Κυπαρίσσι, Λογκανίκος, Βεργαδέικα, Φουντέικα, Άγ. Κωνσταντίνος (Ρεγκόζενα), Αγόριανη, Γεωργίτσι, Αλευρού, Καστόρειο (Καστανιά), Λουσίνα, Ντεμήρου (Κάστωρ), Καστρί, Νέα Λιβερά, Σερβέικα, Bορδόνια (Λόπεση, Παπαδιάνικα, Επάνω Χώρα, Σουλήνα, Κάμπος, Όραχος), Καραβάς, [Σελλασία, Κονιδίτσα], Παρδάλι, Πελλάνα, Περβόλια
Με αυτή την καταπληκτική θέα του Ταϋγέτου μεγαλώσαμε στον τόπο μας ...από μικρά παιδιά

..κατά παράφραση του κόμικ "Asterix & Ovelix: "Σε ένα χωριό της Λακωνίας δυο ανυπότακτοι χωριάτες είπαν να φτιάξουν το δικό τους μπλογκάδικο"
Βασικά θέματα ...με μια ματιά:
Αναρτήσεις:

Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ …η μυστηριώδης νήσος!

Το ακόλουθο κείμενο αποτελεί μία όσο το δυνατόν περιληπτική παρουσίαση - ελπίζουμε - τόσο των βασικών επιστημονικών θέσεων και απόψεων του καθηγητή Αρχαιολογίας Θεοδώρου Σπυρόπουλου σχετικά με την πανάρχαια ιστορία που κρύβει η περιοχή της Πελλάνας όσο και των σπουδαιότερων αρχαιολογικών ευρημάτων που ανευρέθησαν εκεί συνολικά, όπως παρουσιάζονται και καταγράφονται αναλυτικότατα στο πρόσφατο τρίτομο συγγραφικό του έργο με τίτλο «Λακεδαίμων». 
(Σημ.: κάνετε κλικ επάνω στις εικόνες για μεγέθυνση).
Κατ’ αρχάς, βασική θέση του καθηγητή Αρχαιολογίας Θεοδώρου Σπυρόπουλου που διατρέχει όλο το έργο του αποτελεί η εξής: Οι Μινύες ήταν δωρικός πληθυσμός ο οποίος είχε έναν πολύ ανεπτυγμένο πολιτισμό και κυριαρχούσε στην Ελλάδα και την Μεσόγειο πολύ πριν την επικυριαρχία των Μυκηναίων - Αχαιών, που ήταν ιωνικός πληθυσμός, απόγονοι των Πελασγών. Επομένως, δεν πρέπει να συγχέουμε τον μυκηναϊκό πολιτισμό με τον πολύ παλαιότερο μινυακό πολιτισμό, τον οποίο γενικώς γνωρίζαμε έως τώρα ως «προελληνικό». Στον μινυακό πολιτισμό ανήκουν και ο κυκλαδικός της Θήρας αλλά και ο μινωικός πολιτισμός της Κρήτης. Πολλά αρχαιολογικά ευρήματα που θεωρούνται πρωτο-μυκηναϊκά είναι στην πραγματικότητα μινυακά και αποτελούν αντικείμενα αρπαγής των πρώτων Μυκηναίων από τους Μινύες, τα οποία τα σφετερίσθηκαν, όταν κατέλαβαν την μινυακή επικράτεια μετά την αποδυνάμωσή της από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας το 1750 π.Χ. (κατ’ άλλους: το 1628 ή το 1645 π.Χ.). Τέτοια ευρήματα αποτελούν αντικείμενα που βρέθηκαν, συνήθως άτακτα τοποθετημένα ή ασύντακτα συσσωρευμένα, σε μυκηναϊκούς λακκοειδείς τάφους και θεωρήθηκαν μυκηναϊκά, ενώ ήταν συλημένα από μινυακούς τάφους. Όταν η μινυακή Ελλάδα καταστρέφεται, η Κρήτη συνεχίζει να προάγει τον μινυακό πολιτισμό μέχρι την κατάληψή της από τους Μυκηναίους γύρω στο 1400 π.Χ. Όταν, τελικώς, οι Μυκηναίοι κυριάρχησαν των αντιπάλων τους, χρησιμοποίησαν αναγκαστικά και κάποιους από τους υποταγμένους Μινύες ως συμβούλους και τεχνικούς στην υπηρεσία τους, αφού προέρχονταν από έναν πολιτισμό ανώτερο από τον δικό τους. Η παρουσία των τεχνοκρατών Μινυών στο μυκηναϊκό διοικητικό σύστημα πιστοποιείται από τους τίτλους που είναι γραμμένοι στη δική τους διάλεκτο: λαβαγέτας (= αρχηγός στρατού), επέτας, wάναξ (= βασιλιάς) κλπ. Η μεταβατική περίοδος της προετοιμασίας των Μυκηναίων να διαδεχθούν το μινυακό πολιτισμό κράτησε 120 έως 150 χρόνια (1750-1600 π.Χ.). Επίσης, η Τροία είχε μινυακό πληθυσμό, γι’ αυτό και έγινε από τους Μυκηναίους ο περίφημος τρωικός πόλεμος (ανάμεσα στο 1230 και το 1186 π.Χ.), ενώ η εξάπλωση των Μινυών έφθανε και σε αρκετά άλλα μέρη στην Μ. Ασία, όπως και στην Φοινίκη, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, καθώς και στην Ιταλική χερσόνησο και την Δύση.
