Με παρέμβασή του-απάντηση στον βουλευτή Θ. Δαβάκη, ο καθηγητής Θεόδωρος Γ. Σπυρόπουλος, επίτιμος έφορος των Αρχαιοτήτων Σπάρτης, αναφέρεται στην ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο της ομηρικής Λακεδαίμονος στην περιοχή της Πελλάνας. Την απάντηση που κοινοποιεί στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού / Γραφείο κ. Υπουργού τονίζει ότι ο χώρος «παραμένει κλειστός ερειπιώνας, έκθετος σε φυσικές καταστροφές και επιθέσεις τυμβωρυχίας».
Η απάντηση – παρέμβαση:
«Αξιότιμε κ. Δαβάκη, χαιρετίζω την πρωτοβουλία σας να ζητήσετε από την Υπουργό Πολιτισμού το σχέδιο δράσης του Υπουργείου για τον ανεσκαμμένο επί σειρά ετών αρχαιολογικό χώρο της ομηρικής Λακεδαίμονος στην περιοχή της Πελλάνας, που παραμένει κλειστός ερειπιώνας, έκθετος σε φυσικές καταστροφές και επιθέσεις τυμβωρυχίας.
Ενθυμούμαι ότι στα πρώτα στάδια των πολυετών ερευνών και συστηματικών ανασκαφών μου στην Πελλάνα (1979 - 2002), είχα την συνηγορία σας προς την τότε Γενική Γραμματέα και νυν Υπουργό Πολιτισμού κα Λίνα Μενδώνη, σε σύσκεψη στην Σπάρτη, να ενισχύσει τις έρευνές μου και πιστεύω ότι η εξέλιξη των ανασκαφών και των ανακαλύψεων εδικαίωσαν τις επιδιώξεις μας. Με την συνταξιοδότησή μου το έτος 2002 οι ανασκαφές διεκόπησαν παρότι η ανασκαφή εκηρύχθη συστηματική από το Υπ. Πολιτισμού, συγκροτήθηκε η προβλεπόμενη από τον Αρχαιολογικό Νόμο επιστημονική επιτροπή και εγώ ορίσθηκα Διευθυντής της Συστηματικής Ανασκαφής της Πελλάνας. Πέρασαν έτσι 20 άγονα χρόνια στα οποία θα είχε ολοκληρωθεί η έρευνά μας, η πλήρης αποκάλυψη ενός σπουδαίου βασιλικού μυκηναϊκού τάφου, που κατεχώσθη βαναύσως, η συντήρηση και ανάδειξη του χώρου, η επισκεψιμότητά του και η διεθνής προβολή του, αίτημα το οποίο παραμένει ενεργό για εμένα και τους συνεργάτες μου.
Η Διεθνής βιβλιογραφία, όπως αποτυπώνεται στο Review της Αmerican Journal of Archaeology, του διαπρεπούς καθηγητού Jeremy Rutter, ορίζει τα κριτήρια προκειμένου να χαρακτηρισθεί ένας χώρος ως Ανακτορικό Κέντρο της Μυκηναϊκής περιόδου, όπως οι Μυκήνες, η Τίρυνς, η Πύλος, η Θήβα, ο Ορχομενός της Βοιωτίας. Τα κριτήρια αυτά είναι:
1. Η ύπαρξη (η αποκάλυψη) Ακρόπολης με κυκλώπειο τείχος.
2. Το Μέγαρο, το κέντρο διαμονής και διοίκησης του άνακτος.
3. Η υπόγεια πηγή που περικλείεται σε επέκταση (Extension) του κυκλώπειου τείχους για προμήθεια νερού σε περίπτωση πολιορκίας.
4. Το ωργανωμένο βασιλικό Νεκροταφείο θολωτών (κυρίως) τάφων κατά προτίμησιν δυτικά του Ανακτόρου.
