουλήνα, Κάμπος, Όραχος), Καραβάς, [Σελλασία, Κονιδίτσα], Παρδάλι, Πελλάνα, Περβόλια
Με αυτή την καταπληκτική θέα του Ταϋγέτου μεγαλώσαμε στον τόπο μας ...από μικρά παιδιά

..κατά παράφραση του κόμικ "Asterix & Ovelix: "Σε ένα χωριό της Λακωνίας δυο ανυπότακτοι χωριάτες είπαν να φτιάξουν το δικό τους μπλογκάδικο"
Βασικά θέματα ...με μια ματιά:
Αναρτήσεις:

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

 Εγκρίσεις μουσειολογικών μελετών και μία απαραίτητη υπουργική απόφαση.

Δημοσιεύθηκε στις 17/11/2020 από την ιστοσελίδα notospress.gr

Σημαντικά και καλά νέα προέκυψαν ύστερα και από την επίσκεψη του βουλευτή Λακωνίας της Ν.Δ. κ. Αθ. Δαβάκη στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας (ΕΦ.Α.ΛΑΚ.). Όπως ενημέρωσε ο κ. Δαβάκης, αφού συναντήθηκε με την προϊσταμένη κα Λίτσα Πάντου:

• Εγκρίθηκε ομόφωνα από το Κεντρικό Συμβούλιο Μουσείων η οριστική μουσειολογική μελέτη του Νέου Μουσείου της Σπάρτης.

• Εγκρίθηκε από τη Γενική Διεύθυνση Αρχαιολογικών Μουσείων η νέα μουσειολογική μελέτη για την αναβάθμιση της έκθεσης του (παλαιού) Αρχαιολογικού Μουσείου της Σπάρτης με την χορηγία του Ιδρύματος Νιάρχου.

• Όσον αφορά στην Πελλάνα και σύμφωνα με την ενημέρωση που είχε ο βουλευτής από την υπουργό Πολιτισμού απαντώντας σε σχετική ερώτησή του στην Βουλή, εκδόθηκε η υπουργική απόφαση που κηρύσσει το μυκηναϊκό νεκροταφείο ως απαλλοτριωτέο αρχαιολογικό χώρο, γεγονός που είναι η βασικότερη προϋπόθεση για την αρχαιολογική διαχείριση της περιοχής. Παράλληλα η Διεύθυνση Αναστήλωσης του Υπουργείου Πολιτισμού ερευνά την φύση του λαξευτού πετρώματος των μυκηναϊκών τάφων, στην οποία οφείλεται η εισροή των νερών της βροχής τον χειμώνα. 

[...]

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Με συγκροτημένο «οδικό χάρτη» για την Πελλάνα απαντά η κα Μενδώνη στον κο Δαβάκη

Δημοσιεύθηκε στις 20/8/2020 από την ιστοσελίδα notospress.gr

Μετά από χρόνια αναγνωρίζεται η σκαπάνη και ο ρόλος του αρχαιολόγου κ. Θ. Σπυρόπουλου!

 Με μία επικαιροποιημένη και στοχευμένη θέση, για την προοπτική του αρχαιολογικού χώρου τής Πελλάνας, απαντά η υπουργός Πολιτισμού, κα Λίνα Μενδώνη, στην πρόσφατη κοινοβουλευτική ερώτηση του κ. Θανάση Δαβάκη.
 Στην απάντηση αυτή δίνεται μια ευοίωνη προοπτική για την Πελλάνα και την βόρεια Λακεδαίμονα. Συγκεκριμένα, η υπουργός Πολιτισμού πληροφορεί τον Λάκωνα βουλευτή ότι:
  1. Ολοκληρώθηκε η τοπογραφική – φωτογραμμετρική αποτύπωση των μνημείων της περιοχής, η οποία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπόνηση όλων των υπόλοιπων μελετών, που απαιτούνται για τη διάσωσή τους, καθώς και για την ανάδειξη και την προσβασιμότητά τους.  
  2. Είναι σε εξέλιξη η σύνταξη φακέλου για την απαλλοτρίωση έντεκα (11) αγροτεμαχίων που έχουν δεσμευθεί για ανασκαφές.
  3. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας (ΕΦΑΛΑΚ) επεξεργάζεται την πρόταση επέκτασης της κήρυξης του μυκηναϊκού νεκροταφείου, που θα περιλαμβάνει τα αρχαιολογικά κατάλοιπα του λόφου του Παλαιοκάστρου, καθώς και πληθώρα νέων ανασκαφικών δεδομένων, που προέκυψαν κατά τις αρχαιολογικές εργασίες στο πλαίσιο κατασκευής του νέου αυτοκινητόδρομου Λεύκτρο - Σπάρτη.
  4. Σχετικά με την επισκεψιμότητα και με το δεδομένο ότι δε συνιστά οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, η τοπική υπηρεσία εισηγείται πάντα θετικά σε αιτήματα ομάδων επισκεπτών για το Παλαιόκαστρο, στις οποίες επικεφαλής είναι ο καθηγητής κ. Θεόδωρος Σπυρόπουλος. Η επίσκεψη γίνεται με ευθύνη των διοργανωτών και με την παρουσία φύλακα αρχαιοτήτων, κατά τις περιόδους που το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες (εαρινή, θερινή και φθινοπωρινή).
  5. Όσον αφορά στην δημοσίευση των ευρημάτων των ανασκαφών στην Πελλάνα, η υπουργός ενημερώνει ότι υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία για τα μνημεία, τόσο από τους ανασκαφείς όσο και από ειδικούς μελετητές, καθώς επίσης και ότι η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας θα παράσχει κάθε δυνατή διευκόλυνση και υποστήριξη στον ανασκαφέα καθηγητή κ. Θ. Σπυρόπουλο για την συνέχιση της μελέτης του υλικού.
 Καταλήγοντας η υπουργός Πολιτισμού στην απάντησή της προς τον κ. Δαβάκη, επισημαίνει ότι, με τον σημερινό προγραμματισμό του, το υπουργείο Πολιτισμού θα αντιμετωπίσει την ανάδειξη των μνημείων της αρχαίας Πελλάνας και την θεμελίωση συνθηκών ασφαλούς προσβασιμότητας στις αρχαιότητες, με την προώθηση των απαλλοτριώσεων, την σαφή οριοθέτηση ενός ενιαίου αρχαιολογικού χώρου και την ωρίμανση εξειδικευμένων μελετών, που αποτελούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ωρίμανση του έργου ανάδειξης και αποκατάστασης του συνόλου των μνημείων και της απόδοσής τους στους πολίτες.

Μετά την απάντηση της υπουργού Πολιτισμού, ο κ. Θανάσης Δαβάκης δήλωσε:
 «Έναν συγκροτημένο οδικό χάρτη για την ανάδειξη των μνημείων της Πελλάνας, μας δίνει η απάντηση της κας Μενδώνη. Βασικός στόχος όλων πρέπει να είναι η ωρίμανση των μελετών και των συμπληρωματικών ανασκαφικών ερευνών, ώστε να εκτελεστούν τα απαραίτητα έργα για την ανάδειξη των μνημείων της αρχαίας Πελλάνας. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας, ο καθηγητής κ. Σπυρόπουλος και οι κατευθύνσεις της πολιτικής ηγεσίας μπορούν να είναι το συνεργατικό σχήμα για να βγούμε από το τέλμα που μέχρι τώρα υπάρχει. Η δίκαιη πικρία των κατοίκων της περιοχής ας αποτελέσει το εφαλτήριο για να αλλάξουμε τα πράγματα στην Πελλάνα!»

Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Κων/νου Δ. Βαρούτσου "Γενεαλογία 1800-1984"

Όπως είχαμε δημοσιεύσει προ δεκαετίας (!), στο δέκατο - μόλις - άρθρο μας, την Παρασκευή, 19 Μαρτίου 2010, με τίπλο "3.2. Ένα ενδιαφέρον χειρόγραφο", υπάρχει ένα κείμενο του παπα-Θανάση Σιγαλού (1846 - 1936), στο οποίο ο εν λόγω ιερέας κατέγραψε όλα όσα εγνώριζε για την προέλευση των κατοίκων του χωριού Γεωργίτσι... 
Επιπλέον, είχαμε σημειώσει εκεί ότι: "Το γενεαλογικό δένδρο των βασικών απογόνων τους από το 1800 και μετά, το συμπλήρωσε πολύ αργότερα, ο εκ Πελλάνης δικηγόρος Κων/νος Δ. Βαρούτσος με επιμέλεια μέχρι το έτος 1984 και το διένειμε σε πατριώτες την ίδια χρονιά"...
Το γενεαλογικό, λοιπόν, αυτό δένδρο, σε χειρόγραφο κείμενο 16 σελίδων συνολικά, το είχε φωτοτυπήσει σε πολλά αντίγραφα και το είχε διανείμει σε αρκετούς κατοίκους της Πελλάνας ο δικηγόρος αυτός εκείνη την εποχή. Αυτό το κείμενο, λοιπόν, μάς το παραχώρησε εφέτος μια γειτονική του οικογένεια (η οποία το ανήρτησε ήδη και στο FB), για να το δημοσιεύουμε εδώ:
Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με το νεότερο αυτό χειρόγραφο, μεταβείτε στην αρχική μας ανάρτηση, όπου προσθέσαμε ένα εκτενές συμπλήρωμα για το κείμενο αυτό: "3.2. Ένα ενδιαφέρον χειρόγραφο"

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2020

Για την μαγαρισμένη Αγια-Σοφιά...

...ακούστε αυτή την υπέροχη ανασύνθεση (από πανεπιστημιακή μελέτη) της ακουστικής στο εσωτερικό της:

Για τον αμείλικτο κορωνοϊό...