Οι Δωριείς, λοιπόν, κατά την μυκηναϊκή περίοδο ήταν υποδουλωμένοι απόγονοι του ευγενούς γένους των ελληνόφωνων Μινυών. Οι Ηρακλείδες, που ήταν οι ανώτερες τάξεις των Μινυών, κατάφεραν, ως Αργοναύτες που ήταν, να καταφύγουν στην Δύση και αργότερα, μετά από 500 χρόνια, αφού επέστρεψαν από την Δύση, και όχι από τον Βορρά, με την περίφημη επιστροφή των Ηρακλειδών, γνωστή και ως πορεία των λεγομένων «Λαών της Θαλάσσης», ανακατέλαβαν τα εδάφη των προγόνων τους απελευθερώνοντας τους υπόδουλους αδελφούς τους, τους Δωριείς, και ενισχύοντας την πατρώα τους γη με το δωρικό στοιχείο τους. Αυτοί οι απόγονοι του Ηρακλή επέστρεψαν στην περιοχή τους, εκδικούμενοι την ιεροσυλία των Μυκηναίων και την παραχάραξη της ιστορίας και του πολιτισμού τους. Άμεσο αποτέλεσμα ήταν ο μεσογειακός πολιτισμός να δεχθεί πλέον την οριστική του διάσπαση σε μικρές ή μεγαλύτερες ενότητες, εθνικές ή πολιτισμικές.
  Η εποχή του χαλκού, επομένως, περιλαμβάνει συνολικά τις εξής τρεις φάσεις:
1) Μινυακή περίοδος (3000 - 1750 π.Χ.),
2) Μεταβατική περίοδος (1750 - 1600 π.Χ.) και
3) Αχαϊκή ή Μυκηναϊκή περίοδος (1600 - 1200 π.Χ.).
Η Λακεδαίμων ήταν η πρωτεύουσα των Μινυών κατά την πρώιμη χαλκοκρατία (μινυακή περίοδος, 3η χιλιετία π.Χ.), την εποχή του πολιτισμού που ίδρυσαν οι Μινύες. Ήταν η ιερή πόλη - νήσος της λίμνης, η οποία αποδεδειγμένα πλέον υπήρξε στην σημερινή πεδιάδα της βόρειας Λακωνίας και περιείχε διάφορα νησιά εντός της. Η πόλη αυτή βρίσκεται πλέον θαμμένη στην ιλύ, στην λάσπη, της λίμνης αυτής σε άγνωστη έκταση, καθώς ήταν λιμναία πόλη, πασσαλόπηκτη, με κανάλια και υδάτινους δρόμους. Βυθίσθηκε, λοιπόν, στον πηλό της κοσμικής καταστροφής που μας είναι γνωστή ως κατακλυσμός του Δευκαλίωνα, λίγο πριν την έκρηξη της Θήρας, κοσμοϊστορικά γεγονότα που έδωσαν την ευκαιρία στους Μυκηναίους να καταλάβουν και εν πολλοίς να σφετερισθούν και να συλήσουν τον χιλιόχρονο πολιτισμό των Μινυών. 
Υποθετική στάθμη της λίμνης με βάση το σημερινό υψόμετρο στους πρόποδες του λόφου Παλαιόκαστρο
...ταξίδι στο μακρινό παρελθόν: φωτορεαλιστική απεικόνιση της λίμνης
Πλάγια θέαση της κοιλάδας ψηλά πάνω από τον Πάρνωνα
(κάτω από την νοητή γραμμή  Μυστράς - Καστόρειο διακρίνονται  (;) προσχώσεις από τον Ταΰγετο προς την κοιλάδα)
...ταξίδι στο μακρινό παρελθόν: φωτορεαλιστική απεικόνιση της λίμνης
Η μυκηναϊκή κυριαρχία, όμως, της Λακεδαίμονος, η οποία ξεκίνησε λίγο μετά την έκρηξη της Θήρας, τελειώνει οριστικά με την επιστροφή των Ηρακλειδών από την Δύση, οι οποίοι ανακατέλαβαν τα εδάφη των προγόνων τους απελευθερώνοντας τους υπόδουλους αδελφούς τους, τους Δωριείς. Η βόρεια Λακωνία, ως γνωστόν, έχει σημαντική γεωγραφική θέση με την εύφορη άνω πεδιάδα του Ευρώτα αλλά και με τα πλούσια μεταλλεύματα, κυρίως χαλκούχου σιδηροπυρίτη, στο όρος Ταΰγετος (που υπολογίζονται από το ΙΓΜΕ σε 300.000 τόνους).