Ανασκαφές και έρευνες δύο εκατονταετηρίδων στην Λακωνία δεν είχαν εντοπίσει αρχαιολογικό χώρο που να πληροί τα κριτήρια αυτά, ώστε να χαρακτηρισθεί ανακτορικό κέντρο, έτσι που η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή κατέληξε στο απαισιόδοξο συμπέρασμα ότι η Λακωνία "frustrates all expectations"! Εν τούτοις η Πελλάνα, δηλ. η ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ, εδικαίωσε τις προσδοκίες μας και εκάλυψε α π ό λ υ τ α και τις τέσσερις προϋποθέσεις της επιστημονικής δεοντολογίας, διότι και Ακρόπολη έχει τειχισμένη με κυκλώπειο τείχος, το οποίο αφού κατεδαφίσθη στα ιστορικά χρόνια κατά την εισβολή του Αρκάδα Λυκομήδη στην Πελλάνα το έτος 370/69 π.Χ., μετετράπη σε δρόμο κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους, ενώ βραδύτερα η περιοχή ήκμασε ως Βυζαντινό ή Φραγκικό κέντρο (πιθανώτατα η Μεσαιωνική Λακεδαιμονία, όπου βρήκαμε και σημαντικό νομισματικό θησαυρό του αυτοκράτορα Φωκά (602-610) κοπής Κωνσταντινουπόλεως, που διαψεύδει τις εικοτολογίες Fallmereier, ενώ εκείθεν ίσως ιδρύθη το 582 μ.Χ., η Μονεμβασία αλλά και η παρακείμενη Δαιμονιά.
Το Κυκλώπειο τείχος επεκτάθηκε από την Ακρόπολη στον λόφο Παλαιόκαστρο και περιέκλεισε την υπόγειο Πηγή, την οποία ο Παυσανίας τον 2ο αι.μ.Χ. ονομάζει "Πελλανίδα" και την καταγράφει ως το ένα από τα αξιοθέατα της Πελλάνας της εποχής του, με δεύτερο το Ασκληπιείο, ασφαλώς πλησίον της Πηγής, πιθανώτατα κάτω από την σημερινή πλατεία της Άσπρης Βρύσης της Πελλάνας.
Το Μυκηναϊκό Μέγαρο ευρέθη στην νότια πλαγιά της Ακρόπολης (Παλαιόκαστρο Πελλάνας) και παρά τις φθορές του είναι "μέγα υψιρεφές δώμα" διαστάσεων 14x35 μ. με τριμερή διαίρεση και φέρει στο μέσον του τον πρωτογεωμετρικό Ναό, καθιερωμένο στην Ελένη και τους Διοσκούρους, που επιμαρτυρεί την ιερότητά του και την πιστοποίηση της ταυτότητός του, αφού όμοιοι ναοί ευρέθησαν πάνω από όλα τα μυκηναϊκά Μέγαρα, στις Μυκήνες (Ναός Αθηνάς), στην Τίρυνθα (Ναός Ήρας), στην Θήβα (Ναός Περικιονίου Διονύσου), στον Ορχομενό (Ναός των Χαρίτων).
Το Μέγαρο βέβαια δεν είναι μόνο του, αλλά είναι στην προμετωπίδα ενός συγκροτήματος κτιρίων (φυλακείων, αποθηκών, εργαστηρίων, αρχείων) που καλύπτουν έκταση 5000 τ.μ. στην νότια πλαγιά της Ακρόπολης, ενώ ο αστικός χώρος βρίσκεται σε χαμηλότερο επίπεδο (Unterburg) περιτειχισμένος επίσης με το κυκλώπειο τείχος. Έτσι το ανακτορικό συγκρότημα στην Λακεδαίμονα είναι ένα από τα μεγαλύτερα της Μυκηναϊκής Ελλάδος, άριστα ωργανωμένο και προσανατολισμένο στην πλούσια άνω κοιλάδα του Ευρώτα, με έξοχη θέα στον μεγαλοπρεπή Ταΰγετο και ανοιχτό στις ζείδωρες αύρες του Ζέφυρου, που πνέει από τον Λακωνικό κόλπο και κάνει τον Ταΰγετο να φιλοξενεί δένδρα της Αλπικής ζώνης των Υπερβορείων μαζί με καρποφόρες ελιές, από τις οποίες ο Ηρακλής αφαίρεσε ένα "γροθάρι" και το φύτεψε στον Κρόνιο λόφο της Ολυμπίας, καθιερώνοντας τους Ολυμπιακούς αγώνες, που τελούσαν πάντοτε υπό την κηδεμονία της Σπάρτης, στους ιστορικούς χρόνους.