...αυτοί οι στίχοι τα λένε όλα ...όσα βιώνουμε αυτό τον καιρό:

Παρασκευή 31 Ιουλίου 2020

Απάντηση του Υπουργείου Πολιτισμού στην ερώτηση με θέμα: «Λειτουργία και αναβάθμιση του αρχαιολογικού χώρου Πελλάνας»

Δημοσιεύθηκε ως κείμενο pdf από την Βουλή των Ελλήνων

 Ημ/νία: 31/7/2020 

ΠΡΟΣ: Βουλή των Ελλήνων 
Δ/νση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου Τμήμα Ερωτήσεων 

ΚΟΙΝ: Βουλευτή κ. Αθανάσιο Δαβάκη 

 Θέμα: Απάντηση στη με αριθμό πρωτοκόλλου 8080/8.7.2020 Ερώτηση με θέμα: «Λειτουργία και αναβάθμιση του αρχαιολογικού χώρου Πελλάνας» 

 Σε απάντηση της με αριθμ. Πρωτοκόλλου 8080/8.7.2020 Ερώτησης του Βουλευτή, κ. Αθανασίου Δαβάκη, και σύμφωνα με τα στοιχεία που έθεσαν υπόψη μας οι αρμόδιες Υπηρεσίες, σας γνωρίζουμε τα εξής: 
  Η αρχαία Πελλάνα βρίσκεται στη Βόρεια Λακεδαίμονα, στην περιοχή του ομώνυμου σύγχρονου οικισμού, στην Τ.Κ. Πελλάνας Δήμου Σπαρτιατών Π.Ε. Λακωνίας, σε απόσταση 17χλμ. ΒΑ της Σπάρτης. Στην Τ.Κ. Πελλάνας εντοπίζονται δύο μείζονος σημασίας μνημειακά σύνολα, σε απόσταση 450μ. μεταξύ τους: 
 1. Ο κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος του Μυκηναϊκού νεκροταφείου στην θέση «Σπηλιές – Πελεκητή», εκτός ορίων οικισμού (Υ.Α. 11707/14-6-1966, ΦEK 429/Β/8-7-1966). Πρόκειται για το μεγαλύτερο και καλύτερα διατηρημένο σύνολο λαξευτών θολωτών τάφων της Λακεδαίμονας, που έχει αποδώσει πληθώρα σημαντικών ευρημάτων. 
 2. Η Ακρόπολη της Πελλάνας, στο λόφο "Παλαιόκαστρο”, όπου οι αρχαιότητες που αποκαλύφθηκαν χρονολογούνται από την πρώιμη εποχή του χαλκού έως και τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους. Στον ανωτέρω λόφο εκτεταμένη αρχαιολογική έρευνα διενεργήθηκε από τον επίτιμο έφορο αρχαιοτήτων, καθηγητή κ. Θ. Σπυρόπουλο, σε αγροτεμάχια στην κορυφή του λόφου, όπου αποκαλύφθηκε μεταξύ άλλων νεκροταφείο κιβωτιόσχημων τάφων των πρώιμων μυκηναϊκών χρόνων, μυκηναϊκό ανακτορικό συγκρότημα με κυκλώπειο τείχος, τμήμα οικισμού μυκηναϊκών και ελληνιστικών χρόνων, λείψανα τείχους ελληνιστικών χρόνων. Ο χώρος χρησιμοποιήθηκε έως την ύστερη αρχαιότητα και την περίοδο της Φραγκοκρατίας. 
 Ας σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια της πενταετούς διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ -ΑΝΕΛ η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟΑ δεν προχώρησε στην ωρίμανση των μελετών και συμπληρωματικών ανασκαφικών ερευνών, ώστε να εκτελεστούν έργα για την ανάδειξη των σημαντικών μνημείων της αρχαίας Πελλάνας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, στις 10.2.2016 κλιμάκιο των συναρμόδιων υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ πραγματοποίησε αυτοψία στον αρχαιολογικό χώρο του Μυκηναϊκού νεκροταφείου στη θέση «Σπηλιές-Πελεκητή». Σε συνέχεια αυτής, συντάχθηκε οδικός χάρτης περί των αναγκαίων μελετών και έργων για την προστασία του Μυκηναϊκού νεκροταφείου της Πελλάνας. Εντούτοις, δεν δόθηκε προτεραιότητα στην ωρίμανση των μελετών, ώστε να αναζητηθεί χρηματοδότηση για την εκτέλεση των έργων αποκατάστασης και ανάδειξης των μνημείων. 
 Αναλυτικότερα, το 2016 η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων υπέδειξε τις μελέτες που απαιτούνται για τη συντήρηση και προστασία του σπουδαίου συνόλου, αλλά και για τη δημιουργία συνθηκών ασφαλούς επισκεψιμότητας, οι οποίες είναι οι κάτωθι: 
 1. Γεωλογική και γεωτεχνική μελέτη. 2. Υδρολογική – υδραυλική μελέτη. 3. Αρχιτεκτονική μελέτη ανάδειξης (διαδρομές επισκεπτών, επέκταση περίφραξης, στέγαστρα, προκατασκευασμένο φυλάκιο κτλ.). 4. Τεχνική έκθεση από το Τμήμα Λίθου της Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων. 5. Στατική μελέτη για την αντιστήριξη των πρανών των δρόμων και των ταφικών θαλάμων. 6. Σύνταξη στατικής μελέτης για την αντιστήριξη των πρανών του καταχωμένου μυκηναϊκού δρόμου του μυκηναϊκού τάφου στο ανατολικό τμήμα του. 
 Έως σήμερα, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας έχει ήδη ολοκληρώσει την, σημαντική για την εξέλιξη και των άλλων μελετών, τοπογραφική μελέτη – αποτύπωση του μυκηναϊκού νεκροταφείου και των ταφικών μνημείων με τη μέθοδο της φωτογραμμετρίας και τη χρήση 3D laser scanner. Οι υπόλοιπες μελέτες θα εκπονηθούν με μέριμνα των συναρμόδιων υπηρεσιών. 
 Επιπροσθέτως, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας επεξεργάζεται πρόταση επέκτασης της κήρυξης του μυκηναϊκού νεκροταφείου, που θα περιλαμβάνει τα αρχαιολογικά κατάλοιπα του λόφου του Παλαιοκάστρου, καθώς και πληθώρα νέων ανασκαφικών δεδομένων, που προέκυψαν κατά τις αρχαιολογικές εργασίες στο πλαίσιο κατασκευής του νέου αυτοκινητόδρομου Λεύκτρο - Σπάρτη. Παράλληλα, είναι σε εξέλιξη η σύνταξη φακέλου για την πρόταση απαλλοτρίωσης έντεκα (11) αγροτεμαχίων, δεσμευμένων λόγω των ανασκαφικών εργασιών, συνολικής έκτασης 40.987,43 τ.μ. 
 Αναφορικά με το ερώτημα για την επισκεψιμότητα των μνημείων της αρχαίας Πελλάνας, σας γνωρίζουμε ότι οι υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ εισηγούνται θετικά σε αιτήματα ομάδων επισκεπτών για την θέση "Παλαιόκαστρο”, οι οποίες έχουν επικεφαλής τον ανασκαφέα, κ. Θεόδωρο Σπυρόπουλο. Η επίσκεψη γίνεται με ευθύνη των διοργανωτών και με την παρουσία φύλακα αρχαιοτήτων, κατά τις περιόδους που το επιτρέπουν οι καιρικές συνθήκες (εαρινή, θερινή και φθινοπωρινή). Εντούτοις, επισημαίνεται ότι η περιοχή του μυκηναϊκού νεκροταφείου της Πελλάνας δεν συνιστά οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας, όταν οι καιρικές συνθήκες το επιτρέπουν, διευκολύνει την επίσκεψη του χώρου από μικρές ομάδες επισκεπτών και ειδικών ερευνητών, κατόπιν υποβολής σχετικών αιτημάτων. 
 Επίσης, σας γνωρίζουμε ότι η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας προχωρά στην επικαιροποίηση και ενημέρωση του διαδικτυακού ιστότοπου του ΥΠΠΟΑ (http://odysseus.culture.gr/h/3/gh355.jsp?obj_id=2651), για το σύνολο των μνημείων της Λακωνίας). 
 Τέλος, αναφορικά με την δημοσίευση των ευρημάτων των ανασκαφών στην αρχαία Πελλάνα, σας γνωρίζουμε ότι υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία για τα μνημεία, τόσο από τους ανασκαφείς, όσο και από ειδικούς μελετητές. Σχετικά με τα νεότερα ευρήματα των ανασκαφών του Θ. Σπυρόπουλου, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας θα παράσχει κάθε δυνατή διευκόλυνση και υποστήριξη στον ανασκαφέα για την συνέχιση της μελέτης του υλικού. 
 Κατόπιν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι με τον σημερινό προγραμματισμό του, το ΥΠΠΟΑ θα αντιμετωπίσει την ανάδειξη των μνημείων της αρχαίας Πελλάνας και τη θεμελίωση συνθηκών ασφαλούς προσβασιμότητας στις αρχαιότητες, με την προώθηση των απαλλοτριώσεων, την σαφή οριοθέτηση ενός ενιαίου αρχαιολογικού χώρου και την ωρίμανση εξειδικευμένων μελετών, που αποτελούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την ωρίμανση του έργου ανάδειξης και αποκατάστασης του συνόλου των μνημείων και της απόδοσής τους στους πολίτες.