Υποθετική στάθμη της λίμνης με βάση το σημερινό υψόμετρο στους πρόποδες του λόφου Παλαιόκαστρο
...ταξίδι στο μακρινό παρελθόν: φωτορεαλιστική απεικόνιση της λίμνης
Οι Μινύες εφάρμοζαν στις πόλεις τους το πολεοδομικό σχέδιο της τρίβαθμης πόλης: στο επάνω μέρος έκτιζαν τους θολωτούς τάφους των ηρώων τους, στη μέση έκτιζαν τα ανάκτορά τους και στο κάτω μερος έκτιζαν τις πόλεις τους. Το χωροτακτικό σχήμα ήταν, επομένως, ένα τριμερές, δηλ. ένα τριαδικό θεολογικό και οργανωτικό – διοικητικό σχήμα, την κορυφή του οποίου δεν κατέχει η επίγεια εξουσία, αλλά η μινυακή θεοκρατία.
Η Λακεδαίμων, αργότερα, γίνεται Θεράπνη (1050 π.Χ. – 5ος αι. μ.Χ.) και αποτελεί πλέον την κοιτίδα των προϊστορικών λατρειών και τελετουργιών, τον κορυφαίο λατρευτικό χώρο των αρρένων Διδύμων, και ίσως και της Ελένης, γίνεται επίκεντρο θεολογίας και τελετουργός. Το τριμερές ιερό είναι δημιουργία των Μινυών, διότι οι Μινύες είναι οι προπάτορες των Δωριέων, τους οποίους το έπος γνωρίζει ως «τριχάικες». Οι Μινύες – Δωριείς είναι τριχάικες και στην αρχιτεκτονική τους (τριμερές μέγαρο: αίθουσα – πρόδομος – δώμα, τριμερές ιερό) και στην αριθμητική και την γεωμετρία τους (μετρητικός πόδας: 1:3 = 0,333…), αλλά και στην κοινωνική ιεραρχία (άρχοντες – φύλακες – δημιουργοί), στη φυλετική τους διαίρεση (έστω και ψευδεπίγραφη: Υλείς – Δυμάνες – Πάμφυλοι) και στην θεολογία τους (ιερή τριάδα κ.ά.).
Στην Λακεδαίμονα – Θεράπνη, που αργότερα γίνεται γνωστή ως Πελλάνα, η λατρεία των ηρώων είναι συνεχής στην περιοχή της και ο ναός της Ελένης και των Διοσκούρων ιδρύθηκε μέσα στο ερειπωμένο μυκηναϊκό ανάκτορο. Το μυκηναϊκό ανάκτορο, όμως, δεν βρέθηκε στην κορυφή της Ακρόπολης, όπως θα περιμέναμε από τα καθιερωμένα μυκηναϊκά πρότυπα (Μυκήνες, Τίρυνς, Αθήνα, Πύλος). Το ανάκτορο δεν βρέθηκε στην κορυφή της Ακρόπολης αλλά στο μέσον της! Και η επιλογή αυτή ήταν μινυακή, αφού οι Μινύες αφιέρωναν τα υψίπεδα στους θεούς (ουσιαστικά στον Θεό, τον Ένα Θεό) και τους ήρωές τους, στα ιερά του Θεού και τους τάφους των μεγάλων ηρώων και ηγεμόνων τους. Η ηρωολατρία ξεκινά στην μινυακή Λακεδαίμονα και χάρη στη δική της κληρονομιά εδραιώνεται στην Δωρική Σπάρτη και τη Λακωνία.