Το τέταρτο κριτήριο είναι το βασιλικό μυκηναϊκό Νεκροταφείο στην "Πελεκητή Πελλάνας" που έδωσε τους μεγαλύτερους, σε όλο τον Μυκηναϊκό κόσμο, θολωτούς λαξευτούς τάφους, έξοχα έργα τεχνολογίας και αισθητικής, με σημαντικά ευρήματα (χρυσά κοσμήματα, τα πρώτα και μόνα που βρέθηκαν στην Μινυακή και Μυκηναϊκή Λακωνία, ψήφους ηλέκτρου, αγγεία ανακτορικού ρυθμού και πλείστα αφιερώματα στους Ήρωες-Νεκρούς κατά τους αρχαϊκούς, κλασσικούς και ρωμαϊκούς χρόνους) και κυρίως αποδεικτικά της διαχρονίας της Ανακτορικής ζωής και δράσης σε όλη την Μυκηναϊκή περίοδο (1600-1200 π.Χ.).
Εάν είναι θεμιτό και επιστημονικά αποδεκτό να ταυτίζουμε τα Ανακτορικά κέντρα της Μυκηναϊκής Ελλάδος με τους ήρωες του έπους, τις Μυκήνες με τον Αγαμέμνονα, την Πύλο με τον Νέστορα (βλ.το αμερικανικό σύγγραμμα του C.Blegen κ.ά. "The Palace of Nestor in Western Messenia"), το ανάκτορο των Θηβών με τον Κάδμο και τον Οιδίποδα κ.ο.κ., εξ ίσου θεμιτό είναι να συνδέσουμε το ανάκτορο στην Λακεδαίμονα με τους ήρωες του Λακωνικού παρελθόντος, τον Τυνδάρεω, τους Διοσκούρους, την Ελένη και τον Μενέλαο. Αυτή ήταν η πεποίθηση των Λακεδαιμονίων μέχρι την εποχή του Παυσανία, ο οποίος γράφει: "Τυνδάρεων φασί οικήσαι ενταύθα" (δηλ. στην Πελλάνα). Συναφώς και το Σχόλιον σε τραγωδία του Ευριπίδου για τον Τυνδάρεω ότι "οικεί εν τοις εσχάτοις της Λακεδαιμονίας". Επιγραφικά ευρήματα των ανασκαφών του υπογραφομένου και των συνεργατών του αναφέρονται στην Ε (Ελένη), τους Διοσκούρους, τον Ηρακλή και τους Ηρακλείδες οι οποίοι επιστρέψαντες απο την Δύση, την "Μεγάλη Ελλάδα - Magna Grecia", ως "Λαοί της Θαλάσσης" (Τυρρηνοί, Σαρδηνοί, Σικελοί) ανέτρεψαν το μυκηναϊκό κράτος (1200-1180 π.Χ.) και επανίδρυσαν την αγαπημένη τους πρωτεύουσα, την ομηρική Λακεδαίμονα (στην περιοχή της Πελλάνας) στην Νέα Λακεδαίμονα, την ιστορική Σπάρτη, μία νέα πόλη, αρχετυπικά Δωρική. Αλλά η περιοχή της Άνω Κοιλάδας του Ευρώτα, όπου απεκαλύφθη η χαμένη Μητρόπολις Λακεδαίμων (βλ.Getty Images) φιλοξενεί τεκμήρια και ευρήματα του χιλιόχρονου (2750-1750 π.Χ.) πολιτισμού των Μινυών, που είχαν μετατρέψει την λιμνοθάλασσα (Lagoon-Λαγκάδα) του Ταϋγέτου σε ευδαίμονα πολυνησία με επίκεντρο την θρυλική Ατλαντίδα, όπως μετωνόμασε ο Πλάτων την Λακεδαίμονα "την υφ' ηλίω ούσαν ποτέ νήσον ιεράν", διότι η Λακεδαίμων παράγεται από το ρήμα λαγχάνω (= διανέμω με κλήρωση) και την λέξη Δαίμων (= Θεός), εν προκειμένω ο Ποσειδών ο πατρώος θεός του Μινυακού γένους, δηλ. των Ηρακλειδών, προγόνων των Δωριέων και ιδρυτών της Λακεδαίμονος-Ατλαντίδος και της Νέας Λακεδαίμονος-Σπάρτης.