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2020

Παρέμβαση Θ. Σπυρόπουλου για την ομηρική Λακεδαίμονα

Δημοσιεύθηκε στις 22/7/2020 από την ιστοσελίδα notospress.gr
 Με παρέμβασή του-απάντηση στον βουλευτή Θ. Δαβάκη, ο καθηγητής Θεόδωρος Γ. Σπυρόπουλος, επίτιμος έφορος των Αρχαιοτήτων Σπάρτης, αναφέρεται στην ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο της ομηρικής Λακεδαίμονος στην περιοχή  της Πελλάνας. Την απάντηση που κοινοποιεί στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού / Γραφείο κ. Υπουργού τονίζει ότι ο χώρος «παραμένει κλειστός ερειπιώνας, έκθετος σε φυσικές καταστροφές και επιθέσεις τυμβωρυχίας».    
  Η απάντηση – παρέμβαση:
«Αξιότιμε κ. Δαβάκη, χαιρετίζω την πρωτοβουλία σας να ζητήσετε από την Υπουργό Πολιτισμού το σχέδιο δράσης του Υπουργείου για τον ανεσκαμμένο επί σειρά ετών αρχαιολογικό χώρο της ομηρικής Λακεδαίμονος στην περιοχή  της Πελλάνας, που παραμένει κλειστός ερειπιώνας, έκθετος σε φυσικές καταστροφές και επιθέσεις τυμβωρυχίας.
Ενθυμούμαι ότι στα πρώτα στάδια των πολυετών ερευνών και συστηματικών ανασκαφών μου στην Πελλάνα (1979 - 2002), είχα την συνηγορία σας προς την τότε Γενική Γραμματέα και νυν Υπουργό Πολιτισμού κα Λίνα Μενδώνη, σε σύσκεψη στην Σπάρτη, να ενισχύσει τις έρευνές μου και πιστεύω ότι η εξέλιξη των ανασκαφών και των ανακαλύψεων εδικαίωσαν τις επιδιώξεις μας. Με την συνταξιοδότησή μου το έτος 2002 οι ανασκαφές διεκόπησαν παρότι η ανασκαφή εκηρύχθη συστηματική από το Υπ. Πολιτισμού, συγκροτήθηκε η προβλεπόμενη από τον Αρχαιολογικό Νόμο επιστημονική επιτροπή και εγώ ορίσθηκα Διευθυντής της Συστηματικής Ανασκαφής της Πελλάνας. Πέρασαν έτσι 20 άγονα χρόνια στα οποία θα είχε ολοκληρωθεί η έρευνά μας, η πλήρης αποκάλυψη ενός σπουδαίου βασιλικού μυκηναϊκού τάφου, που κατεχώσθη βαναύσως, η συντήρηση και ανάδειξη του χώρου, η επισκεψιμότητά του και η διεθνής προβολή του, αίτημα το οποίο παραμένει ενεργό για εμένα και τους συνεργάτες μου.
 Η Διεθνής βιβλιογραφία, όπως αποτυπώνεται στο Review της Αmerican Journal of Archaeology, του διαπρεπούς καθηγητού Jeremy Rutter, ορίζει τα κριτήρια προκειμένου να χαρακτηρισθεί ένας χώρος ως Ανακτορικό Κέντρο της Μυκηναϊκής περιόδου, όπως οι Μυκήνες, η Τίρυνς, η Πύλος, η Θήβα, ο Ορχομενός της Βοιωτίας. Τα κριτήρια αυτά είναι:
1. Η ύπαρξη (η αποκάλυψη) Ακρόπολης με κυκλώπειο τείχος.
2. Το Μέγαρο, το κέντρο διαμονής και διοίκησης του άνακτος.
3. Η υπόγεια πηγή που περικλείεται σε επέκταση (Extension) του κυκλώπειου τείχους για προμήθεια νερού σε περίπτωση πολιορκίας.
4. Το ωργανωμένο βασιλικό Νεκροταφείο θολωτών (κυρίως) τάφων κατά προτίμησιν δυτικά του Ανακτόρου.
Ανασκαφές και έρευνες δύο εκατονταετηρίδων στην Λακωνία δεν είχαν εντοπίσει αρχαιολογικό χώρο που να πληροί τα κριτήρια αυτά, ώστε να χαρακτηρισθεί ανακτορικό κέντρο, έτσι που η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή κατέληξε στο απαισιόδοξο συμπέρασμα ότι η Λακωνία "frustrates all expectations"! Εν τούτοις η Πελλάνα, δηλ. η ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ, εδικαίωσε τις προσδοκίες μας και εκάλυψε α π ό λ υ τ α και τις τέσσερις προϋποθέσεις της επιστημονικής δεοντολογίας, διότι και Ακρόπολη έχει τειχισμένη με κυκλώπειο τείχος, το οποίο αφού κατεδαφίσθη στα ιστορικά χρόνια κατά την εισβολή του Αρκάδα Λυκομήδη στην Πελλάνα το έτος 370/69 π.Χ., μετετράπη σε δρόμο κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, ενώ βραδύτερα η περιοχή ήκμασε ως Βυζαντινό ή Φραγκικό κέντρο (πιθανώτατα η Μεσαιωνική Λακεδαιμονία, όπου βρήκαμε και σημαντικό νομισματικό θησαυρό του αυτοκράτορα Φωκά (602-610) κοπής Κωνσταντινουπόλεως, που διαψεύδει τις εικοτολογίες Fallmereier, ενώ εκείθεν ίσως ιδρύθη το 582 μ.Χ., η Μονεμβασία αλλά και η παρακείμενη Δαιμονιά.
Το Κυκλώπειο τείχος επεκτάθηκε από την Ακρόπολη στον λόφο Παλαιόκαστρο και περιέκλεισε την υπόγειο Πηγή, την οποία ο Παυσανίας τον 2ο αι.μ.Χ. ονομάζει "Πελλανίδα" και την καταγράφει ως το ένα από τα αξιοθέατα της Πελλάνας της εποχής του, με δεύτερο το Ασκληπιείο, ασφαλώς πλησίον της Πηγής, πιθανώτατα κάτω από την σημερινή πλατεία της Άσπρης Βρύσης της Πελλάνας.                        
Το Μυκηναϊκό Μέγαρο ευρέθη στην νότια πλαγιά της Ακρόπολης (Παλαιόκαστρο Πελλάνας) και παρά τις φθορές του είναι "μέγα υψιρεφές δώμα" διαστάσεων 14x35 μ. με τριμερή διαίρεση και φέρει στο μέσον του τον πρωτογεωμετρικό Ναό, καθιερωμένο στην Ελένη και τους Διοσκούρους, που επιμαρτυρεί την ιερότητά του και την πιστοποίηση της ταυτότητός του, αφού όμοιοι ναοί ευρέθησαν πάνω από όλα τα μυκηναϊκά Μέγαρα, στις Μυκήνες (Ναός Αθηνάς), στην Τίρυνθα (Ναός Ήρας), στην Θήβα (Ναός Περικιονίου Διονύσου), στον Ορχομενό (Ναός των Χαρίτων).
Το Μέγαρο βέβαια δεν είναι μόνο του, αλλά είναι στην προμετωπίδα ενός συγκροτήματος κτιρίων (φυλακείων, αποθηκών, εργαστηρίων, αρχείων) που καλύπτουν έκταση 5000 τ.μ. στην νότια πλαγιά της Ακρόπολης, ενώ ο αστικός χώρος βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο (Unterburg) περιτειχισμένος επίσης με το κυκλώπειο τείχος. Έτσι το ανακτορικό συγκρότημα στην Λακεδαίμονα είναι ένα από τα μεγαλύτερα της Μυκηναϊκής Ελλάδος, άριστα ωργανωμένο και προσανατολισμένο στην πλούσια άνω κοιλάδα του Ευρώτα, με έξοχη θέα στον μεγαλοπρεπή Ταΰγετο και ανοιχτό στις ζείδωρες αύρες του Ζέφυρου, που πνέει από τον Λακωνικό κόλπο και κάνει τον Ταΰγετο να φιλοξενεί δένδρα της Αλπικής ζώνης των Υπερβορείων μαζί με καρποφόρες ελιές, από τις οποίες ο Ηρακλής αφαίρεσε ένα "γροθάρι" και το φύτεψε στον Κρόνιο λόφο της Ολυμπίας, καθιερώνοντας τους Ολυμπιακούς αγώνες, που τελούσαν πάντοτε υπό την κηδεμονία της Σπάρτης, στους ιστορικούς χρόνους.                            
Το τέταρτο κριτήριο είναι το βασιλικό μυκηναϊκό Νεκροταφείο στην "Πελεκητή Πελλάνας" που έδωσε τους μεγαλύτερους, σε όλο τον Μυκηναϊκό κόσμο, θολωτούς λαξευτούς τάφους, έξοχα έργα τεχνολογίας και αισθητικής, με σημαντικά ευρήματα (χρυσά κοσμήματα, τα πρώτα και μόνα  που βρέθηκαν στην Μινυακή και Μυκηναϊκή Λακωνία, ψήφους ηλέκτρου, αγγεία ανακτορικού ρυθμού και πλείστα αφιερώματα στους Ήρωες-Νεκρούς κατά τους αρχαϊκούς, κλασσικούς και ρωμαϊκούς χρόνους) και κυρίως αποδεικτικά της διαχρονίας της Ανακτορικής ζωής και δράσης σε όλη την Μυκηναϊκή περίοδο (1600-1200 π.Χ.).                             
Εάν είναι θεμιτό και επιστημονικά αποδεκτό να ταυτίζουμε τα Ανακτορικά κέντρα της Μυκηναϊκής Ελλάδος με τους ήρωες του έπους, τις Μυκήνες με τον Αγαμέμνονα, την Πύλο με τον Νέστορα (βλ.το αμερικανικό σύγγραμμα του C.Blegen κ.ά. "The Palace of Nestor in Western Messenia"), το ανάκτορο των Θηβών με τον Κάδμο και τον Οιδίποδα κ.ο.κ., εξ ίσου θεμιτό είναι να συνδέσουμε το ανάκτορο στην Λακεδαίμονα με τους ήρωες του Λακωνικού παρελθόντος, τον Τυνδάρεω, τους Διοσκούρους, την Ελένη και τον Μενέλαο. Αυτή ήταν η πεποίθηση των Λακεδαιμονίων μέχρι την εποχή του Παυσανία, ο οποίος γράφει: "Τυνδάρεων φασί οικήσαι ενταύθα" (δηλ. στην Πελλάνα). Συναφώς και το Σχόλιον σε τραγωδία του Ευριπίδου για τον Τυνδάρεω ότι "οικεί εν τοις εσχάτοις της Λακεδαιμονίας". Επιγραφικά ευρήματα των ανασκαφών του υπογραφομένου και των συνεργατών του αναφέρονται στην Ε (Ελένη), τους Διοσκούρους, τον Ηρακλή και τους Ηρακλείδες οι οποίοι επιστρέψαντες απο την Δύση, την "Μεγάλη Ελλάδα - Magna Grecia", ως "Λαοί της Θαλάσσης" (Τυρρηνοί, Σαρδηνοί, Σικελοί) ανέτρεψαν το μυκηναϊκό κράτος (1200-1180 π.Χ.) και επανίδρυσαν την αγαπημένη τους πρωτεύουσα, την ομηρική Λακεδαίμονα (στην περιοχή της Πελλάνας) στην Νέα Λακεδαίμονα, την ιστορική Σπάρτη, μία νέα πόλη, αρχετυπικά Δωρική. Αλλά η περιοχή της Άνω Κοιλάδας του Ευρώτα, όπου απεκαλύφθη η χαμένη Μητρόπολις Λακεδαίμων (βλ.Getty Images) φιλοξενεί τεκμήρια και ευρήματα του χιλιόχρονου (2750-1750 π.Χ.) πολιτισμού των Μινυών, που είχαν μετατρέψει την λιμνοθάλασσα  (Lagoon-Λαγκάδα) του Ταϋγέτου σε ευδαίμονα πολυνησία με επίκεντρο την θρυλική Ατλαντίδα, όπως μετωνόμασε ο Πλάτων την Λακεδαίμονα "την υφ' ηλίω ούσαν ποτέ νήσον ιεράν", διότι η Λακεδαίμων παράγεται από το ρήμα λαγχάνω (= διανέμω με κλήρωση) και την λέξη Δαίμων (= Θεός), εν προκειμένω ο Ποσειδών ο πατρώος θεός του Μινυακού γένους, δηλ. των Ηρακλειδών, προγόνων των Δωριέων και ιδρυτών της Λακεδαίμονος-Ατλαντίδος και της Νέας Λακεδαίμονος-Σπάρτης.                                        
Η Μινυακή και εν συνεχεία η Μυκηναϊκή Λακεδαίμων υπήρξε Ανακτορικό κέντρο της Λακωνίας, έδρα των βασιλέων και των παραδόσεών της για την περίοδο 2750-1200/1180 π.Χ., όταν οι Ηρακλείδες μετέφεραν την πρωτεύουσά τους στην Σπάρτη. Έκτοτε η Λακεδαίμων έπαυσε να κατοικείται και μετετράπη σε Ιερό Χώρο, όπως υπήρξε αείποτε ως Θεράπνη, όπου ιδρύθησαν Ιερά και Ναοί (όχι οικισμοί των ελληνιστικών χρόνων, όπως εκλαμβάνεται λανθασμένα) και Ηρώα προς τιμήν των νεκρών, που εφονεύθησαν στην μάχη του 369 π.Χ. (Αινήσιππος εν πολέμω, Φλειάσιοι εν πολέμω) και ετιμήθησαν με Ηρώα, περιρραντήρια και αγγεία των κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων. Εκεί ετελούντο στους ιστορικούς χρόνους οι εορτές Ελένια και Ελενηφόρεια, όπου αι παρθένοι μετέβαιναν με άμαξες από λυγαριά (κάναθρα). Ήταν φυσικό και ιστορικά επαναλαμβανόμενο η Σπάρτη να αναδεχθεί τις λατρείες και τις γενεαλογίες της Μητρός Λακεδαίμονος και να τις  εντάξει στο πολιτικό και πολιτιστικό της γίγνεσθαι και στις διεκδικήσεις της ως Μητρόπολις του Δωρισμού, αλλά και Αχαϊκών προσωπικοτήτων, όπως ο Μενέλαος και ο Ορέστης. Άλλωστε η Σπάρτη επολεοδομήθη στα πρότυπα της Μινυακής και της Μυκηναϊκής Μητρόπολης της Λακεδαίμονος, αφού κατασκεύασε Γυμνάσιο στον Πλατανιστά σε σχήμα νησίδος που περιβαλλόταν από Εύριπο, μετέφερε τις Ηράκλειες Στήλες από το όρος Θόρνακα στον εν πεδίω Θόρνακα πρό της γέφυρας του Ευρώτα και ακολούθως την μία στο Ιερό του Υακίνθου στις Αμύκλες, όπου την είδε και ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας επιχρυσωμένη σε ύψος 16μ. περίπου, μετέτρεψε το Ιερό του Μενελάου και της Ελένης στην Νέα Θεράπνη σε σχήμα πυραμίδος, όπως ο λόφος όπου ιδρύθη αρχικά η Λακεδαίμων και έδωσε στο σχήμα του τάφου των Αγιαδών Βασιλέων κυκλική θολωτή μορφή, όπως οι διπλοί βασιλικοί Μινυακοί θολωτοί Τάφοι της Λακεδαίμονος και έθεσε τη διπλή βασιλεία της Σπάρτης υπό την κηδεμονία των Διοσκούρων.
 Η κώμη της Πελλάνας, την οποία ο Παυσανίας εχαρακτήρισε στην εποχή του "πόλιν το αρχαίον", είναι διάφορος της Λακεδαίμονος και στα ιστορικά χρόνια κατέλαβε τον χώρο νοτιοδυτικά της Πελλανίδος πηγής και του παρακείμενου σ' αυτήν Ασκληπιείου.                        
Από το έτος 2013 κυκλοφορεί το τρίτομο σύγγραμμά μου "ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ, Η υφ' ηλίω ούσα ποτε νήσος Ιερά", 1.500 περ. σελίδων και εικόνων, στις εκδόσεις "Ινστιτούτο του βιβλίου Καρδαμίτσα", το οποίο θα χαρώ να σας στείλω στην διεύθυνση που θα μου υποδεικνύατε. Η Λακεδαίμων, η Πελλάνα, η Σπάρτη, η Λακωνία που υπηρέτησα επί 22 έτη, αξίζει ό,τι δικαιούται, τον πρωτεύοντα ρόλο της στην δημιουργία, την διασπορά και την ακτινοβολία του Μινυακού - Δωρικού Πολιτισμού του Έθνους μας, Πολιτισμού πρωτογενούς και παιδαγωγού της Ελληνικής Οικουμενικότητας.»

Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020

Αναξιοποίητος και δυσπρόσιτος ο αρχαιολογικός χώρος Πελλάνας

Δημοσιεύθηκε στις 8/7/2020 από την ιστοσελίδα lakonikos.gr
Σημάδια ακραίας εγκατάλειψης, που χρόνο με τον χρόνο βαθαίνουν και πληγώνουν το κοινό αίσθημα, παρουσιάζει ο αρχαιολογικός χώρος της Πελλάνας, προμετωπίδα του οποίου αποτελούν οι περίφημοι θολωτοί τάφοι μυκηναϊκής περιόδου.
Πρόκειται για μερικά από τα σπουδαιότερα ευρήματα πολιτιστικής κληρονομιάς του 21ου αιώνα στην αρχαία πόλη της Λακεδαίμονος, που ανακάλυψε ο καθηγητής Θεόδωρος Σπυρόπουλος, τα οποία εκτός από το γεγονός ότι παραμένουν μη επισκέψιμα, βρίσκονται στο έλεος των καιρικών φαινομένων, ενώ αυξημένος είναι ο κίνδυνος αρχαιοκαπηλίας λόγω απουσίας φύλαξης.
Παρά τις έντονες αντιδράσεις για το μπάζωμα του ενός τάφου από το 2002 και παρά τις δεσμεύσεις αρμόδιων αρχών και φορέων για προσωρινή παρέμβαση, η κατάσταση παραμένει αμετάβλητη, προκαλώντας οργή και θλίψη, σύμφωνα με καταγγελίες και αναφορές κατοίκων της περιοχής. Ο αρχαιολογικός χώρος καθίσταται επισκέψιμος κατά περιόδους, ωστόσο δεν υπάρχει σταθερό καθεστώς λειτουργίας και το «λουκέτο» επανέρχεται.
Σημειώνεται ότι η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως λείψανα κατοίκησης και νεκροταφείο Πρωτοελλαδικών χρόνων, επιβλητικό μυκηναϊκό ανακτορικό συγκρότημα με κυκλώπειο τείχος, τάφο των Πρώιμων Μυκηναϊκών χρόνων (περί το 1500 π.Χ.), θολωτούς λαξευτούς τάφους Mυκηναϊκών χρόνων, τμήμα οικισμού Mυκηναϊκών και Eλληνιστικών χρόνων, λείψανα τείχους Eλληνιστικών χρόνων, άφθονη κεραμική και ειδώλια, κατάλοιπα της Φραγκοκρατίας.

Ερώτηση κ. Δαβάκη στην κα Μενδώνη.
Το εδώ και χρόνια ζήτημα της ανάδειξης και αξιοποίησης του αρχαιολογικού χώρου της Πελλάνας, επαναφέρει με νέα κοινοβουλευτική του ερώτηση προς την υπουργό Πολιτισμού κα Λίνα Μενδώνη ο βουλευτής Λακωνίας κ. Θανάσης Δαβάκης. Ο κ. Δαβάκης με σειρά ερωτημάτων προς την υπουργό ζητεί άμεση παρέμβαση, ούτως ώστε ο αρχαιολογικός χώρος της Πελλάνας να αναδειχθεί και να καταστεί στοιχειωδώς επισκέψιμος.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ερώτησης του κ. Δαβάκη:
«Για τον αρχαιολογικό χώρο της Πελλάνας, ο επίσημος διαδικτυακός κόμβος του υπουργείου Πολιτισμού, “ΟΔΥΣΣΕΥΣ”, αναφέρει τα ακόλουθα:

“Το 1926 είχαν ανασκαφεί δύο μικροί σχετικά θαλαμωτοί, λαξευτοί τάφοι στη θέση "Σπηλιές" από τον αρχαιολόγο Θ. Καραχάλιο. Λάξευμα θολόσχημο είχε καθαρισθεί στη δεκαετία του 1970 από τον Γ. Σταινχάουερ στην ίδια θέση. Οι μεγάλοι θολωτοί τάφοι και τα προϊστορικά λείψανα στην Ακρόπολη της Πελλάνας αποκαλύφθηκαν στις ανασκαφές του Δρα Εφόρου Θ. Σπυρόπουλου από το 1980-1995. Έχει γίνει μελέτη στερέωσης και στέγασης του μεγάλου θολωτού τάφου από την Διεύθυνση Αναστηλώσεως Αρχαίων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού, αλλά το έργο δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί.  Τα σημαντικότερα Μνημεία του Αρχαιολογικού Χώρου είναι:
- Νεκροταφείο θολωτών λαξευτών τάφων της μυκηναϊκής περιόδου, στη θέση "Σπηλιές". Ο μεγαλύτερος κατασκευάσθηκε στα πρώιμα μυκηναϊκά χρόνια (1500 π.Χ. περίπου) κι έχει θόλο διαμέτρου 10 μέτρων. Είναι ασφαλώς βασιλικός τάφος.
- Η Ακρόπολη της Πελλάνας, στην οποία διακρίνονται λείψανα τείχους των ελληνιστικών χρόνων και κατάλοιπα των χρόνων της Φραγκοκρατίας.
- Ακρόπολη της Πελλάνας στο λόφο "Παλαιόκαστρο", όπου πρόσφατες ανασκαφές του Θ. Σπυρόπουλου, έφεραν στο φως λείψανα κατοίκησης των πρωτοελλαδικών χρόνων (2.500 π.Χ. περίπου), στην κορυφή της Ακρόπολης (ίσως κάποιο ανακτορικό κτίσμα). Στο πρώτο άνδηρο μετά την κορυφή, ανατολικά, αποκαλύφθηκε ένας τύμβος, προερχόμενος μάλλον από ομάδα τύμβων, της πρωτοελλαδικής περιόδου, περιβαλλόμενος με λίθινη κρηπίδα. Επιτόπου βρέθηκαν ταφές και αποθέτης. Στη νότια πλαγιά του λόφου αποκαλύφθηκε τμήμα οικισμού μυκηναϊκών και ελληνιστικών χρόνων. Μνημειώδης δρόμος, πλακόστρωτος, μυκηναϊκών χρόνων με μεταγενέστερες συντηρήσεις οδηγεί από τις ανατολικές υπώρειες της ακρόπολης στην κορυφή ή σε άλλη θέση του λόφου, όπου αναμένεται σημαντικό κτίσμα, πιθανώς, το Μυκηναϊκό ανάκτορο της περιοχής. Ο ανασκαφέας κ Θ. Σπυρόπουλος υποστηρίζει ότι η Πελλάνα είναι η ομηρική πόλη Λακεδαίμων, στην οποία είχαν τα ανάκτορά τους ο Μενέλαος και η Ελένη”.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, ανεξαρτήτως της ταυτίσεως με το ανάκτορο του Μενελάου ή της Ελένης, η Πελλάνα είναι ασφαλώς μία θέση με ευρήματα από την Προϊστορική περίοδο, με σημαντικά και εξαιρετικά κατάλοιπα της Πρώιμης και Ύστερης εποχής του Χαλκού. Ειδικότερα, οι κτιστοί θαλαμωτοί τάφοι είναι μνημειακών διαστάσεων, δείγματα επιμελημένης και μοναδικής για την Πελοπόννησο ταφικής αρχιτεκτονικής.
Παρά το σημαντικό αρχαιολογικό, ιστορικό και πολιτιστικό ενδιαφέρον, ο αρχαιολογικός χώρος της Πελλάνας παραμένει αναξιοποίητος και δυσπρόσιτος στην πλειονότητα τόσο των Λακώνων όσο και των επισκεπτών της Λακωνίας. Στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου δεν παρέχεται καμία πληροφορία για το ωράριο λειτουργίας ή τη δυνατότητα επίσκεψής του (σε αντίθεση με άλλους αντίστοιχους χώρους της Λακωνίας), έστω και κατόπιν προηγούμενης συνεννόησης με την Εφορεία Αρχαιοτήτων.
Επιπρόσθετα, τόσον ο αρχαιολογικός χώρος όσο και τα μνημεία χρήζουν επεμβάσεων για τη συντήρηση, την προστασία από τις καιρικές συνθήκες και τον καλλωπισμό τους.