Ο ήρωας Υάκινθος (πρβλ. το επένθημα -νθ-), για παράδειγμα, είναι μινυακός και όχι προελληνικός ήρωας, λατρεύεται στις Αμύκλες από τους Δωριείς, απογόνους των Μινυών, και όχι από τους Αχαιούς. Αργότερα, όμως, τα δύο φύλα συμβιβάστηκαν σε μία κοινή λατρεία, του Υακίνθου και του Απόλλωνος, δημιουργώντας τον πρώτο συγκρητισμό ανάμεσα σε δύο φύλα, τους Δωριείς και τους Αχαιούς, που παρά την εχθρότητά τους συμβιώνουν εκεί αλλά και αλλού. Ο Υάκινθος είναι αυθεντικά ο Θεραπναίος και όχι ο Απόλλων, ο Υάκινθος έκανε τον Απόλλωνα Θεραπναίο και την Θεράπνη Απολλώνεια. Οι Ηρακλείδες δεν κατάφεραν να εξαλείψουν την ισχυρή αχαϊκή κοινότητα των Αμυκλών ούτε το δουλοκρατικό και γεωκτητικό καθεστώς και ιερατείο της Σπάρτης. [Στην ελληνική μυθολογία ο Απόλλων σκότωσε άθελά του με τον δίσκο του τον Υάκινθο. Η κληρονομιά του, όμως, δεν χάθηκε, το αίμα του μπήκε στο λουλούδι που πήρε το όνομά του, τον υάκινθο, που είναι το κόκκινο κρίνο του Αιγαίου (lilium chalcedonium), και όχι της Ανατολής, όχι δηλ. το ζουμπούλι (hyacinthus orientalis). Ο κύκνος ήταν το ιερό πτηνό του Υάκινθου, και όχι του Απόλλωνα, του οποίου όμως έγινε αργότερα το ιερό του πτηνό εξ υποκλοπής.]
Η Λακεδαίμων είναι το επίκεντρο και της Αργοναυτικής εποποιίας, στην οποία μετέχουν οι ήρωές της, αλλά και επίκεντρο της μινυακής καλλιτεχνίας και της τεχνολογίας (υδραυλική μηχανική: αποστράγγιση λιμνών, μεταλλουργία, ναυπηγική, ναυσιπλοΐα, θολωτοί τάφοι κλπ.). Είναι πιθανόν ότι Μινύες της Διασποράς είχαν εγκατασταθεί ως τεχνοκράτες, εκπολιτιστές και ιδρυτές δυναστικών οίκων στην Ευρώπη, στην Σουμέρ, στην Αίγυπτο, στην Κρήτη, στην Τροία, στην Δύση, στον Εύξεινο πόντο κ.ά.
Η ίδια η Λακεδαίμων και η αρχική Σπάρτη έμειναν ιεροί χώροι, οι Θεράπνες της Λακωνικής, αφιερωμένες η μεν πρώτη στην λατρεία της Ελένης, των Διοσκούρων και του Ασκληπιού, ενώ η δεύτερη στην λατρεία της Ελένης και του Μενελάου. Το ανάκτορο Μενελάιον, που βρέθηκε κοντά στην σημερινή Σπάρτη, καταστρέφεται γύρω στο 1200 π.Χ. και εγκαταλείπεται. Κάποιοι από τους κατοίκους του ίσως συνετέλεσαν στην ίδρυση της νέας πρωτεύουσας της Λακωνίας, της Σπάρτης. Η Σπάρτη που ξέρουμε, η δωρική Σπάρτη δεν υπήρχε στα μυκηναϊκά χρόνια, κτίσθηκε ανάμεσα στο 1200 και το 1050 π.Χ. και ιδρύθηκε ως πρωτεύουσα με την αυθεντική Λυκούργειο Ρήτρα.
Η μινυακή ταυτότητα της Λακεδαίμονος δεν είναι, όμως, η μόνη ανατρεπτική άποψη του καθηγητή Θ. Σπυρόπουλου σχετικά με τις ως τώρα κλασικά παραδεδομένες ιστορικές και αρχαιολογικές απόψεις. Υπάρχει και ένα δεύτερο, πολύ πιο τολμηρό, επίπεδο ιστορικής προσέγγισης, που, όπως φανερώνεται ήδη από τον τίτλο του βιβλίου του, φθάνει μέχρι την περίφημη Ατλαντίδα που περιγράφει ο Πλάτων! Τρία είναι τα βασικά στοιχεία στην περιγραφή της Ατλαντίδας από τον Πλάτωνα που μπορούν να ταυτιστούν με την Λακεδαίμονα: η νήσος, ο πόντος και το πέλαγος. Η ατλαντική νήσος, λοιπόν, που καταβυθίστηκε από την λάσπη μετά από τρομερούς σεισμούς και κατακλυσμούς ήταν η Λακεδαίμων (λακ- = λίμνη + δαίμων = μικρός θεός), η Νήσος Ιερά, κατά την έκφραση του Πλάτωνα, ο πόντος ήταν η λιμνοθάλασσα που την περιέβαλλε και το ατλαντικό πέλαγος ήταν ο πλωτός Ευρώτας προς την νότια Λακωνία και την Μεσόγειο. Επιπλέον, το στόμιον της Ατλαντίδας ήταν το σημείο πριν από το στενό πέρασμα (στο σημερινό χωριό Καραβάς λίγο πριν την Σπάρτη) του λιμναίου νερού προς την νότια Λακωνία, ενώ οι Ηράκλειες στήλες εικάζεται ότι ήταν δύο κίονες – στήλες που ευρίσκονταν ως οροθεσίες στην περιοχή του βουνού Θόρνακας (εκεί που έχει απότομες κάθετες πλαγιές και δίπλα τους περνά ο Παραευρώτειος με τις γέφυρές του προς Σπάρτη).