Η Μινυακή και εν συνεχεία η Μυκηναϊκή Λακεδαίμων υπήρξε Ανακτορικό κέντρο της Λακωνίας, έδρα των βασιλέων και των παραδόσεών της για την περίοδο 2750-1200/1180 π.Χ., όταν οι Ηρακλείδες μετέφεραν την πρωτεύουσά τους στην Σπάρτη. Έκτοτε η Λακεδαίμων έπαυσε να κατοικείται και μετετράπη σε Ιερό Χώρο, όπως υπήρξε αείποτε ως Θεράπνη, όπου ιδρύθησαν Ιερά και Ναοί (όχι οικισμοί των ελληνιστικών χρόνων, όπως εκλαμβάνεται λανθασμένα) και Ηρώα προς τιμήν των νεκρών, που εφονεύθησαν στην μάχη του 369 π.Χ. (Αινήσιππος εν πολέμω, Φλειάσιοι εν πολέμω) και ετιμήθησαν με Ηρώα, περιρραντήρια και αγγεία των κλασσικών και ελληνιστικών χρόνων. Εκεί ετελούντο στους ιστορικούς χρόνους οι εορτές Ελένια και Ελενηφόρεια, όπου αι παρθένοι μετέβαιναν με άμαξες από λυγαριά (κάναθρα). Ήταν φυσικό και ιστορικά επαναλαμβανόμενο η Σπάρτη να αναδεχθεί τις λατρείες και τις γενεαλογίες της Μητρός Λακεδαίμονος και να τις εντάξει στο πολιτικό και πολιτιστικό της γίγνεσθαι και στις διεκδικήσεις της ως Μητρόπολις του Δωρισμού, αλλά και Αχαϊκών προσωπικοτήτων, όπως ο Μενέλαος και ο Ορέστης. Άλλωστε η Σπάρτη επολεοδομήθη στα πρότυπα της Μινυακής και της Μυκηναϊκής Μητρόπολης της Λακεδαίμονος, αφού κατασκεύασε Γυμνάσιο στον Πλατανιστά σε σχήμα νησίδος που περιβαλλόταν από Εύριπο, μετέφερε τις Ηράκλειες Στήλες από το όρος Θόρνακα στον εν πεδίω Θόρνακα πρό της γέφυρας του Ευρώτα και ακολούθως την μία στο Ιερό του Υακίνθου στις Αμύκλες, όπου την είδε και ο Ηρόδοτος και ο Παυσανίας επιχρυσωμένη σε ύψος 16μ. περίπου, μετέτρεψε το Ιερό του Μενελάου και της Ελένης στην Νέα Θεράπνη σε σχήμα πυραμίδος, όπως ο λόφος όπου ιδρύθη αρχικά η Λακεδαίμων και έδωσε στο σχήμα του τάφου των Αγιαδών Βασιλέων κυκλική θολωτή μορφή, όπως οι διπλοί βασιλικοί Μινυακοί θολωτοί Τάφοι της Λακεδαίμονος και έθεσε τη διπλή βασιλεία της Σπάρτης υπό την κηδεμονία των Διοσκούρων.
Η κώμη της Πελλάνας, την οποία ο Παυσανίας εχαρακτήρισε στην εποχή του "πόλιν το αρχαίον", είναι διάφορος της Λακεδαίμονος και στα ιστορικά χρόνια κατέλαβε τον χώρο νοτιοδυτικά της Πελλανίδος πηγής και του παρακείμενου σ' αυτήν Ασκληπιείου.
Από το έτος 2013 κυκλοφορεί το τρίτομο σύγγραμμά μου "ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ, Η υφ' ηλίω ούσα ποτε νήσος Ιερά", 1.500 περ. σελίδων και εικόνων, στις εκδόσεις "Ινστιτούτο του βιβλίου Καρδαμίτσα", το οποίο θα χαρώ να σας στείλω στην διεύθυνση που θα μου υποδεικνύατε. Η Λακεδαίμων, η Πελλάνα, η Σπάρτη, η Λακωνία που υπηρέτησα επί 22 έτη, αξίζει ό,τι δικαιούται, τον πρωτεύοντα ρόλο της στην δημιουργία, την διασπορά και την ακτινοβολία του Μινυακού - Δωρικού Πολιτισμού του Έθνους μας, Πολιτισμού πρωτογενούς και παιδαγωγού της Ελληνικής Οικουμενικότητας.»