Ερωτάται η κα υπουργός:
1. Θα υπάρξει η δυνατότητα για το καλοκαίρι – φθινόπωρο του 2020 να καταστεί ο αρχαιολογικός χώρος της Πελλάνας επισκέψιμος, με την πρόσληψη του αναγκαίου εποχικού φυλακτικού προσωπικού;
2. Είναι δυνατή η ενημέρωση του διαδικτυακού τόπου του υπουργείου, ώστε να συμπεριλαμβάνει τη δυνατότητα επίσκεψης και το ωράριο του αρχαιολογικού χώρου Πελλάνας; Εάν ναι, είναι αντίστοιχα δυνατή η ανάλογη επικαιροποίηση για το σύνολο των αρχαιολογικών χώρων της Λακωνίας;
3. Υπάρχει προγραμματισμός από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας παρεμβάσεως ή τουλάχιστον ευπρεπισμού του αρχαιολογικού χώρου Πελλάνας και του περιβάλλοντος των ισταμένων μνημείων;
4. Αντιμετωπίζουν προβλήματα στατικότητας τα ταφικά μνημεία ή αποσάθρωσης τα οικιστικά κατάλοιπα; Εάν ναι, έχουν ληφθεί μέτρα, με την εκπόνηση των ανάλογων μελετών; Ποιο το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους;
5. Είναι δυνατή η επιτάχυνση της διαδικασίας δημοσίευσης των πορισμάτων της ανασκαφής;»

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Εικονική περιήγηση στην Ακρόπολη Αθηνών

Δεν θα πιστεύετε στα μάτια σας!

Μπορεί ένα παιχνίδι Η/Υ να μας διδάξει αρχιτεκτονική και, γενικότερα, λίγη ιστορία; Ας το εξακριβώσουμε με μια εικονική περιήγηση που γίνεται μέσω του ήρωα αυτού του παιχνιδιού στα διάφορα οικήματα (και το εσωτερικό τους) που υπήρχαν επάνω στην Ακρόπολη των Αθηνών με θαυμαστή λεπτομέρεια..!
 
 


Εικονική περιήγηση στην Αγιά-Σοφιά και την Πόλη

Μπορεί ένα παιχνίδι Η/Υ να μας διδάξει αρχιτεκτονική και, γενικότερα, λίγη ιστορία; Ας το εξακριβώσουμε με μια εικονική περιήγηση που γίνεται μέσω του ήρωα αυτού του παιχνιδιού. Η εποχή, όμως, στην οποία απεικονίζεται δεν είναι, δυστυχώς, στην περίοδο της ακμής του ναού αυτού, αλλά κατοπινή, όταν ο ναός είχε πλέον μετατραπεί σε τζαμί.


Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

Η προέλευση της ελληνικής γλώσσας

Σχετικά με το πολύ λεπτό και σημαντικό θέμα, της προέλευσης της ελληνικής γλώσσας, ανατρέξαμε στο διαδίκτυο, για να σταχυολογήσουμε με πολύ κόπο διάφορες σκόρπιες δημοσιεύσεις αλλά και περιλήψεις από σχετικά βιβλία, ώστε να μπορέσουμε να καταλάβουμε πού, τέλος πάντων, καταλήγουν οι διεθνείς, καθώς και οι ελληνικές, έρευνες των τελευταίων δεκαετιών στο ζήτημα αυτό. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει γίνει αρκετή επιπλέον έρευνα επάνω σε διάφορα μακροχρόνια γλωσσολογικά ζητήματα, και μάλιστα γίνεται πλέον συνδυασμός της επιστήμης της γλωσσολογίας όχι μόνον με την αρχαιολογία αλλά και με την γενετική, με απώτερο σκοπό να εξιχνιαστεί όσο το δυνατόν περισσότερο στο παρελθόν η αρχική πορεία και η εξέλιξη των γλωσσών στην υφήλιο.
Δεν υποστηρίζουμε, προσωπικά, κάποια από τις έρευνες αυτές, γιατί δεν τις καταλαβαίνουμε στο βάθος που απαιτούν, ούτε εκφράζουμε προσωπικές γνώμες γι΄αυτές, απλώς τις καταγράψαμε και σας τις παρουσιάζουμε. Τι στοιχεία, λοιπόν, υπάρχουν ως τώρα για την παλαιότερη εποχή της ελληνικής γλώσσας και την σύνδεσή της με τις υπόλοιπες Ινδο-Ευρωπαϊκές (Ι.Ε.) γλώσσες;
Το χρυσόμαλλο δέρας ..στην Κολχίδα, η Ιφιγένεια εν Ταύροις ..στην Ταυρίδα, ο Προμηθέας δεσμώτης ..στον Καύκασο, ο Πέλοπας από την ..Φρυγία (ή την Λυδία) της Μ. Ασίας [εξ ου και Πελοπόννησος] και άλλοι σχετικοί μύθοι απηχούν κάτι από το απώτερο παρελθόν των Ελλήνων;