Οι Πελλανιώτες συνεργάτες του καθηγητή ανασκαφέα με τον βοηθό του αριστερά
Η Λακεδαίμων υπήρξε η έδρα του μυκηναϊκού κράτους του Μενελάου με επίκεντρο την Ακρόπολη, δηλ. τον σημερινό λόφο Παλαιόκαστρο της Πελλάνας, καθώς και με συμπληρωματικά στοιχεία στην περιοχή αυτή: τα κυκλώπεια τείχη, το ανάκτορο, την υπόγεια πηγή Πελλανίδα και τους λαξευτούς θολωτούς τάφους στη σημερινή θέση Πελεκητή της Πελλάνας (τα οποία παρουσιάζονται στην συνέχεια κάπως αναλυτικά).
.
Στο Παλαιόκαστρο βρέθηκαν, κοντά στην κορυφή του, οι βάσεις από τέσσερις θολωτούς κτιστούς τάφους, εποχής 2800-1750 π.Χ. Τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι αργότερα από την εποχή αυτή ετάφησαν εκεί (εκτός ή και εντός των θολωτών τάφων) μέσα σε λάκκους ή σε κιβωτιόσχημους τάφους (σαν ορθογώνιες θήκες) άλλα άτομα, οι «εισβολείς» στην περιοχή, και μάλιστα τοποθετήθηκαν στους τάφους τους αντικείμενα που ανηρπάγησαν από τους τάφους των προκατόχων τους. Αυτός ο τρόπος εγκατάστασής τους στο χώρο μαρτυρεί ότι δεν σεβάστηκαν τους προηγούμενους χρήστες τους, εσύλησαν το περιεχόμενο των παλαιότερων τάφων, τοποθετώντας το στους δικούς τους τάφους και έκτισαν κάποια κτίσματα πάνω στους άλλοτε θολωτούς τάφους. Όλα αυτά μαρτυρούν «ασέβεια», εχθρότητα και κατοχή ενός χώρου, που για τους προηγούμενους κατόχους υπήρξε ασφαλώς χώρος μεγάλης σπουδαιότητας. Αυτό που φαίνεται, γενικώς, ότι δεν ήθελαν ή δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν οι Μυκηναίοι είναι η μινυακή θεολογία. Απόδειξη είναι η καταστροφή του μινυακού ιερού στην κορυφή αυτή και η βάναυση μετατροπή της σε νεκροταφείο για τους άρχοντές τους. Αν οι Μυκηναίοι πίστευαν στον ίδιο θεό με τους Μινύες, θα άφηναν άθικτη την ιερή κορυφή και το σεπτότερο των ιδρυμάτων τους. Η πράξη τους αυτή θα δημιούργησε ασφαλώς μια διηνεκή υποθήκη αντιπαλότητας και μίσους με τους Μινύες.
Οι θολωτοί τάφοι υπ’ αριθμ. 2 και 3 πλην της μετρικής και κατασκευαστικής τους ταυτότητας, έχουν και μια ιδιαιτερότητα: ενώνονται μεταξύ τους, ουσιαστικά συμφύονται στην ένωσή τους με διαπλοκή των λίθων (δίνοντας το σχήμα του πλάγιου οκτώ, του απείρου). Η γεωμετρία αυτή είναι αξιοπρόσεκτη και ενέχει αναμφίβολα έναν εγγενή συμβολισμό, που μπορεί να αναχθεί στον μινυακό δυϊσμό που εκπροσωπούν οι Μινύες Δίδυμοι (η παράδοση του θέλει να ζουν μία ημέρα υπό την γην και μία ημέρα υπό τον φωτεινό ήλιο).
Ενώ οι Μινύες ανήγειραν στην κορυφή της Ακρόπολης ένα κυκλικό κτήριο, γύρω από το οποίο προέκυψαν στοιχεία έμπυρης θυσίας ζώων και λατρείας, ένα τελετουργικό ιερό, δηλ. ένα ναό προς τιμήν του θεού τους, οι Μυκηναίοι «εμίαναν» τον χώρο αυτό θάπτοντας εκεί τους βασιλείς τους. Η πράξη αυτή ενείχε έναν εθνικό συμβολισμό, μια θεολογική ανατροπή και μια ιστορική υποθήκη. Οι δεύτεροι τη τάξει νεκροί ετάφησαν σε πρόχειρους κιβωτιόσχημους τάφους ή πίθους στο άλλοτε νεκροταφείο των μινυακών θόλων και κάποιοι άλλοι στον αντίστοιχο οικισμό στην νότια πλευρά της Ακρόπολης. Όταν, λοιπόν, η χρήση των θολωτών κτιστών τάφων διακόπτεται, εγκαθίσταται στην κορυφή της Ακρόπολης το μυκηναϊκό νεκροταφείο του μεγάλου λακκοειδούς τάφου και των μικρότερων ατομικών κιβωτιόσχημων τάφων, τα κτερίσματα των οποίων προέρχονται από σύληση μινυακών τάφων. Ο μεγάλος λακκοειδής τάφος στην κορυφή του Παλαιόκαστρου της πρώιμης μυκηναϊκής περιόδου, πλευράς 4,90 μ. και βάθους 3,05 μ., είναι από τους μεγαλύτερους στον τύπο του στην περίοδο αυτή, σκάφτηκε περί το 1720 π.Χ. και διήρκεσε μέχρι το 1600 π.Χ., όταν σκάφτηκαν στην Πελεκητή οι πρώτοι βασιλικοί τάφοι, αλλά και στην θέση Τρυπόρραχη αντίστοιχα οι κοινοί τάφοι. Στην Τρυπόρραχη ήταν το αστικό νεκροταφείο με τους κοινούς τάφους, όχι μακριά από το βασιλικό νεκροταφείο της Πελεκητής, και αρχικά θα αποτελούσε ασφαλώς μία νήσο στην λίμνη της Λακεδαίμονος των μινυακών χρόνων. 
Ένα κόσμημα που βρέθηκε στην κορυφή του Παλαιόκαστρου, σχήματος περίπου παλάμης, αποτελείται από χάλκινα στελέχη ελάσματος επιχρυσωμένου, κατά τόπους εξίτηλου, ενώ στο κέντρο του έχουν συγκολληθεί ακτινωτά ελάσματα. Η τεχνολογία της επιχρύσωσης δημιουργεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον και πιθανόν το αντικείμενο αυτό προέρχεται από μινυακό θολωτό τάφο και μαρτυρεί υψηλή τεχνολογία, ενώ υποκρύπτει κάποιον σημαίνοντα συμβολισμό λόγω του πεντάκτινου σχήματός του.

Στην πλαγιά του λόφου βρέθηκε, επίσης, σε μικρό βάθος ένα πολύτιμο κτέρισμα, μία χρυσή ατρακτοειδής και κοίλη εσωτερικά ψήφος (χάνδρα) από παχύ έλασμα χρυσού με φατνώματα συρματερής διακόσμησης, που αποτελούσε μέλος ενός περιδέραιου. 
Επίσης, στην ίδια
περιοχή βρέθηκε σε μικρό βάθος ένας σφραγιδόλιθος αχάτη με παράσταση λέοντος που καταβάλλει ταύρο, θέμα που συμβολοποιεί την μυκηναϊκή κυριαρχία στην αλλοτινή επικράτεια του μινυακού πολιτισμού.
Επιπλέον, βρέθηκε επιγραφή πάνω σε πήλινη λεκανίδα με τύπο γραμμάτων των ρωμαϊκών χρόνων (2ος - 3ος αι. μ.Χ.): ΑΚΛΕΙΔ και η πιθανότερη συμπλήρωσή της είναι: ΗΡ]ΑΚΛΕΙΔ[ΑΙC (= Ηρακλείδαις ή Ηρακλείδαι ή Ηρακλειδών), όπως επίσης και άλλη εγχάρακτη επιγραφή επάνω σε θραύσμα λεκάνης ή κρατήρα με γραφή προς τα αριστερά: ΗΡΑΚΛΕΕΣ (= Ηρακλής ή Ηρακλείς).
Στη πλαγιά του Παλαιόκαστρου, όμως, και όχι στην κορυφή του, βρέθηκε, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, το μυκηναϊκό Ανάκτορο με διαστάσεις 13,80 x 37 μ. ή πιο αναλυτικά: η αίθουσα 13,80 x 10,50 μ., ο πρόδομος 13,80 x 5,50 μ. και το μέγαρο 13,80 x 11 μ. Η εσωτερική του διαίρεση θυμίζει το ανάκτορο της Τίρυνθας και όχι των Μυκηνών ή της Πύλου. Το ανάκτορο αυτό, όμως, αργότερα καταστράφηκε και έγινε παρανάλωμα πυρός και η αιτία φαίνεται ότι ήταν η εκδίκηση κατά την επιστροφή των Ηρακλειδών. Ακριβώς στο μέσον του μεγάρου, κατά την ανασκαφή, βρέθηκαν δύο τοίχοι ενός μικρού Ναού των (πρωτο)γεωμετρικών χρόνων (1100 π.Χ.) με περίπου αριθμητική ακρίβεια και γεωμετρική χωροθέτηση, ενώ πιθανώς θα ήταν ορατοί γύρω του και οι τοίχοι του μεγάρου ως περίβολος του ναού, αν όχι ως λειτουργικό του συμπλήρωμα, δηλ. ως στοές.