Α.7
Η ομιλούμενη σήμερα Νεοελληνική γλώσσα εντάσσεται χρονικά στους τελευταίους αιώνες έως σήμερα και τυπικά ξεκινά από τον 18ο αι.
Α.6
Πριν από αυτήν έχουμε την Μεσαιωνική ή Βυζαντινή γλώσσα, η οποία ξεκινά κατά τον 4ο αι. μ.Χ. (330 μ.Χ., ίδρυση Κων/πολης) ή τον 6ο αι. μ.Χ. (527-565 μ.Χ., εποχή Ιουστινιανού Α').
Α.5
Προηγουμένως υπήρξε η Μεταγενέστερη ή Ελληνιστική ή Αλεξανδρινή ή Κοινή γλώσσα, η οποία τυπικά ξεκινά κατά τον 3ο αι. π.Χ.
Α.4
Και τέλος, πριν από αυτήν έχουμε την Αρχαία Ελληνική γλώσσα, η οποία ξεκινά από το 1400 π.Χ. (ύστερη μυκηναϊκή εποχή) και φθάνει έως τον 4ο αι. π.Χ. (323 π.Χ., θάνατος Μ. Αλεξάνδρου) και διακρίνεται στις διάφορες διαλέκτους της (δωρική, ιωνική, αιολική κλπ.).
Η διαμόρφωση των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων οριστικοποιείται στον ελλαδικό χώρο γύρω στο 600 π.Χ.
Η δωρική κάθοδος των Ηρακλειδών συμβαίνει γύρω στο 1100 π.Χ. από τα Β.Δ. του ελλαδικού χώρου μέσω της οροσειράς της Πίνδου προς το νότιο άκρο του και κατακλύζει τον μυκηναϊκό κόσμο, που έχει αποδυναμωθεί μετά τον Τρωικό πόλεμο γύρω στο 1180 π.Χ.
Με τις κινήσεις των ελληνικών φύλων που σημειώνονται κατά την διάρκεια του 12ου αι. π.Χ. και την εγκατάστασή τους στον ελλαδικό χώρο διαμορφώνονται τα μόνιμα πλέον χαρακτηριστικά τους. Ο γεωγραφικός παράγοντας έπαιζε πρωταρχικό ρόλο σε αυτές τις μετακινήσεις, οι οποίες έχουν γενικώς μια κίνηση από τα βόρεια προς τα νότια:
α) οι Δωριείς, το τελευταίο ελληνικό φύλο που μετακινείται μαζικά, από την Πίνδο όπου ζούσαν, μετακινήθηκαν προς τον νότο και εγκαταστάθηκαν σε ένα τμήμα της Στερεάς Ελλάδας και στην Πελοπόννησο, ενώ στην συνέχεια προωθήθηκαν σε μερικές από τις Κυκλάδες (Μήλο, Θήρα) και αργότερα στην Κρήτη,
β) οι Θεσσαλοί, που αρχικά ζούσαν και αυτοί στην περιοχή της Πίνδου, εγκαταστάθηκαν στην σημερινή Θεσσαλία, εξαναγκάζοντας τους παλαιούς κατοίκους της να μετακινηθούν,
γ) οι Βοιωτοί και οι Αιολείς, που ήταν οι πρώην κάτοικοι της Θεσσαλίας, εξαναγκάζονται οι πρώτοι να μετακινηθούν προς την σημερινή Βοιωτία [όπου οι Μινύες είχαν ως έδρα τους τον Ορχομενό], ενώ οι δεύτεροι να μεταναστεύσουν στην Λέσβο, στην Τένεδο και στην Μ. Ασία, και
δ) οι Ίωνες, που ζούσαν στην βόρεια Πελοπόννησο, καταφεύγουν στην Αττική, στην Εύβοια και στις Κυκλάδες.
Α.3
Η αρχαία Ελληνική γλώσσα, όμως, προήλθε από μια πρώιμη Ελληνική γλώσσα, η οποία προέκυψε γύρω στο 2000 π.Χ. και από αυτήν κατά την περίοδο 2000 - 1400 π.Χ. δημιουργούνται στον ελλαδικό χώρο δύο βασικοί κλάδοι, πρόδρομοι των διαλέκτων:
α) ο βόρειος κλάδος (πρόδρομος της ΔωρικήςΒ.Δ. Ελληνικής και Αιολικής), ο οποίος μιλιόταν στις Β.Δ. παρυφές του μυκηναϊκού κόσμου και
β) ο νότιος ή μυκηναϊκός κλάδος (πρόδρομος της Αττικο-Ιωνικής και της Αρκαδο-Κυπριακής), ο οποίος μιλιόταν στον κυρίως μυκηναϊκό κόσμο της Βοιωτίας, της Αττικής και της Πελοποννήσου (μας είναι γνωστός από τις πήλινες πινακίδες με την Γραμμική Β).
Οι δύο αυτοί κλάδοι της αρχαίας Ελληνικής προήλθανμετά και από την αλληλεπίδραση με τις μη Ι.Ε. γλώσσες που πρωτοσυνάντησε στον ελλαδικό χώρο.
Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν διάσπαρτα στον ελλαδικό χώρο, αλλά και στον μικρασιατικό, τοπωνύμια μη ελληνικής προέλευσης με καταλήξεις σε -νος/να, -νθος/νθα, -νδος/νδα, -σσος/ττος (π.χ. Μύκονος / Μύρινα, Κόρινθος / Τίρυνθα, Λίνδος / Καρύανδα, Αλικαρνασσός / Λυκαβηττός). Συνήθως αποκαλούνται “προελληνικά”, ενώ ήδη από τους αρχαίους συγγραφείς γνωρίζουμε για τους ΠελασγούςΛέλεγες και Κάρες (όπως και για τους σημιτικής γλώσσας Φοίνικες), που υπήρχαν πριν στην περιοχή. Τα τοπωνύμια αυτά γίνονται ολοένα και λιγότερα, όταν κινούμαστε προς τα βόρεια και τα δυτικά, ενώ εξαφανίζονται τελείως στην Ήπειρο, όπου υπάρχουν μόνον ελληνικά. Αυτό οδηγεί τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι ο Β.Δ. ελλαδικός χώρος ήταν η κατοικία των πρώτων Ελλήνων λίγο πριν διασκορπιστούν στην κυρίως ελλαδική χερσόνησο.
Α.2
Η πρώιμη Ελληνική γλώσσα που αναπτύχθηκε στον ελλαδικό χώρο, όμως, προήλθε από μια πρωτο-Ελληνική γλώσσα, που διαμορφώθηκε στα Βαλκάνια γύρω στο 2500 - 2000 π.Χ., περιοχή στην οποία υπήρχαν ουσιαστικά οι εξής τρεις ομάδες γλωσσών (και όχι αμιγείς γλώσσες):
α) ο Ελληνο-Φρυγικός κλάδος, μέσα στον οποίο οι ομιλητές της πρωτο-Ελληνικής γλώσσας συγγένευαν γλωσσικά με τους γείτονές τους, τους ομιλητές της πρωτο-Φρυγικής γλώσσας, που κατοικούσαν στα Β.Α. τους (δεν υπήρχε, ακόμα, αμιγώς ούτε ελληνική ούτε φρυγική γλώσσα), απ' όπου αρκετά αργότερα οι Φρύγες μετανάστευσαν στην Μ. Ασία (γνωστοί και από τον βασιλιά τους, τον Μίδα, που ο μύθος έλεγε πως ό,τι ακουμπούσε γινόταν χρυσός).
β) ο Ινδο-Ιρανικός κλάδος, γειτονικός με τον Ελληνο-Φρυγικό κλάδο ανατολικότερα, καθώς και
γ) ο Αρμενικός κλάδος.
Α.1
Προηγουμένως, όμως, οι τρεις αυτοί κλάδοι συνυπήρχαν ως μία ενότητα, κατά το διάστημα 3000 - 2500 π.Χ., μέσα σε μία κοινή γλωσσική ομάδα, τον λεγόμενο Ελληνο-Άριο κλάδο (από τον οποίο και διασπάστηκαν γύρω στο 2500 π.Χ.).
Εκείνη την εποχή, επιπλέον, για τους προδρόμους της πρωτο-Ελληνικής γλώσσας διαφαίνεται ότι ανήκαν τελικά σε δύο ομαδοποιήσεις των ύστερων Ι.Ε. γλωσσών (επειδή αυτοί πρόλαβαν να αναπτύξουν περαιτέρω κοινούς νεωτερισμούς με τους προδρόμους ορισμένων άλλων γλωσσών), οι οποίες είναι:
α) ο Ελληνο-Άριος κλάδος (Ελληνική, Φρυγική, Αρμενική, Ινδο-Ιρανικός κλάδος), στον οποίο οι πρόδρομοι αυτών των γλωσσών ήταν γειτονικοί:
α1) είτε στις Στέππες (στον πολιτισμό Yamnaya, [στεππική θεωρία]),
α2) είτε δυτικότερα μεταξύ του κάτω Δούναβη και του ποταμού Δνείστερου [υπόθεση Renfrew],
γι' αυτό και διαθέτουν ως κοινό νεωτερισμό την ρηματική χρονική αύξηση *e- (π.χ. λέγω - έλεγον) και
β) ο Βαλκανικός κλάδος (Ελληνική, Αρμενική, Αλβανική, Φρυγική, ίσως και Θρακική), στον οποίο οι πρόδρομοι αυτών των γλωσσών εισήλθαν, έπειτα, σχεδόν ταυτόχρονα στα Βαλκάνια,
γι' αυτό και διαθέτουν, οι τρεις πρώτοι, ως κοινούς νεωτερισμούς το αρνητικό μόριο *mē (π.χ. μή, μήτε) και τις ρηματικές καταλήξεις *-m-ai, *-s-ai, *-t-oi κλπ. (π.χ. λέγομαι, -σαι, -ται).
Έτσι, ύστερα από την απόσχιση και αυτών των δύο κλάδων, ο Ελληνο-Φρυγικός κλάδος, όπως αναφέρθηκε, κατέρχεται στα Βαλκάνια γύρω στο 2500 π.Χ., από τον οποίο και προήλθε η πρωτο-Ελληνική γλώσσα γύρω στο 2000 π.Χ.
----------------
Β.
Απόσχιση γλωσσικών κλάδων για πρώτη φορά, όμως, από την αρχική Ι.Ε. γλώσσα και στην συνέχεια απομάκρυνση αυτών από την περιοχή των στεππών συνέβη αρκετά πριν το 3000 π.Χ. Ήταν η πρώτη απόσχιση των εξής δύο πρώιμων κλάδων της Ι.Ε. γλώσσας:
α) ο Ανατολιακός κλάδος, που αποσχίσθηκε πρώτος, πριν το 3500 π.Χ. (θεωρείται τόσο παλαιός, ώστε η λεγόμενη Ινδο-Χεττιτική θεωρία να εικάζει ότι σε σχέση με την πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα είναι αδελφή της μάλλον παρά η παλαιότερη θυγατέρα της) και κατευθύνθηκε νότια από τις Στέππες και προς την περιοχή της Ανατολίας στην σημερινή Τουρκία και
β) ο Τοχαρικός κλάδος, που αποσχίστηκε δεύτερος αργότερα και κατευθύνθηκε προς τα ανατολικά της Κασπίας.

---------------- ----------------

Η πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα, όπως φάνηκε ανωτέρω, δεν παρέμεινε σταθερή στο πέρασμα των αιώνων, γι' αυτό και η εξέλιξή της συνολικά διακρίνεται σε 3 χρονικές φάσεις:
α) Πρώιμη πρωτο-Ι.Ε. , β) Μέση πρωτο-Ι.Ε. , γ) Ύστερη πρωτο-Ι.Ε.
Η κάθε θυγατρική πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα αποσχίσθηκε από την πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα σε διαφορετική εποχή και επομένως διατήρησε διαφορετικά χαρακτηριστικά της μητρικής γλώσσας.

Μια βασική διαφορά μεταξύ της Πρώιμης πρωτο-Ι.Ε. (που κληρονόμησε ο Ανατολιακός κλάδος) και της Μέσης πρωτο-Ι.Ε. (που προέκυψε μετά την απόσχιση του Ανατολιακού κλάδου) είναι το λεξιλόγιο της τροχοζωήλατης μεταφοράς: το λεξιλόγιο αυτό μπορεί να αναδομηθεί για την Μέση πρωτο-Ι.Ε., αλλά όμως απουσιάζει από τον Ανατολιακό κλάδο σχεδόν εξ ολοκλήρου. Επειδή ο τροχός και τα τροχοφόρα μέσα ανακαλύφθηκαν λίγους αιώνες πριν ή μετά το 3500 π.Χ. και απαντώνται από την Ευρώπη μέχρι και την Μεσοποταμία, συμπεραίνουμε ότι:
α) ο Ανατολιακός κλάδος είχε αποσχιστεί ήδη πριν το 3500 π.Χ., ενώ
β) η Μέση πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα δεν είχε ακόμη διασπαστεί το 3500 π.Χ.

Ο Ανατολιακός κλάδος αποσχίσθηκε νωρίς, γι' αυτό και φανερώνει χαρακτηριστικά της Πρώιμης πρωτο-Ι.Ε., π.χ. τα λαρυγγικά *h1*h2*h3 (*h2osth1 = οστό > χεττιτικό hastāi, ελληνικό οστούν, λατινικό ossum), το επίθημα *-ont- για τις μετοχές (π.χ. ελληνικό έχων/έχοντος, λατινικό habens/habentis) κ.ά.