Μέσα στο μέγαρο βρέθηκαν πολλές πήλινες αγνύθες σε σχήμα πυραμίδας ή δίσκου, που ανήκουν στην ίδια εποχή και αποτελούσαν αφιερώματα στο ναό, οι περισσότερες από τις οποίες είναι ενεπίγραφες με το γράμμα Ε, καθώς και ελάχιστες με τα Δ και Α (αρχικά γράμματα που μας οδηγούν εύκολα σε μία λατρευτική τριάδα με τα ονόματα: Ελένη, Δίδυμοι - Διόσκουροι και κάποια άλλη θεότητα μα αρχικό γράμμα Α, λ.χ. Απόλλων, αλλά θα μπορούσε να είναι και: Ελευθώ ή Ειλείθυια, Δήμητρα και Απόλλων).
Πολύ αργότερα, κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, έγινε στην Ακρόπολη ένα ισχυρό στέλεχος του τείχους του φραγκικού πιθανότατα κάστρου, που έδωσε το σύγχρονο όνομα στο λόφο: Παλαιόκαστρο. Η ουσιαστική αλλοίωση του οικιστικού ιστού της μυκηναϊκής Λακεδαίμονος έγινε πάντως μόνο στους χρόνους της πρώτης Φραγκοκρατίας (1204 μ.Χ.), αν όχι και της πρώιμης μεσαιωνικής Σλαβοκρατίας, όταν οι οικιστές όχι μόνο οχύρωσαν την κορυφή του λόφου και έκτισαν κάποιο κτήριο κατοικίας πάνω σε αυτήν, αλλά έκτισαν και έναν μεγάλο οικισμό στην νότια πλαγιά και στα χωράφια κάτω από τον παρακείμενο δρόμο, και το χειρότερο, εισήλθαν στο μυκηναϊκό Μέγαρο και τον ναό και αλλοίωσαν τους τοίχους, τις επιχώσεις και τα λατρευτικά τους αφιερώματα. Το συνολικό μήκος του ανεσκαμμένου κυκλώπειου Τείχους της ανατολικής πλαγιάς του Παλαιόκαστρου είναι 44 μ., το πλάτος 2,80 - 3,00 μ. και η βάση του εξωτερικού πύργου του 3,10 x 5,55 μ. Πιθανόν σε επαφή με το δεξιό μέτωπο του πύργου υπήρχε πυλίδα του τείχους. Κάποια στιγμή το τείχος ισοπεδώθηκε, συμπληρώθηκε, ευθυγραμμίσθηκε και μετετράπη σε δρόμο.
Στη δυτική πλευρά της νότιας πλαγιάς του Παλαιόκαστρου βρέθηκε το λεγόμενο Δυτικό ιερό, το οποίο ήταν ένα συγκρότημα μυκηναϊκών κτηρίων, κοντά στο κυκλώπειο τείχος, που πιθανώς ήταν χώρος στρατωνισμού των αξιωματικών και στρατιωτών της φρουράς. Στο κατώφλι του κεντρικού τμήματος του ιερού βρέθηκε κρυμμένος θησαυρός 95 νομισμάτων αργυρών, μέσα σε μικρό αγγείο της αλεξανδρινής (ελληνιστικής) εποχής, που πιθανόν απέκρυψε κάποιος ιερέας, φύλακας ή επιμελητής του ιερού. 
Στη θέση Πελεκητή της Πελλάνας βρέθηκαν πέντε λαξευτοί θολωτοί μυκηναϊκοί τάφοι. Κανένας ομοειδής θολωτός λαξευτός τάφος σε όλη την Ελλάδα δεν έφθασε το μέγεθος εκείνων της Πελλάνας. Ο μεγάλος θολωτός τάφος, με εσωτερική μείζονα διάμετρο 10,10 μ. (στον επόμενο μεγαλύτερο, στο Παλαιόκαστρο Γορτυνίας, είναι περίπου 8 μ.) κατασκευάσθηκε περί το 1600 π.Χ. Γιατί η Λακεδαίμων έχει δύο τάφους ηγεμονικούς (εκτός των υπολοίπων); Ήταν και οι δύο βασιλικοί τάφοι και θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι αντιστοιχούσαν σε δύο βασιλικές οικογένειες στην μυκηναϊκή Λακεδαίμονα (πρβλ. Σπάρτη: διπλή βασιλεία, δύο βασιλικά νεκροταφεία – Διόσκουροι της Θεράπνης: διπλοί θολωτοί τάφοι). Στον θολωτό τάφο 4 βρέθηκε κρυμμένος θησαυρός από 14 νομίσματα βυζαντινά του 608 - 609 μ.Χ. σε άριστη κατάσταση. Ο τάφος 5, που ανακαλύφθηκε πιο πρόσφατα, είναι ο μοναδικός στο είδος του βαθμιδωτός - επικλινής (στον διάδρομό του) λαξευτός βασιλικός τάφος στον κόσμο, στις πλευρές του οποίου υπάρχουν δύο εντοιχισμένοι μικροί τάφοι (όπως π.χ. στις κατακόμβες), και μάλιστα ασύλητοι, πιθανώς αξιωματούχων. Η είσοδός του, όμως, μπαζώθηκε εσπευσμένα με τόνους αμμοχάλικου από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και παραμένει μέχρι σήμερα σε αυτή την κατάσταση!
 Αρχαία ευρήματα ανακαλύφθηκαν σε χαμηλότερα σημεία εκατέρωθεν της σημερινής πηγής «Άσπρης Βρύσης», την οποία δικαιολογημένα μπορούμε να ταυτίσουμε με την Πελλανίδα πηγή και να την συνδέσουμε με το Ασκληπιείο (και τα δύο αναφέρονται από τον περιηγητή Παυσανία), ναό ο οποίος δεν θα πρέπει να βρίσκεται μακριά από αυτή την πηγή. Η ύπαρξη μυκηναϊκού κτηρίου στην περιοχή της πηγής, όπως και στον χώρο της νότιας πλαγιάς της Ακρόπολης, μαρτυρεί την μεγάλη έκταση της μυκηναϊκής πόλης, το κυκλώπειο τείχος της οποίας πιθανόν να σώζεται μετά την πηγή προς τον κάμπο, όπου ασφαλώς θα επεκτεινόταν για να περικλείσει την κάτω πόλη και να ενωθεί με το σκέλος του τείχους της ανατολικής πλαγιάς. Και μόνο κατ’ εκτίμηση της φοράς του παραπέμπει σε μία μεγάλη πόλη, λείψανα της οποίας σώζονται κάτω από την νότια πλευρά του Παλαιόκαστρου. Ήταν σύνηθες τα κύρια ιερά ενός τόπου να ιδρύονται στα ερείπια των μυκηναϊκών ανακτόρων και οι ναοί στα ερείπια των μεγάρων. Δεν βρέθηκε ιερό ούτε ναός κατά τις ανασκαφές στην περιοχή της πηγής. Το Ασκληπιείο της Πελλάνας, που αναφέρει ο Παυσανίας, διεδέχθη πιθανότατα ένα Ασκληπιείο της Λακεδαίμονος, το αρχαιότερο απ’ όλα, τα οποία ως θεραπευτήρια και κέντρα ερεύνης, ανήκουν πάντα σε δωρικές περιοχές. Η μυκηναϊκή πόλη κτίσθηκε πάνω στο στερεοποιημένο γέμισμα της λεκάνης της Λακεδαίμονος, ενώ η προηγούμενή της, η μινυακή πόλη, η ύπαρξη της οποίας τεκμαίρεται από τα ταφικά και λατρευτικά μνημεία της κορυφής της Ακρόπολης και τα αρχιτεκτονικά λείψανα στο βάθος, κάτω από τα μυκηναϊκά κτιριακά κατάλοιπα στην νότια πλευρά της Ακρόπολης, βρίσκεται ασφαλώς πολύ βαθύτερα, κοντά στον λιγνιτικό ορίζοντα της άλλοτε λίμνης, που χαρακτηρίζεται από τα επίθετα των ομηρικών επών: κοίλη (= βαθειά) και κητώεσσα (= γεμάτη θαλάσσια κήτη). Ο λογότυπος «Λακεδαίμων κοίλη και κητώεσσα» έμεινε στην επική ποίηση, όπως τον γνωρίζουμε από τα έπη του Ομήρου, ως δηλωτικό της πόλης, ενώ αρχικά ξεκίνησε ως δηλωτικό της ευρύτερης περιοχής. Μια πόλη μεσημβρινή και ενήλιος, έμπροσθεν της οποίας απλώνεται ο εύφορος κάμπος αλλά και ο δίαυλος που φέρνει την ευκρασία των ανέμων από τον ζέφυρο του Λακωνικού κόλπου, ενώ συγχρόνως ξεδιπλώνεται στα ανατολικά ο Πάρνωνας με τον παρακείμενο ρου του Ευρώτα και στα δυτικά το ογκώδες μεγαλείο του Ταϋγέτου.