Από την Ύστερη πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα κατάγονται οι πρόδρομοι των θυγατρικών Ι.Ε. γλωσσών (Κελτική, Γερμανική, Βαλτο-Σλαβική, Ιταλική, Ελληνική, Αλβανική, Αρμενική, Ινδο-Ιρανική). Οι γλώσσες αυτές εμπεριέχουν και το λεξιλόγιο της τροχοζωήλατης μεταφοράς (καθώς και το ρηματικό σύστημα Rix-Cowgill).
Η Ελληνική γλώσσα είναι, θα λέγαμε, μια τελευταία θυγατέρα της Ύστερης Ι.Ε. γλώσσας, επειδή παρ' ολίγον δεν υπέστη την λεγόμενη σατεμοποίηση (όπως και η Φρυγική), την οποία υπέστησαν οι συγγενικότερες αδελφές της (Αλβανική, Αρμενική, Ινδο-Ιρανική), καθώς ο Ελληνο-Φρυγικός κλάδος αποχώρησε την τελευταία στιγμή από τις Στέππες.
Στην γλωσσολογία οι Ι.Ε. γλώσσες εντάσσονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες λόγω της σατεμοποίησης συγκεκριμένων φθόγγων (*k’ > ts > s, *g'(h) > dz > z), μια ονομασία που προήλθε από το χαρακτηριστικό παράδειγμα ως προς το πώς εξελίχθηκε το αρχικό σύμφωνο για την I.E. λέξη *kmtóm = “100”, δηλ. με αρχικό κ ή σ αντίστοιχα):
α) τις γλώσσες centum (π.χ. ελληνικό εκατόν, λατινικό centum = 100) και
β) τις γλώσσες satem (π.χ. αβεστικό satem, σανσκριτικό satam = 100).
O Ινδο-Ιρανικός κλάδος προέκυψε από την Ύστερη Ι.Ε., ενώ οι γλώσσες centum προήλθαν από την Μέση Ι.Ε., άρα δεν μπορεί να είναι παλαιότερες του 3500 π.Χ. Ειδικότερα, η Ελληνική γλώσσα, επειδή κατάγεται από το τέλος της Μέσης Ι.Ε. και την αρχή της Ύστερης Ι.Ε., δεν μπορεί να είναι παλαιότερη του 3000 π.Χ.
----------------
Α.1 + Β.
Η Ι.Ε. γλωσσική οικογένεια απαρτίζεται από τις γλώσσες εκείνες που έχουν φυλογενετική συγγένεια, δηλ. έχουν κοινή καταγωγή, αποτελώντας τις θυγατέρες, ας πούμε, της μητρικής πρωτο-Ι.Ε. γλώσσας, η οποία μιλιόταν κατά την προϊστορία και δεν έχει καταγραφεί, επειδή δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμα η γραφή. Η πρώτη καταγραφή, όμως, ενός παλαιότερου θυγατρικού κλάδου της, του Ανατολιακού κλάδου, υπάρχει χάρη στις λέξεις των Χετταίων και των Λουβιτών της Μ. Ασίας που βρέθηκαν σε ασσυριακά κείμενα του 1900 π.Χ.
Για να προσδιοριστεί σωστά η κοιτίδα αλλά και η χρονική αφετηρία της πρωτο-Ι.Ε. γλώσσας, υπάρχουν μέχρι στιγμής τα εξής επιστημονικά στοιχεία:
α) το αναδομημένο λεξιλόγιο της δείχνει προσέγγιση με την νεολιθική εποχή (6500 - 3000 π.Χ.), όπως με την αγροκτηνοτροφική οικονομία, π.χ. *h2erh3(= οργώνω), *h2melg’- (= αρμέγω),
β) αντάλλαξε περισσότερα από ένα δάνεια με την Ουραλική και την Καρτβελιανή γλώσσα, ακριβώς επειδή θα πρέπει να βρισκόταν κοντά στις κοιτίδες αυτών των δύο γλωσσών, δηλ. στις Στέππες,
γ) ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένη με το άλογο (*h1ek’wos = ίππος), ένα κατεξοχήν ζώο της Στέππας κατά την εποχή από το 5000 - 3000 π.Χ.,
δ) έχει ένα κοινό λεξιλόγιο για την τροχοζωήλατη μεταφορά, το οποίο μπορεί να αναδομηθεί μόνο για τις θυγατρικές ομάδες της Ύστερης Ι.Ε. (εκτός από τον Ανατολιακό και τον Τοχαρικό κλάδο) και επομένως η διάσπαση της Ύστερης Ι.Ε. έγινε μετά την εφεύρεση των τροχοζωήλατων μέσων, δηλ. μετά το 4000 π.Χ.,
ε) το αναδομημένο λεξιλόγιο της δεν περιέχει λέξεις της μεσογειακής χλωρίδας και πανίδας, αλλά οι λέξεις αυτές προστέθηκαν στο Ι.Ε. λεξιλόγιο έτοιμες από τις προϋπάρχουσες μη Ι.Ε. γλώσσες της Μεσογείου.

Τα στοιχεία αυτά οδηγούν σε πολύ συγκεκριμένα συμεράσματα και, συνοπτικά, καθιστούν ως:
α) περισσότερο πιθανή την στεππική θεωρία Kurgan” (δηλ. κοιτίδα οι Στέππες βορείως του Εύξεινου Πόντου και της Κασπίας την περίοδο 5000 - 3000 π.Χ., δηλ. μέσα στην νεολιθική εποχή) και
β) λιγότερο πιθανή την ανατολιακή υπόθεση του Renfrew (δηλ. κοιτίδα η νεολιθική Ανατολία στην σημερινή Τουρκία μετά το 7000 π.Χ., δηλ. από το τέλος της παλαιολιθικής εποχής και μετά).

Πιο αναλυτικά, σχετικά με το θέμα της άφιξης στην ελλαδική χερσόνησο των πρωτο-Ελλήνων, δηλαδή των φορέων της γλώσσας που εξελίχθηκε τελικώς στις ελληνικές διαλέκτους, κυριαρχούν δύο θεωρίες:
α) η στεππική θεωρία Kurgan (των Gimbutas, Adams, Mallory, Anthony κ.ά.), που είναι η ευρέως αποδεκτή υπόθεση, σύμφωνα με την οποία η περιοχή όπου μιλιόταν η πρωτο-Ι.Ε. γλώσσα ήταν χωρικά στις Στέππες βορείως του Εύξεινου Πόντου και της Κασπίας και χρονικά στην περίοδο 5000 - 3000 π.Χ., ενώ η άφιξη των πρωτο-Ελλήνων στην Ελλάδα γίνεται περίπου στο 2200 π.Χ. μέσα σε ένα γενικότερο μοντέλο εξάπλωσης των Ι.Ε. γλωσσών.
β) η ανατολιακή υπόθεση του Renfrew, που είναι και η κύρια εναλλακτική θεώρηση, καθώς προσπαθεί να εξισώσει την εξάπλωση των Ι.Ε. γλωσσών με την νεολιθική εποχή της Ευρώπης.
Στην πρώτη εκδοχή της τοποθετούσε την αφετηρία χωρικά στην Ανατολία της σημερινής Τουρκίας και χρονικά στο 7000 π.Χ. Ωστόσο προέκυψαν κάποια προβλήματα που ανάγκασαν τελικά τον Renfrew να την αναθεωρήσει.
Στην δεύτερη εκδοχή της, πλέον, υποστηρίζει ότι το 7000 π.Χ. στην Ανατολία υπήρχε η προ-Ι.Ε. γλώσσα η οποία διασπάστηκε σε:
β1) πρωτο-Ανατολιακή που παρέμεινε στη θέση της και μετατρέπεται από παλαιότερη θυγατέρα της Ι.Ε. γλώσσας σε μεγαλύτερη αδελφή της, και
β2) σε μια άλλη ομάδα η οποία μετανάστευσε πρώτα στην Ελλάδα και κατόπιν στις περιδουνάβιες χώρες περίπου το 5000 π.Χ.
Στην πρώτη εκδοχή της οι πρωτο-Έλληνες τοποθετούνταν στην Ελλάδα περί το 6000 π.Χ., κάτι το οποίο γλωσσολογικά είναι απίθανο, ενώ στην δεύτερη εκδοχή της οι πρωτο-Έλληνες κατέβηκαν από τις περιδουνάβιες περιοχές μετά το 3000 π.Χ.
Θα πρέπει να αναφερθεί, όμως, ότι υπάρχει και μια τρίτη σχετική θεωρία για τις Ι.Ε. γλώσσες:
γ) η θεωρία της παλαιολιθικής συνέχειας (των Alinei, Costa, Poghirc, Hausler, Otte κ.ά.), η οποία υποστηρίζει ότι όλες οι Ι.Ε. γλώσσες κατάγονται από την Ευρώπη και έχουν συνεχή παρουσία και εξέλιξη από την παλαιολιθική εποχή (λήγει το 6500 π.Χ.). Βασίζεται σε μια σύνθεση γλωσσολογικών και αρχαιογενετικών μελετών (αμφιλεγόμενη για πολλούς), που υποδεικνύουν ότι το 80% των Ευρωπαίων έχει παλαιολιθική προέλευση, καθώς και αρχαιολογικών δεδομένων που υποδεικνύουν ευρωπαϊκή πολιτισμική συνέχεια.Υποστηρίζει ότι υπάρχει ανεπάρκεια αποδείξεων μιας Ι.Ε. εισβολής κατά την εποχή του χαλκού (4η χιλιετία π.Χ.), έλλειψη γενετικής αλλαγής από την παλαιολιθική εποχή, επισημαίνοντας και την αναλογία με την παλαιολιθική καταγωγή των ουραλικών πληθυσμών και γλωσσών στην Ευρασία.
  Οι αντίπαλοι της θεωρίας, όμως, υπενθυμίζουν ότι η γενετική συνέχεια δεν σημαίνει και γλωσσική συνέχεια. Η βασική διαφωνία τους εντοπίζεται στην μεγάλη ιστορική διάρκεια, καθώς θεωρούν ότι γενικώς οποιοσδήποτε συσχετισμός μεταξύ των γλωσσών εξαφανίζεται το πολύ μέσα σε 10000 χρόνια. Η θεωρία της συνέχειας, όμως, υποστηρίζει ότι οι γλωσσολογικές μεταβολές έχουν πολύ πιο αργή εξέλιξη, όταν δεν συντρέχουν κοινωνικές και πολιτικές μεταβολές και επομένως η καταγωγή των Ι.Ε. από την εποχή του χαλκού έχει ανεπαρκή ιστορική διάρκεια, για να δικαιολογήσει την ποικιλία της Ι.Ε. ομογλωσσίας.
Λόγω αυτής της θεωρίας οι προηγούμενες δύο (θεωρίες Kurgan και Renfrew) λογίζονται ως θεωρίες ασυνέχειας.

Συμπερασματικά, οι δύο πρώτες γλωσσολογικές θεωρίες, αν και αντίπαλες, καταλήγουν λίγο-πολύ στο συμπέρασμα ότι στην Ελλάδα εμφανίζονται οι λεγόμενοι προ-Έλληνες [ανατολιακόφωνοι] γύρω στο 2500 μ.Χ. και μάλιστα μόλις λίγους αιώνες πριν από τους λεγόμενους πρωτο-Έλληνες [στεππαίους] που εμφανίζονται γύρω στο 2200 π.Χ. Πάντως, με άλλα λόγια, οι ερευνητές αποφαίνονται πως αμιγής ελληνική γλώσσα δεν υπήρχε πριν το 2500 π.Χ. Την εποχή αυτή, δηλαδή, η ελληνική γλώσσα (όπως συνέβη και με τις υπόλοιπες γλώσσες) προήλθε μέσα από μια συγκεκριμένη γλωσσική υποομάδα, η οποία διαμορφώθηκε σιγά-σιγά μέσα στην αρχική ενιαία Ι.Ε. γλώσσα.
Έτσι η ελληνική γλώσσα δεν εισήλθε προκατασκευασμένη στην ελλαδική χερσόνησο, αλλά προέκυψε από την αλληλεπίδραση των διαφόρων γλωσσών που βρέθηκαν κάποια στιγμή να μιλούνται στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Οι πρωτο-Έλληνες ήταν οι φορείς που εισήγαγαν εκείνη την μορφή της Ι.Ε. γλώσσας, η οποία περιείχε τα βασικά θεμέλια πάνω στα οποία σχηματίστηκε σε ελληνικό έδαφος το σώμα των αρχαίων ελληνικών διαλέκτων.
Οι δύο πρώτες θεωρίες, όμως, διαφέρουν σημαντικά σχετικά με το ανατολιακό προελληνικό πληθυσμό:
α) η υπόθεση του Renfrew υποστηρίζει ότι η άφιξη των ομιλητών της ανατολιακής γλώσσας από την Ανατολία στον ελλαδικό χώρο έγινε οποτεδήποτε μετά το 7000 π.Χ.
β) η θεωρία Kurgan υποστηρίζει ότι αρχικά η προέλαση από τις Στέππες προς τον Δούναβη έγινε λίγο πριν το 4000 π.Χ., ενώ η είσοδος στην Ανατολία έγινε κατά την περίοδο 3500 - 2500 π.Χ. (μιας και βρέθηκαν λέξεις των Χετταίων και των Λουβιτών της Μ. Ασίας σε ασσυριακά έγγραφα του 1900 π.Χ.). Στην συνέχεια:
β1) ο Ελληνο-Φρυγικός κλάδος, που φθάνει από τις Στέππες στον Δούναβη, εισέρχεται αργότερα στα Βαλκάνια και
β2) ο Ανατολιακός κλάδος, που κατοικεί στα Βαλκάνια, ωθείται την ίδια εποχή προς την Προποντίδα, όπου εκεί διαιρείται σε:
β2.1) μια υποομάδα που περνάει απέναντι στην Μικρά Ασία και
β2.2) μια υποομάδα που προχωράει στην δυτική ακτή, ή και μέσω των νησιών, του Αιγαίου πελάγους και καταλήγει στην Ελλάδα.
Η υπόθεση Renfrew, λοιπόν, φέρνει τους ανατολιακόφωνους προ-Έλληνες γύρω στο 2500 μ.Χ. στην Ελλάδα, δηλ. μόλις λίγους αιώνες πριν από τους στεππαίους πρωτο-Έλληνες που ήρθαν γύρω στο 2200 π.Χ. σύμφωνα με την θεωρία Kurgan.
----------------
Ένα παράδοξο, όμως, με τον Ελληνο-Φρυγικό κλάδο είναι ότι συνδέεται στενότερα με τον Ινδο-Ιρανικό και τον Αρμενικό κλάδο (παρά με τις άλλες ευρωπαϊκές Ι.Ε. γλώσσες, όπως θα αναμέναμε), επειδή εμφανίζουν κοινούς νεωτερισμούς, δηλ. την ρηματική χρονική αύξηση *e- (λέγω έλεγον), το αρνητικό μόριο *mē (μή, μήτεκαι τις ρηματικές καταλήξεις *-m-ai, *-s-ai, *-t-oi κλπ. (π.χ. λέγομαι, -σαι, -ται).
  Ο Ινδο-Ιρανικός και ο Αρμενικός κλάδος, επίσης, υπέστησαν σατεμοποίηση, ενώ ο Ελληνο-Φρυγικός όχι. Επομένως ο Ελληνο-Φρυγικός κλάδος πρέπει να κατάγεται από μια πολύ όψιμη εποχή της Μέσης Ι.Ε., έτσι ώστε να μπορέσει να αναπτύξει κοινούς νεωτερισμούς με τις γλώσσες που υπέστησαν τελικά την σατεμοποίηση, χωρίς όμως την τελευταία στιγμή να την υποστεί και ο ίδιος. Άρα η Ελληνική κατάγεται από μια Ι.Ε. ομάδα, τον Ελληνο-Άριο κλάδο (τον κοινό πρόγονο του Ελληνο-Φρυγικού και του Ινδο-Ιρανικού/Αρμενικού κλάδου), που μιλιόταν στις Στέππες γύρω στο 3000 π.Χ., από τις οποίες αποχώρησε λίγο πριν την σατεμοποίηση. Κατά συνέπειαν, η παρουσία των πρωτο-Ελλήνων στην ελλαδική χερσόνησο πριν το 2500 π.Χ. φαίνεται απίθανη, αλλά υποδεικνύει και ότι η Ελληνο-Φρυγική ομάδα βρισκόταν ήδη στα Βαλκάνια εκείνη την εποχή, επειδή δεν υπέστη την σατεμοποίηση που συνέβη στις ομάδες που βρίσκονταν στις Στέππες.
Επιπλέον, επειδή και οι δύο θεωρίες συμφωνούν με την τοποθέτηση των πρώιμων Ινδο-Ιρανών στον λεγόμενο πολιτισμό Sintashta (και κατόπιν στον πολιτισμό Andronovo) γύρω στο 2000 π.Χ., αυτό έχει ως συνέπεια την άμεση σχέση με την εποχή εμφάνισης των πρωτο-Ελλήνων στον ελλαδικό χώρο. Ένα παράδοξο, όμως, σχετικά με τον Ινδο-Ιρανικό κλάδο είναι ότι όταν κατευθύνθηκε προς τα ανατολικά, δεν δέχθηκε επιδράσεις από τις σημιτικές γλώσσες που υπήρχαν από την Παλαιστίνη μέχρι και την Μεσοποταμία, αλλά προσπέρασε αλώβητος από εκεί για να καταλήξουν τελικά οι πληθυσμοί του στην Περσία και την Ινδία αντίστοιχα.
----------------
Σχετικά, τώρα, με το ζήτημα του ποιος εισήγαγε τον ίππο στην Ελλάδα, επειδή το παλαιότερο δείγμα στα Βαλκάνια είναι ένα ιππόμορφο σκήπτρο στο Porodin της Σερβίας γύρω στο 2500 π.Χ., ενώ τα παλαιότερα οστά αλόγου βρέθηκαν στην Τρωάδα και στην Λέρνα του αργολικού κόλπου και χρονολογούνται λίγο μετά το 2000 π.Χ., είναι λογικό να υποθέσουμε ότι από τις Στέππες το άλογο μεταφέρθηκε πρώτα στα Ν.Δ. Βαλκάνια και στην συνέχεια στον ελλαδικό χώρο. Στη Μεσόγειο δεν υπήρχε το άλογο, αλλά ο γάιδαρος. Ακόμα και οι Σουμέριοι, όταν πρωτοείδαν το άλογο, το ονόμασαν “γάιδαρο του βουνού”. Οι πρωτο-Έλληνες χρησιμοποιούσαν την Ι.Ε. λέξη για το άλογο *h1ek’wos (= ἵππος, π.β. και μυκηναϊκό íkkʷos / i-qo, αιολικό íkkos / ἴκκος), που απαντάται και σε άλλες Ι.Ε. γλώσσες (π.χ. λατινικό equus, ινδο-ιρανικό asva/aspa κλπ.).
Παράλληλα, την ίδια εποχή με την εμφάνιση του αλόγου στην ελληνική χερσόνησο, εμφανίζεται στην ανατολική ακτή της Αδριατικής ένας πολιτισμός που εξάγει μετά το 2200 π.Χ. με το ναυτικό εμπόριο την κεραμική του, την λεγόμενη κεραμική Četina. Η κεραμική αυτή αναπτύσσεται ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο τα επόμενα χρόνια, έτσι ώστε να μπορούμε να υποθέσουμε ακόμα και ότι η προέλαση των πρωτο-Ελλήνων στην νότια Ελλάδα μπορεί να προέκυψε μετά από συμπόρευσή τους (και μάλιστα με την βοήθεια του πολεμικού ιππικού τους) με τους εμπόρους της κεραμικής Četina, ώστε οι τελευταίοι να αποκτήσουν ναυτικές βάσεις στην Πελοπόννησο.
Τέλος, μια γενετική μελέτη σύγκρισης του DNA Μυκηναίων και Μινωϊτών έδειξε πρόσφατα ότι διαφέρουν κατά ένα ποσοστό μικρότερο του 20% μεταξύ τους. Οι Μυκηναίοι και οι Μινωίτες, λοιπόν, φάνηκε ότι είναι πολύ κοντά γενετικά, με την πλειονότητα του DNA τους να είναι Ανατολιακής προέλευσης, ενώ ένα 4% - 16% του DNA τους δείχνει να προέρχεται από βόρειους πληθυσμούς των Στεππών του Καυκάσου.
Η γενετική, γενικότερα, υποδεικνύει ότι στην ελλαδική χερσόνησο οι Ι.Ε. πληθυσμοί, από όπου και αν προήλθαν, ήταν αρχικά μικρή μειοψηφία και ότι οι παλαιότεροι πληθυσμοί που συνάντησαν στην περιοχή αυτή ήταν γεωργοί που προέρχονταν από την Β.Δ. Ανατολία, καθώς και κυνηγοί τροφοσυλλέκτες που είχαν ενσωματωθεί στους γεωργούς. Η γλωσσολογία, εξάλλου, υποδεικνύει ότι στην περιοχή υπήρχαν αρχικά πληθυσμοί που μιλούσαν ανατολιακές γλώσσες και στην συνέχεια ακολούθησαν οι προ-Έλληνες.
Εν κατακλείδι, θα πρέπει να επισημανθεί απαραιτήτως ότι μερικοί γλωσσολόγοι, βασιζόμενοι στις ομοιότητες των Ι.Ε. γλωσσών με άλλες γλώσσες της Ευρασίας, προτείνουν ότι οι Ι.Ε. γλώσσες είναι μέρος μιας υποθετικής πρωταρχικής παγκόσμιας πρωτο-γλώσσας, της λεγόμενης νοστρατικής γλώσσας.
Η ονομασία nostratic προήλθε από την λατινική αντωνυμία noster, nostra, nostrum (= δικός, -ή, -ό μας) και η μελέτη ξεκίνησε από την ετυμολογική σύγκριση των πολύ βασικών λέξεων κάθε γλώσσας ή έθνους, όπως, π.χ. θεός, ουρανός, γη, άνθρωπος, ζώο, τροφή, νερό, γάλα κλπ. και διαπιστώθηκε ότι τέτοιες λέξεις μπορούσαν να αναχθούν σε μία πανάρχαια κοινή πρωτο-γλώσσα (και με ειδικά πρόσθετα σύμβολα αποτυπώθηκαν οι φθόγγοι αυτής της γλώσσας), η οποία περιλαμβάνει τις νότιες καυκασιανές γλώσσες ή καρτβελιανές, τις ουραλικές γλώσσες, τις αλταϊκές γλώσσες, τις δραβιδικές γλώσσες, καθώς και τις αφροασιατικές γλώσσες.

Προέλευση: etymologias.blogspot